Ο Κίτσος ο Νυφίτσας – Ένα παρατσούκλι, μια ιστορία
* Ο Ντίνος Λασκαράτος είναι επίτιμος δικηγόρος.
«Μωρέ, του Κίτσου η μα- μωρέ η μάνα κάθουνταν
στην άκρη στο ποτάμι
με το ποτά- μωρέ μάλωνε,
με το ποτάμι μάλωνε και το πετροβολούσε…».
(Του Κίτσου η μάνα κάθουνταν. Δημοτικό
τραγούδι. Καταγραφή Σίμωνα Καρρά. Ερμηνεία
Δόμνα Σαμίου).
Η μάνα του Κίτσου μαθαίνει ότι πιάσαν τον γιο της τον ληστή και θέλει να τρέξει κοντά του, την εμποδίζει όμως το ποτάμι που η ορμή του είναι μεγαλύτερη κι’ από αυτήν της μάνας.
Ο Κίτσος (Χρήστος) Οικονόμου απέκτησε το παρατσούκλι «Νυφίτσας» από την εξυπνάδα που έχει το ζωάκι νυφίτσα. Στην Ελλάδα, πριν από τον ερχομό της γάτας από την Αίγυπτο, περίπου τον 5ο αιώνα π.Χ., οι πρόγονοί μας αντιμετώπιζαν τα ποντίκια με νυφίτσες. Πολλές από αυτές ήσαν εξημερωμένες και οικόσιτες. Ο Νυφίτσας που λέτε καταγόταν από μεγάλο σόι της Αργολίδας. Δηλαδή όταν λέμε «μεγάλο σόι» στην περίπτωσή μας εννοούμε ληστρικό. Θείος του Κίτσου ήταν ο αρχιλήσταρχος Λύγκος ο «Παππούς» και ξάδελφος ο Λύγκος ο «Λεβέντης». Ο «Λεβέντης» μάλιστα έγινε δημοτικό τραγούδι, που μπήκε στους χώρους της κλασικής μουσικής ως ένας χορός (Πελοποννησιακός αριθμ. 2) από τους «36 ελληνικούς χορούς», το εμβληματικό έργο του μεγάλου Ελληνα συνθέτη Νίκου Σκαλκώτα.
Στα 1864 ο Νυφίτσας από ληστής έγινε λήσταρχος, αρχηγός δηλαδή συμμορίας, με πρώτο μεγάλο «κατόρθωμα» την απαγωγή του πλούσιου ελαιοπαραγωγού Θανάση Βαγιανέλη, με αποτέλεσμα η επικήρυξη του Νυφίτσα να ανέβει στις 15.000 δραχμές (μεροκάματο τεχνίτη τότε 3 δρχ. και μηνιαίος μισθός δημ. υπαλλήλου 70 δρχ.).
Την ίδια εκείνη χρονιά, ο Ιταλός μεγαλοεπιχειρηματίας Ιωάννης-Βαπτιστής Σερπιέρης ίδρυσε την εταιρεία Roux Serpieri Fressynet et Cie με σκοπό την εκμετάλλευση των αρχαίων (κυριολεκτικά) ορυχείων του Λαυρίου στην Αττική.
Οι δύο άντρες, Νυφίτσας και Σερπιέρης επέπρωτο να συναντηθούν. Πιο συγκεκριμένα, στα 1864 η οργανωμένη ληστεία στην Ελλάδα ακόμα δεν είχε ξεριζωθεί και ορισμένοι ληστές είχαν αποκτήσει προφίλ λαϊκού ήρωα. Ο Σερπιέρης εύλογα ανησυχούσε για την ασφάλεια των επιχειρήσεών του και της οικογένειάς του. Η ανησυχία μετατράπηκε σε ορατό κίνδυνο, όταν οι πληροφοριοδότες του Σερπιέρη τον ενημέρωσαν ότι ο Νυφίτσας μετά τον Βαγιανέλη πήγαινε για το «μεγάλο ψάρι» που δεν ήταν άλλο από τον ίδιο τον Σερπιέρη. Οι πληροφοριοδότες έδωσαν και την πολύτιμη πληροφορία για το λημέρι του Νυφίτσα.
Ο Σερπιέρης αποφάσισε να δράσει. Οχι όμως όπως θα έκανε άλλος στη θέση του. Δεν έδωσε τις πληροφορίες στις Αρχές. Εραστής του κινδύνου καθώς ήταν πήγε και βρήκε τον Νυφίτσα! Ο ληστής αιφνιδιάστηκε, αλλά είδε ότι δεν ήταν παγίδα. Είχε το μεγάλο ψάρι στα χέρια του. Δεν θα καταδεχόταν όμως ποτέ να πιάσει έτσι εύκολα τον Σερπιέρη. Οι δύο άνδρες καθίσανε να μιλήσουν και από κοντά να φάνε και κάτι, σύμφωνα με όλους τους κανόνες του κλέφτικου «Σαβουάρ Βιβρ» που θα ζήλευε και η βαρώνη Σταφφ. Ο Σερπιέρης ξεφούρνισε την πρότασή του που δεν ήταν άλλη από την ανάθεση της ασφάλειας του Σερπιέρη και των επιχειρήσεών του στη συμμορία του Νυφίτσα (!) έναντι ικανοποιητικής αμοιβής. Ετσι, η συμφωνία έκλεισε, τα χέρια δόθηκαν και οι δύο απίστευτοι χαρακτήρες άρχισαν να προστατεύουν ο ένας τον άλλο. Ο Νυφίτσας με τ’ άρματα και ο Σερπιέρης με το μεγάλο του κύρος. Λέγεται βέβαια ότι έπεσε κουτσομπολιό στην Αθήνα τότε, μέχρι και ο βασιλιάς Γεώργιος ενοχλήθηκε, αλλά το θέμα έμεινε εκεί.
Στα 1867, ο Κίτσος ο Νυφίτσας… υπέβαλε την παραίτησή του από τα καθήκοντα της ασφάλειας του Σερπιέρη, γιατί θα πήγαινε να πολεμήσει στην Κρήτη, όπου από το 1866 είχε ξεσπάσει η μεγάλη κρητική επανάσταση κατά των Τούρκων. Ο τότε πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κουμουνδούρος είχε τάξει αμνηστία σε εκατό ληστές και τους άνδρες τους, αν πήγαιναν εθελοντές (!) να πολεμήσουν στο πλευρό των Κρητών επαναστατών. Ο αδελφός όμως του Κίτσου και πρωτοπαλίκαρό του, φοβήθηκε ότι ήταν παγίδα, και έπεισε τον Κίτσο την τελευταία στιγμή να μη καταταγούν. Παγίδα όμως δεν ήταν. Ετσι βρέθηκε ο Κίτσος ο Νυφίτσας στο στόχαστρο των αποσπασμάτων. Στη μάχη που ακολούθησε ο Κίτσος σκοτώθηκε, αναγνωρίστηκε αμέσως από το χρυσοκέντητο γιλέκο και το δαχτυλίδι του και το κεφάλι του στάλθηκε στην Αθήνα ως απόδειξις.
Δεν ξέρω τι απόκανε ο Σερπιέρης με την ασφάλειά του. Πάντως δεκαπέντε χρόνια μετά έχτισε ένα μέγαρο για να μένει, στην Πανεπιστημίου στην Αθήνα, που σήμερα ανήκει στην Τράπεζα Πειραιώς.
Εχει η ιστορία μας επιμύθιο;
* Ο Ντίνος Λασκαράτος είναι επίτιμος δικηγόρος.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News