Πριν περάσουμε από το εθνικό πένθος στον εθνικό σάλο

Το κύριο άρθρο της «Π»

 

ΕΛΗΞΕ το τριήμερο του εθνικού πένθους, που τηρήσαμε άλλοι μεν ειλικρινώς, άλλοι δε κάνοντας υπομονή, αδημονώντας για παραγωγή ή κατανάλωση εντυπώσεων. Είναι ένα τεκμήριο ανωριμότητας που διέπει το πολιτικό, το ενημερωτικό, το κοινωνικό σύστημα να προσεγγίζουμε ειδήσεις και καταστάσεις που συγκλονίζουν, με γνώμονα την παραταξιακή μας θέση ή με σκοπό την προσέλκυση της προσοχής.

ΔΕΝ ΛΕΙΠΕΙ το κίνητρο της εξυπηρέτησης προκαταλήψεων, που αφορούν την πολιτική διαπάλη αλλά και τους πρωταγωνιστές του ενημερωτικού τοπίου, οι οποίοι μπήκαν ήδη στη μπούκα, κάτι που μπορεί να συμβεί όταν σοβεί κοινωνική καχυποψία, πράγμα που παγίως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, ή και όταν υποκύπτουν οι ίδιοι στον πειρασμό στο κάδρο του θέματος να τοποθετούν και τον εαυτό τους.
ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ τιμήσει να διολισθήσουμε στο γνωστό εγχώριο φαινόμενο κατά το οποίο, από τον συγκλονισμό για μια τραγωδία, περνάμε στις ράγες των γνωστών κεκτημένων ταχυτήτων, με τις τραγωδίες να μην αποτελούν πλέον το εθνικό ζήτημα, αλλά την πρώτη ύλη για βεντέτες, διενέξεις, ανταγωνισμούς, απωθημένα και φιγούρες.

ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ που οφείλουμε ως κοινωνία στα θύματα του δυστυχήματος και τους οικείους τους, είναι η απαιτούμενη σοβαρότητα, η δεοντολογία, η συνέπεια στο ιερό στοίχημα της απόδοσης ευθυνών και της θεραπείας των αιτιών που συνέβαλαν στο θλιβερό συμβάν. Και φυσικά ο σεβασμός στο πένθος κάποιων ανθρώπων που, δυστυχώς, θα είναι διαρκές όπως και η ηθική τους βλάβη για τις απώλειες.

ΟΙ ΩΡΙΜΟΤΕΡΟΙ των πολιτών θα κρίνουν όσους ασκούν δημόσιο λόγο με βάση τα κριτήρια αυτά. Οι φανατισμοί και το ταμπεραμέντο μας, δεν αφήνουν στην ωριμότητα τον προσήκοντα χώρο, όμως οι εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό είναι πολλές και η γνώμη τους θα είναι αμείλικτη και με μεγάλο ειδικό βάρος, ηθικό και πολιτικό.