Τέμπη – Δικαστική διερεύνηση: Θα φτάσει βαθιά το μαχαίρι ή όχι;
Εμπιστεύεστε την ελληνική δικαιοσύνη ότι μπορεί και θέλει σε τέτοια θέματα να φτάσει ως το τέρμα της διαδρομής ή πιστεύετε ότι σε ανώτατυο επίπεδο είναι χειραγωγημένη;
Η επέμβαση της δικαιοσύνης ήταν, πράγματι, άμεση, μετά το σιδηροδρομικό μακελειό στα Τέμπη. Αλλά το μείζον και καίριο ερώτημα, που καίει τον πολύ κόσμο, είναι άλλο:
Θα φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο ή θα ξεφουσκώσει, σιγά-σιγά και διακριτικά, η υπόθεση; Θα φτάσει η δικαιοσύνη όσο ψηλά κι αν απαιτείται για να εντοπίσει και να τιμωρήσει τους ενόχους ή θα στοχεύσει μόνο χαμηλά;
Η «Π» έθεσε δύο συγκεκριμένα ερωτήματα σε 3 γνωστούς δικηγόρους:
-Εμπιστεύεστε την ελληνική δικαιοσύνη ότι μπορεί και θέλει σε τέτοια θέματα να φτάσει ως το τέρμα της διαδρομής ή πιστεύετε ότι είναι χειραγωγημένη, άρα και ελεγχόμενη από την πολιτική εξουσία, οπότε δεν είστε αισιόδοξος;
-Τι σας ανησυχεί περισσότερο σε αυτή την ιστορία;
Μια πολύ σημαντική είδηση που προκύπτει από τις τοποθετήσεις των νομικών στην «Π» είναι ότι απουσιάζει από την αρχική δίωξη το αδίκημα της θανατηφόρας έκθεσης σε κίνδυνο! Με αυτό το αδίκημα το «κάδρο» των κατηγορούμενων θα άνοιγε πολύ, ενώ τώρα παραμένει πολύ κλειστό…
Γιάννης Παπαναστασόπουλος: Είναι δυνατόν το «μαχαίρι» να τρυπήσει το «κόκκαλο»;
Ο Γιάννης Παπαναστασόπουλος, δικηγόρος Πατρών, ήταν ιδιαίτερα καυστικός και έδειξε απαισιόδοξος, εξηγώντας, όμως, τι του προκαλεί αυτή την απαισιοδοξία…
«Δεν είμαι αισιόδοξος. Με ελεγχόμενη τη δικαιοσύνη και την πληροφόρηση, έχουμε μόνο κατ’ επίφαση δημοκρατία.
Ποιος είναι το «μαχαίρι»; Η δικαιοσύνη. Ποιος είναι το «κόκκαλο»; Η εξουσία. Οι περισσότεροι δικαστές είναι τίμιοι και ανεξάρτητοι. Η ηγεσία τους όμως είναι πολλαπλώς διάτρητη. Ακριβώς διότι ΔΙΟΡΙΖΕΤΑΙ από την εκάστοτε εξουσία και εκτελεί κατά κανόνα τις εντολές της. Δεκάδες τα παραδείγματα. Βλέπετε παλαιότερα Κωνσταντίνος Κόλλιας, εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, πρώτος πρωθυπουργός της χούντας. Βλέπετε Γεώργιος Σανιδάς και την προκλητική συγκάλυψη εκ μέρους του, του σκανδάλου «SIEMENS»-Χριστοφοράκου. Βλέπετε στις μέρες μας Ισίδωρος Ντογιάκος. Ανεκδιήγητος… Είναι δυνατόν το «μαχαίρι» (Ντογιάκοι κ.λπ) να τρυπήσει το «κόκκαλο»; (κυβερνώντες). Είναι;
Εμπιστεύομαι τους δικαστές. Με τα λάθη τους. Καθόλου, μα καθόλου όμως τους διορισμένους ανώτατους δικαστές. Δυστυχώς, αυτοί (οι ανώτατοι) καθορίζουν και το γενικότερο κλίμα που αποπνέει σκοπιμότητα και διαφθορά.
Φοβάμαι ότι η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη. Γιατί, εδώ και χρόνια κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, με τη συρρίκνωση του κράτους και την ανάθεση στον ιδιωτικό τομέα όλων των κοινωφελών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, φτάσαμε σε μία ιδιότυπη δικτατορία των λίγων και ισχυρών του χρήματος.
Οι πρωθυπουργοί κατάντησαν να είναι μεσάζοντες του μεγάλου κεφαλαίου. Διέλυσαν το ΕΣΥ, έκαναν καρμανιόλα το σιδηροδρομικό δίκτυο, βάλανε χωροφύλακες στα Πανεπιστήμια, εξαργύρωσαν την κρατική περιουσία έναντι «πινακίου φακής», τζάμπα.
Εμείς, ο λαός, κοιμόμαστε. Καμία ουσιαστική εναντίωση μπροστά σε τόσα αίσχη και προσβολές. Καμία εξεγερσιμότητα.
«Υπνος» μαρασμού και έλλειψη ελπίδας μάς κατέχει. Θα σηκώσουμε κεφάλι; Θα ξυπνήσει η αντιπολίτευση; Θα κινητοποιήσει τον κόσμο; Θα δώσει όραμα; «Ζητείται ελπίς»…
Παναγιώτης Κοραντζόπουλος: Η ποινική δίωξη είναι ατελής και προβληματική
Ο δικηγόρος Πατρών Παναγιώτης Κοραντζόπουλος έθιξε μια πολύ ιδιαίτερη πτυχή του θέματος, απορώντας για ποιο λόγο δεν εμπεριέχεται στην αρχική ποινική δίωξη και το αδίκημα της θανατοφόρας έκθεσης σε κίνδυνο, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα να απλωνόταν πολύ περισσότερο η «βεντάλια» των πιθανών υπόπτων και ενόχων:
«Καθοριστικά αμείλικτο για το πεπρωμένο των θυμάτων και των οικείων τους ο πόνος, των οποίων αποτελεί σκληρό και άκρως προσωπικό βίωμα με «σπλαχνικό αποτύπωμα».
Κατά την προσέγγισή μου, οι υπόλοιποι από θέσεις επίπλαστης «ασφάλειας» από το φρικτό περιστατικό, δεν νιώθουμε πόνο, αλλά φόβο μπροστά στον άφατο πόνο αυτών, συναισθανόμενοι ότι δυνητικά μπορεί να ήταν δικός μας. Το «μακριά από εμάς» ως επωδός των συλλυπητηρίων είναι ακραία κυνικό.
Το ανθρώπινο λάθος, η ανεπάρκεια, οι συστημικές και οργανωτικές αδυναμίες, αναδείχτηκαν ως δυστυχηματικοί παράγοντες οψίμως, διότι οι κρατικοί μηχανισμοί «απίστησαν», αλλά και οι κοινωνικοί αισθητήρες αδράνησαν.
Οι κοινωνίες δεν δικαιούνται να πενθούν, αλλά υποχρεούνται να οργίζονται και κυρίως να διεκδικούν. Η οργή πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά διαρκούς εγρήγορσης και όχι περιστασιακής θυμικής έκρηξης.
Η προσπάθεια «αυτοβελτίωσης» του μικρόκοσμου εκάστου εξ ημών, για μένα είναι εξόχως πολιτική πράξη και κάποια στιγμή θα προκύψει ως τάση όχι μόνο ανατροπής των δεδομένων, αλλά ιδίως της αποκατάστασης της λογικής και αισθητικής τάξεως.
Η ποινική δίωξη στην συγκεκριμένη υπόθεση είναι ατελής και προβληματική, περαιτέρω περιοριστική και ασφυκτικά «εξατομικευμένη», αφού τυποποιεί σε κατηγορία συμπεριφορές συγκεκριμένων προσώπων – σιδηροδρομικών.
Η άσκηση δίωξης για θανατηφόρα έκθεση θα έδινε τη δυνατότητα διερεύνησης ποινικών ευθυνών διευρυμένου συνόλου προσώπων, ακόμα και του πολιτικού προσωπικού. Δικονομική δυνατότητα υπάρχει, η βούληση θα καταγραφεί».
Παναγιώτης Παπαϊωάννου: Φτάνει πια με την κανονικοποιημένη ανομία
Ο δικηγόρος Αθηνών και Δρ. Εγκληματολογίας, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, έδωσε τη δική του νομική εκτίμηση:
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 του ΠΚ αναφέρεται: «Στις διατάξεις των ποινικών νόμων ο όρος πράξη περιλαμβάνει και τις παραλείψεις».
Η διαφορά στην ποινική απαξία της πράξης ή της παράλειψης και η διαφορά στην ποινική μεταχείριση είναι τεράστια, γιατί η τελική κρίση εξαρτάται από ένα κρίσιμο νομικό μέγεθος: τον ενδεχόμενο δόλο. Με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος ο οποίος προβλέπει ως ενδεχόμενο το εγκληματικό αποτέλεσμα και το αποδέχεται. O δράστης δεν προβλέπει μεν το εγκληματικό αποτέλεσμα, αλλά επιδιώκει σε κάτι άλλο, προβλέπει, όμως, ότι η εκπλήρωση της επιδιώξεώς του αυτής θα έχει ως πιθανή συνέπεια την πραγμάτωση του εγκληματικού αποτελέσματος και, παρά ταύτα, προχωρεί στην τέλεση της πράξεώς του. Για να καταδικασθεί, θα πρέπει να αιτιολογείται ιδιαίτερα τόσο το στοιχείο της προβλέψεως του εγκληματικού αποτελέσματος, όσο και το στοιχείο της αποδοχής του.
Στο άρθρο 306 του ΠΚ προβλέπεται και τιμωρείται ένα άλλο αδίκημα, η Εκθεση: «(παρ. 1) Οποιος εκθέτει άλλον και έτσι τον καθιστά αβοήθητο, καθώς και όποιος αφήνει αβοήθητο ένα πρόσωπο που (…) έχει υποχρέωση (…) να το μεταφέρει, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών. (παρ. 2) Αν η πράξη προκάλεσε στον παθόντα: α) βαριά σωματική βλάβη, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών, β) θάνατο, επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη».
Καθώς ο κατηγορούμενος σταθμάρχης κρίθηκε προσωρινώς κρατούμενος με συμφωνία εισαγγελέα και ανακριτή, το ερώτημα είναι: θα ευσταθήσει κατά τα επόμενα στάδια της διαδικασίας το στοιχείο του ενδεχόμενου δόλου;
Ιδίως εφόσον, όπως οι δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν, δύο ακόμη σταθμάρχες, μάλιστα εμπειρότεροι και αρχαιότεροι στην υπηρεσία του πρώτου κατηγορουμένου, όφειλαν από το καθηκοντολόγιο να βρίσκονται δίπλα του, ακριβώς συνελέγχοντας τη διαδικασία και όχι παίρνοντας «ρεπό μετά από το τριήμερο».
Ιδίως εφόσον, το ειδικό ηλεκτρονικό σύστημα ρύθμισης της κυκλοφορίας δεν είχε εγκατασταθεί «από τους Νέους Πόρους και κάτω», κάτι που τα διοικητικά συμβούλια των ιδιοκτητών/υπευθύνων συντήρησης της σιδηροδρομικής γραμμής γνώριζαν εδώ και χρόνια.
Ιδίως εφόσον όλα αυτά τα γνωρίζει από τον Ιούνιο του 2015 η εκάστοτε πολιτική ηγεσία, αφού τότε εξέπνευσε η προθεσμία που είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2012/34/ΕΕ για συμμόρφωση της Ελλάδας στο διεθνές περιβάλλον για την ασφάλεια του σιδηροδρομικού της δικτύου.
Ποιοι και πόσοι είχαν, λοιπόν, ενδεχόμενο δόλο; Ποιοι και πόσοι έθεταν επί σειρά ετών την ασφάλεια εκατοντάδων χιλιάδων επιβατών, με μόνη την εγκληματική ευχή «να μην τους βρει το κακό στη βάρδιά τους», «να μην τους τύχει» κατά την θητεία τους ως διορισμένοι –και υπερεπαρκώς αμειβόμενοι- σε πολυπρόσωπα διοικητικά όργανα ή να μην τους σκοτίσει κανείς κατά την άδειά τους;
Θύρα 7 το 1981. Εξπρές Σάμινα 2000. Τέμπη 2003. Στη χώρα μας έχουμε το αχρείο προνόμιο να έχουμε καταστεί ειδικοί στο να εξαντλούμε την αυστηρότητά μας μόνο σε όσους βρέθηκαν στο λάθος σημείο στη λάθος στιγμή και να ξεπλένουμε τους υπόλοιπους με ευνοϊκότερους νόμους, μέχρι να φθάσει –πιο αργά κι απ’ τον θάνατο- η αμετάκλητη κρίση.
Ομως, αυτή τη φορά, το συλλογικό δημόσιο τραύμα, ο θρήνος, η απόγνωση και η οργή για τις σαθρές νοοτροπίες ετών που οδήγησαν στο εγκληματικό δυστύχημα απαιτούν από την ελληνική Δικαιοσύνη ένα και μόνο: να μην απορροφηθεί από τη γραφειοκρατία, την ευνοιοκρατία και την μετριοκρατία και να διαλύσει την πνιγηρή αίσθηση ανομίας που χειμάζει τον Ελληνα πολίτη».
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News