Βουλή: Θετική για τους αρμόδιους φορείς, η συμφωνία συγχώνευσης Παγκρήτιας και Αττικής Τράπεζας
Υπέρ της κύρωσης της σύμβασης συγχώνευσης και επένδυσης μεταξύ του ΤΧΣ και της εταιρίας Thrivest, με την οποία συγχωνεύονται η Παγκρήτια Τράπεζα με την Attica Bank, εμφανίστηκαν όλοι οι αρμόδιοι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς, που είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους επί του σχετικού νομοσχεδίου, στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος του ΤΧΣ, Ανδρέας Βερύκιος, επεσήμανε ότι η συγχώνευση των δύο τραπεζών, τηρεί τα τρία κύρια προαπαιτούμενα: την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τη συμμετοχή ιδιώτη επενδυτή και την θετική απόδοση για το ελληνικό δημόσιο. Όπως είπε χαρακτηριστικά «η συμφωνία δεν θέτει σε κίνδυνο την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τουναντίον βοηθά να αποφευχθούν σειρά από ανεπιθύμητες συνέπειες από την κατάρρευση των δύο τραπεζών».
Έμφαση έδωσε στην συμμετοχή του ιδιώτη επενδυτή, σημειώνοντας ότι «το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης είναι τέτοιο, που αφενός παρέχει ικανά κίνητρα για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του ιδιώτη επενδυτή και αφετέρου να διασφαλιστεί η διατήρηση ή και η βελτίωση της αξίας των κεφαλαίων που θα έχει επενδύσει το ΤΧΣ στην Τράπεζα Αττικής».
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΧΣ, Ηλίας Ξυρουχάκης, αναφέρθηκε στο ιστορικό της διαπραγμάτευσης, ενώ χαρακτήρισε ιστορική τη συμφωνία, υπογραμμίζοντας ότι «κατέληξε σε μία νέα επενδυτική συμφωνία στην οποία τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την δημιουργία ενός ισχυρού πέμπτου τραπεζικού πυλώνα, ο οποίος θα ενισχύσει, τόσο το τραπεζικό σύστημα, όσο και την εθνική οικονομία». Όπως είπε, «η συμμετοχή του ΤΧΣ αξιολογήθηκε από δύο αντίστοιχες εκθέσεις δύο ανεξάρτητων εξειδικευμένων χρηματοοικονομικών συμβούλων διεθνούς κύρους, οι οποίοι επιβεβαίωσαν ότι συμβάλλει στην διατήρηση, προστασία και βελτίωση της αξίας της υφιστάμενης συμμετοχής του».
Πολύ σημαντικό χαρακτήρισε επίσης ότι «μέρος από τα κεφάλαια που θα αντληθούν από την επικείμενη αύξηση που θα υλοποιηθεί σε επίπεδο συγχωνευμένης τράπεζας, θα χρησιμοποιηθεί για την πρόωρη αποπληρωμή των 1002 ομολογιών βιωμένης εξασφάλισης ονομαστικής αξίας 100.000 ευρώ έκαστη, οι οποίες εκδόθηκαν το 2018 από την τράπεζα Αττικής».
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι τα θετικά αποτελέσματα αυτής της συμφωνίας είναι πρόδηλα και πασιφανή. Το Ταμείο ως εγγυητής της σταθερότητας, δίνει καινούργια πνοή στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, δημιουργώντας έναν νέο πυλώνα που υπόσχεται την βέλτιστη δυνατή αξιοποίηση των μέχρι σήμερα υπενδεδυμένων κεφαλαίων στην τράπεζα Αττικής. Η ελληνική οικονομία ενισχύεται με έναν ακόμα πόλο στο χρηματοπιστωτικό μας σύστημα, που θα αποτελέσει αιμοδότη, τόσο των νοικοκυριών, όσο και των επιχειρήσεων, αλλά και εκκολαπτήριο νέων θέσεων εργασίας.
Η νέα τράπεζα θα αποτελέσει ένα σύγχρονο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που θα υποστηρίζει νοικοκυριά και επιχειρήσεις με εξελιγμένες υπηρεσίες και προϊόντα, τόσο προστατεύοντας τις καταθέσεις τους, όσο και ενισχύοντας τον ανταγωνισμό στον τραπεζικό κλάδο», υπογράμμισε και συμπλήρωσε: «Σε αντίθετη περίπτωση, η μη υλοποίηση της εν λόγω συναλλαγής, με δεδομένη και την έλλειψη ενδιαφέροντος άλλων επενδυτών, θα είχε σοβαρότατο ενδεχόμενο να θέσει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα των δύο τραπεζών, την εν γένει λειτουργία τους και την διασάλευση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας – και αυτό, το ΤΧΣ έπρεπε να το αποτρέψει».
Μίλησε ακόμα για «αρνητικό πρόσημο που θα είχε, όχι μόνον για τους καταθέτες των δύο τραπεζών, αλλά και για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, που είναι ο πυρήνας της οικονομίας μας και θα οδηγούσε το πρόγραμμα αποεπένδυσης του Ταμείου πολλά βήματα πίσω».
«Κρίνουμε ως ιστορική την υπογραφή της σύμβασης, διότι επιλύουμε δι’ αυτής, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, το κεφαλαιακό πρόβλημά της, που υφείρπε πάνω από μία 10ετία, και στηρίζουμε την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δύο τραπεζών. Κρίνουμε τη συναλλαγή αυτή ως ορόσημο, τόσο για τον τραπεζικό σύστημα όσο και για το εθνικό οικονομικό γίγνεσθαι. Συμβάλλουμε λοιπόν στη διαμόρφωση αυτού του νέου τραπεζικού πόλου που θα αποτελέσει προπομπό της περαιτέρω ανάπτυξης, τόσο του τραπεζικού συστήματος, όσο και της εθνικής μας οικονομίας», κατέληξε.
Η αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Χαρά Νικολοπούλου, σημείωσε από την πλευρά της, ότι η Επιτροπή θα εκδώσει την απόφαση και την έγκριση της για την συμφωνία συγχώνευσης των δύο τραπεζών, αφού θα της γνωστοποιηθεί το περιεχόμενό της και θα αξιολογήσει όλα τα στοιχεία.
«Η Επιτροπή έχει εμπειρία συγχωνεύσεων. Όταν θα έρθει η συμφωνία, θα αξιολογήσουμε τις επιπτώσεις που έχει στον ανταγωνισμό, αν τον περιορίζει ή τον ενισχύει», είπε.
Ο Αντώνης Βαρθολομαίος, διευθύνων σύμβουλος της Παγκρήτιας Τράπεζας, συντάχθηκε πλήρως με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, τονίζοντας ότι «είναι προφανές ότι η συμφωνία δημιουργεί μεγάλη εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα, για την προσέλκυση επενδυτών.
Η τελική συμφωνία που επικράτησε, είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και είναι προς το συμφέρον των μετόχων, των εργαζομένων και των πελατών, απόλυτα σύμφωνη με τις διεθνείς πρακτικές», υποστήριξε. Ταυτόχρονα εξέφρασε την πεποίθηση ότι «η δημιουργία πέμπτου τραπεζικού πυλώνα θα εξυπηρετήσει την αγορά με ευελιξία και αποτελεσματικότητα, διαδραματίζοντας ουσιαστικό και δυναμικό ρόλο».
Η διευθύνουσα σύμβουλος της τράπεζας «Attica Bank», Ελένη Βρετού, περιέγραψε το ιστορικό της τράπεζας, κάνοντας λόγο για «κατάσταση που δεν μπορούσε πλέον να γυρίσει σε κερδοφορία», ενώ χαρακτήρισε τη συμφωνία «επιβεβλημένη».
«Ήταν επιβεβλημένη η εξυγίανσή της, ώστε να παραδώσουμε μία υγιή τράπεζα και να είμαστε η εναλλακτική λύση, κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ήταν ανάγκη να παραγάγει κερδοφορία και να στηρίξει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σήμερα μπορούμε, για πρώτη φορά ίσως, να πούμε ότι υπάρχει ένα ρεαλιστικό πλάνο του ΤΧΣ, το οποίο δεν θα ήταν εφικτό αν δεν είχε σχεδιαστεί με σοβαρή και υπεύθυνη δουλειά», ανέφερε.
Θετικός στη συμφωνία, την οποία χαρακτήρισε «κρίσιμη για την αποφυγή τραγικών συνεπειών για το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία», εμφανίστηκε και ο πρόεδρος του ΤΜΕΔΕ, Κωνσταντίνος Μακέδος.
«Μετά από 100 χρόνια λειτουργίας της, η Attica bank μπαίνει σε μια νέα εποχή και κλείνει έτσι οριστικά μια περίοδος αβεβαιότητας» ανέφερε και πρόσθεσε ότι με τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πυλώνα, δίνεται η δυνατότητα να υλοποιούνται έγκαιρα τα έργα.
«Μια ισχυρή τράπεζα, μόνο θετικά χαιρετίζεται από τον τεχνικό κόσμο. Δίνεται η βέλτιστη λύση και θα υπηρετήσει την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας που είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις», πρόσθεσε.
Για μία «θετική συμφωνία τεράστιας σημασίας, τόσο για την ελληνική οικονομία, όσο και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα», μίλησε ο πρόεδρος του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, Παναγιώτης Λιαρκόβας.
Όπως είπε, «ένα από τα σημαντικότερα θετικά στοιχεία της συμφωνίας, είναι η δημιουργία πέμπτου τραπεζικού πυλώνα, που θα οδηγήσει σε νέο ισχυρό ανταγωνισμό, ενώ θα δοθεί η δυνατότητα στη νέα τράπεζα να προσφέρει στους πελάτες της καλύτερα επιτόκια, καλύτερες υπηρεσίες και χρηματοδοτικά προϊόντα, ενώ η προσφορά της στην περιφερειακή ανάπτυξη και στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα είναι εξαιρετικά σημαντική.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News