Εγινε της Πόπης

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Οι Πατρινοί χαίρονται που πάει καλά ο Τάκης Ζαχαράτος, με τα όποια σκαμπαναβέσματα έχουν αυτές οι καριέρες σε περιβάλλον κρίσης, πανδημίας και ανταγωνισμού. Είναι ένας γνήσια λαϊκός, ταπεινός, ευπροσήγορος, έξυπνος και καλοκάγαθος άνθρωπος και σκληρός δουλευτής. Τις προάλλες όμως βρέθηκε στη μπούκα, κάτι που σπάνια συμβαίνει γιατί δεν είναι διχαστικό στοιχείο: Του αρέσει να προκαλεί το γέλιο σύσσωμης της συναναστροφής και της κοινότητας, συνήθως με καθολικά αναγνωρίσιμους κώδικες, κοινά αποδεκτούς. Αυτή τη φορά όμως έπεσε στα βαθιά, εξαιτίας της επιλογής του να σατιρίσει την Πόπη Τσαπανίδου, μέσα από μια τηλεοπτική συχνότητα ενοχοποιημένη πολιτικά και σε μια διπολική συγκυρία με τραυματικές συνέπειες. Η εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ τον έστησε στον τοίχο για σεξισμό και βρήκε πολλούς υποστηρικτές, όχι μόνο στον χώρο της.

Είδαμε το σχετικό βίντεο. Ασφαλώς περιπαικτικό. Και επίσης πράγματι σεξιστικό, αλλά όχι με την υποτιμητική έννοια. Η σάτιρα του Ζαχαράτου αφορούσε τον ναρκισσιστικό χαρακτήρα της δημόσιας έκθεσης, και κατ’ επέκταση την αυταρέσκεια που σε οδηγεί στην πολιτική και που η πολιτική την ανατροφοδοτεί και την παροξύνει. Ισχυρή δόση δίψας για αυτοπροβολή έχει και η εμπλοκή στην τηλε- ενημέρωση και ψυχαγωγία. Όταν ρωτάμε για τις θεαματικότητες και τις ακροαματικότητες, δεν μας ενδιαφέρει μόνο η απήχηση της δουλειάς μας. Και μόνο η αυτοφωτογράφηση και ο τρόπος με τον οποίο κάθε άτομο διαχειρίζεται την εικόνα του, αποκαλύπτει τον αυτό-ηδονισμό ή τις ανασφάλειες που χορεύουν γύρω από τις ενασχολήσεις αυτές.

Αν η σάτιρα του Ζαχαράτου το μοιραίο εκείνο βράδυ ήταν επιτυχημένη ή όχι,   βασικός κριτής είναι το κοινό, και δευτερευόντως οι τηλεκριτικοί και οι μηχανισμοί αξιολόγησης των προγραμμάτων που έχουν τα κανάλια. Σίγουρα πάντως δεν ήταν δουλειά του αποδέκτη της σάτιρας. Η Πόπη Τσαπανίδου, καλώς ή κακώς θιγείσα, κακώς αντέδρασε και στηλίτευσε. Αν ο λαϊκισμός, ο σεξισμός, η χοντροκοπιά, η χυδαιότητα στη σάτιρα- δεν κάνει τέτοια ο Τάκης- είναι επικίνδυνο πράγμα, πολύ πιο επικίνδυνο είναι να αποφαίνεται ο πολιτικός για τα όρια της σάτιρας και της κριτικής. Και μάλιστα ο πολιτικός του κόμματος που κατηγορεί τον αντίπαλο για παρεμβατισμό στα ΜΜΕ, χωρίς να βλέπει ότι τον πειρασμό αυτόν δεν έχουν γεννηθεί πολλοί πολιτικοί στον οποίο δεν υποκύπτουν. Ρωτήστε κι εμάς.

Το μεγάλο ερώτημα ωστόσο είναι αν νοείται σάτιρα που αποκλείει τον σεξισμό, το σεξουαλικό στοιχείο από τα εκφραστικά της όπλα. Αν το κάνεις αυτό, είναι σαν να αφαιρείς τον ερωτισμό από τον άνθρωπο, τον στόχο της σάτιρας και τον δέκτη του έργου. Άλλο πράγμα ο σεξισμός σαν πορνογραφία και σαν εξοντωτικό εργαλείο και άλλο πράγμα σαν εργαλείο ερμηνείας της πολιτικής και της προσωπικότητας ή και σαν μέσο άμυνας του πολίτη που ξεβρακώνει τον πολιτικό για να τον ξορκίσει και να τον επανανθρωποποιήσει Αριστοφανικά. Αν ο σατιριστής δεν το κάνει πετυχημένα, άλλαξε κανάλι ή άνοιξε ένα βιβλίο.