Η Βουλη των Ουάου

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν επίσημοι και άτυποι ενδυματολογικοί κανονισμοί. Αλλοτε επιβάλλονταν εκ της υπηρεσίας και του πρωτοκόλλου, ενίοτε ασφυκτικώς: Ενδυμα βραδυνόν, στολή υπ.αρ. τάδε για τις ορκωμοσίες των ενστόλων, όλοι στα λευκά και με καπέλο, κατά το θέμα του αποκριάτικου πάρτι. Αλλοτε επιβάλλονταν με γνώμονα την κοινωνική συνθήκη, τον γάμο ή την κηδεία, τη θάλασσα ή την Ανάσταση, τη δουλειά ή τη σαββατιάτικη έξοδο. Κάποτε ξεχώριζαν τα ρούχα Κυριακής από τα καθημερινά. Δεν το νοσταλγούμε- αν και ήταν πολύ βολικό για το νοικοκυριό- απλά έτσι συνηθιζόταν.

Οι ενδυματολογικοί κώδικες είναι πολύ εξυπηρετικοί. Ορίζουν ένα επίπεδο ευπρέπειας αλλά και ισότητας ανά συνθήκη. Η ομοιομορφία είναι ζήτημα τάξης, ομαλότητας, συμβολικής τιμής στη συνθήκη και αποφυγής προκλήσεων που γεννάει ο υπερβάλλων ανταγωνισμός, που εμπεριέχει ένα στοιχείο προσβολής και ασέβειας.

Μέχρι που ήρθε ένα πάρτι με θέμα τα λευκά, και κάποιος πήγε με μαύρα και μπιρμπιλωτά, επειδή βαριότανε να βρει λευκά.

Η συνέχεια είναι γνωστή και η κορύφωσή της μας πάει στη Βουλή και στις ενδυματολογικές επιλογές βουλευτών και βουλευτίνων που προκάλεσαν σχόλια, μερικώς εγκωμιαστικά, μερικών ξεφωνηματικά, και σε κάποιες περιπτώσεις ανάμεικτα. Μα και βεβαίως ελευθερία σημαίνει να φοράς ο,τι γουστάρεις, αλίμονο, όπως και στην Αποκριά, δεν ζούμε στο Ιράν ούτε  ζούμε στις μέρες που ο δικτάτορας Πάγκαλος μετρούσε τις φούστες των γυναικών (ο θρύλος λέει ότι το επέβαλε η κυρία Παγκαλίνα γιατί είχε άχαρες γάμπες η ίδια).

Αλλά είναι ευκαιρία να συζητήσουμε για τη σημασία των συμβόλων εν τω συγχρόνω βίω. Η κατάλυσή τους είναι μια εκδοχή επαναστατικότητας. Διατηρεί κάποιο νόημα αυτή στην ενδυματολογική της εκφορά, με δεδομένο ότι ο αντικομφορμισμός στο ντύσιμο έκανε τις τομές του την εποχή όπου οι ανατροπές ήταν επιβεβλημένες και αναπόδραστες; Ποια επανάσταση έχεις να κάνεις που δεν έχει γίνει από τους παππούδες και τους μπαμπάδες μας; Ποια επανάσταση έχεις να κάνεις πέραν του φαντεζί πουκάμισου ή της εξεζητημένης τουαλέτας;

Θα πεις, βέβαια, χωρίς τομές, αιφνιδιασμούς και προκλήσεις, η μόδα δεν προχωράει. Και πρέπει να αναγνωρίσουμε της καημένης της μόδας ότι υπήρξε από τους πιο δυναμικούς προπομπούς και αγωγούς σοβαρών επαναστατικών ιδεών και κινημάτων, άλλο αν το ντύσιμο δεν το έχουμε πάντα και πολύ της περιωπής. Εν προκειμένω, βέβαια, ο βουλευτής που καινοτομεί με τον ρουχισμό του, μάλλον επίδειξη επαναστατικότητας κάνει, όπως συμβαίνει με πλείστες εκδοχές υιοθεσίας της μόδας του ντυσίματος, του μακιγιάζ και του δέρματος. Δεν είναι η Βουλή που φέρνει τη μόδα, είναι η μόδα που μπαίνει και στη Βουλή, είναι το ψευδεπίγραφο αντάρτικο, μια καμουφλαρισμένη μορφή ναρκισσισμού, η ανάγκη να διαφέρεις με ευτελή μέσα και ας σου έχουν στοιχίσει ακριβά. Συμβαίνει βέβαια να υπάρχει και ένα διανοητικό- ψυχολογικό έλλειμμα διάκρισης: Να μην αντιλαμβάνεσαι τι Πρέπει και τι Όχι, σε κάθε περίσταση, όταν έχεις κενό αγωγής και όταν βασικό σου θέμα είναι ο εαυτός σου. Μια Βουλή εαυτών. Αυτό έχουμε. Αυτό είμαστε και αυτό ψηφίζουμε.