Νίκος Καχτίτσης (1926-1970): Ο πολιτογραφημένος πατρινός κηπουρός της λογοτεχνίας

Στις  25 Μαΐου, συµπληρώθηκαν 53 χρόνια από τον θάνατό του, και οι «Επιλογές», µέσα από γραπτά µελετητών του, φωτογραφικό, και άλλο υλικό καθώς και µια ανέκδοτη επιστολή, αφιερώνουν τούτο το τεύχος στον σπουδαίο Νίκο Καχτίτση.

Ο ξεχωριστός συγγραφέας που είναι ελάχιστα ή για να είµαστε ακριβέστεροι, καθόλου γνωστός στους νέους
-δυστυχώς και σε µεγαλύτερους- έζησε τα νεανικά του χρόνια στην Πάτρα, όπου και έµελλε να κλείσει τα µάτια του, χτυπηµένος από την ασθένεια που έτρεµε.

ΣΤΑΘΜΟΙ 44 ΕΤΩΝ

•Γεννήθηκε το 1926 στη Γαστούνη της Ηλείας.
•Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Μανωλάδα, τα εφηβικά και νεανικά σε Πύργο και Πάτρα.
>Στην Πάτρα τελείωσε το Γυµνάσιο και αφού έµαθε καλά Αγγλικά και Γαλλικά δίδαξε σε αγγλική σχολή.
>Το 1929 στρατεύτηκε και υπηρέτησε ως αξιωµατικός διερµηνέας σε διάφορες µονάδες.
>Το 1952, ύστερα από µια φοβερή αγωνία που πέρασε για το αν θα σταλεί τελικά στον πόλεµο της Κορέας, έφυγε για την Αφρική. Εργάστηκε δυο χρόνια σε εµπορική εταιρεία στην Ντουάλα του γαλλικού Καµερούν. Ταξίδεψε στο Παρίσι και το Λονδίνο.
>Το 1956 έφυγε για το Μόντρεαλ του Καναδά, όπου την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τη Θάλεια Τσαπουλάρη.
>Το 1962 απέκτησε τον γιο του Θωµά-Κωνσταντίνο.
•Στο Μόντρεαλ δίδασκε την αγγλική και γαλλική γλώσσα. Αργότερα διορίστηκε διερµηνέας στα δικαστήρια του Μόντρεαλ.
>Το 1970 διαγνώστηκε µε οξεία λευχαιµία. Επέστρεψε τον Μάιο της ίδιας χρονιάς για πρώτη φορά µετά από 14 χρόνια στην Ελλάδα, και άφησε την τελευταία του πνοή στην Πάτρα, στις 25 του µήνα, µόλις 44 ετών.
>Ενταφιάστηκε στον οικογενειακό τάφο στις 26 Μαΐου, παρουσία λίγων φίλων.

∆ηµοσιεύσεις:

>Κείµενά του δηµοσιεύθηκαν σε διάφορα περιοδικά Πύργου, Πάτρας, Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Καβάλας.
>Το 1954 δηµοσίευσε µια σειρά ανταποκρίσεων από την Αφρική στην αθηναϊκή εφηµερίδα «Ελευθερία».

Εργα του τυπωµένα αυτοτελώς:
«Ποιοι οι φίλοι» Θεσσαλονίκη (1959)
«Το ενύπνιο» Θεσσαλονίκη (1960)
«Η οµορφάσχηµη» Θεσσαλονίκη (1960)
«Ο εξώστης» Αθήνα [Θεσσαλονίκη] (1964)
«Η περιπέτεια ενός βιβλίου» Μόντρεαλ [Πύργος] (1965)
«Ο ήρωας της Γάνδης» Μόντρεαλ (1967)
«Vulnerable Point 1949, Fourteen Poems of Youth», Μόντρεαλ 1968. («Τρωτό σηµείο 1949, ∆εκατέσσερα Ποιήµατα της Νιότης», σε µετάφραση. Σωκράτη Σκαρτσή δηµοσιεύτηκαν στο πατρινό περιοδικό «Υδρία», [τεύχος 22-23, Μάιος 1979], µε αφιέρωµα στον Ν. Καχτίτση).

>Εξέδωσε, επίσης, το περιοδικό «Παλίµψηστος» (1967) και έξι µικρά τοµίδια µε στοιχειοθεσία, σύ θεση και εκτύπωση δική του στο µικρό ιδιόκτητο τυπογραφείο που είχε στο υπόγειο του σπιτιού του στο Μόντρεαλ.

Για τον Άννινο

Σε γράµµα του στην αδελφή του Αµαλία Καχτίτση (5/4/65) γράφει για τον φίλο του Θεόδωρο Άννινο, ήδη εκλεγµένο δήµαρχο Πατρέων: «Τι απέγινε µε τον Άννινο; […] θα βρίσκεται σε υπερδιέργερση µε τον πόλεµο που του έχουν κηρύξει απλώς και µόνο επειδή τον διάλεξε ο λαός!! Φαίνεται είναι απαραίτητο να υποφέρη ο λαός της Πάτρας στα χέρια του κάθε ψωρο-µικρο-πολιτικού, που πάει για δηµαρχηλίκι για να «µασήση»
-ενώ ο Άννινος είναι λευκός από τέτοια πράγµατα, και είναι σεµνός, και είναι αισθηµατίας, και πολλά άλλα -δεν είναι όπως οι διάφοροι αλήτες που έχουν καταβαραθρώσει την Ελλάδα τώρα και τόσα χρόνια. Η Ελλάδα θα χρειαζότανε καµµιά 200αριά Αννινους για να φάη ψωµί και να ορθοποδήση!».

Γράφει ο Καχτίτσης στον ποιητή Γιώργο Παυλόπουλο, σε µια από τις περιβόητες και υψηλής λογοτεχνίας επιστολές του, το 1957. Κάθε µέρα πρέπει να µουντζουρώνεις µια κόλλα χαρτί. έστω και µε τη µεγαλύτερη βλακεία, που ωστόσο µπορεί να µην είναι βλακεία. Το ρητό του για τη λογοτεχνία είναι: Το παν είναι να πιάσει το χέρι την πέννα. Σαν να δηµιουργεί τον συγγραφέα το σώµα, η σωµατική δουλειά. Οι εµπνεύσεις έρχονται, όχι από τις ιδέες που υπάρχουν στο µυαλό, αλλά από την εργασία. Ένας βιονευρολόγος, θα ’λεγε, ότι γράφοντας ενεργοποιούνται όλες οι αισθήσεις:

Ο Νίκος Καχτίτσης στο µπαλκόνι του σπιτιού του Ντίνου Ηλιόπουλου στην Πάτρα (οδός Κορίνθου 385Α) το 1944, λίγο πριν από την Απελευθέρωση. [Αρχείο ©: Α. Χρυσάφη]

Στον Καχτίτση, όπως έχει επισηµάνει ο Β. Λαδάς, άρεσε η οδός Αγίου Ανδρέου µε τα εµπορικά εδώδιµων αποικιακών, τότε, η οποία καθώς ερήµωνε τα βράδια από την Ερµού µέχρι τη Γούναρη, έπαιρνε µια όψη µελαγχολίας. Στη γωνία Ερµού-Αγίου Ανδρέου ήταν το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος» όπου κατέλυαν, όταν έρχονταν στην Πάτρα, οι Πεντζίκης και Γιώργης Παυλόπουλος.

 

Ο λογοτέχνης της ειρωνείας

Ο Νίκος Καχτίτσης, ο λογοτέχνης της ειρωνείας και του φανταστικού, ποιη- τής, µεταφραστής, εκδότης, εραστής της τυπογραφίας, αλλά και ένας από τους µεγαλύτερους επιστολογράφους της σύγχρονης ελληνικής γραµµατείας, είχε βραχύ βίο (1926-1970). Γεννήθηκε στη Γαστούνη και ανδρώθηκε στην Πάτρα, όπου τη συντροφιά του αποτελούσαν έφηβοι που στη συνέχεια θα αναπτύξουν ιδιαίτερα ταλέντα και διακριθούν ως προσωπικότητες: ο Κωστής Στεφανόπουλος και ο αδελφός του Σπύρος, ο Γιώργης Παυλόπουλος, η Μαρία Μανωλάκου, ο 
Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Θεόδωρος Άννινος, ο Ασηµάκης Φωτήλας, ο Άρης Ντόντης, ο Παν. Παπανδρόπουλος, ο ∆ηµ. Σιµάτος, ο Λάκης Μπαζός, ο Χαρίλαος Ακρατόπουλος, ενώ από την ίδια παρέα είχε περάσει και ο Μίκης Θεοδωράκης, τη διετία που η οικογένειά του ήταν στην Πάτρα (1937-9). Η συντροφιά, ήδη από τα χρόνια της Κατοχής, ξεκίνησε να εκδίδει βραχύβια λογοτεχνικά περιοδικά και χειρόγραφες εφηµερίδες, για να εκφράσει τα ταλέντα και τις ανησυχίες της, αλλά και εκδηλώσει, µε τον τρόπο που µπορούσε, την αντίδρασή της στη Γερµανοϊταλική Κατοχή. Η συγγραφέας Μ. Μανωλάκου είναι σαφής: Αρχηγός και πυρήνας ενός λογοτεχνίζοντος οµίλου παιδιών της Κατοχής, που πάσχιζαν να βγάλουν από την πείνα ποίηση και από την ποίηση πορεία προς την Αντίσταση. Μέσα στον σκληρό χειµώνα του 1943, αποφασίζουν να εκδώσουν το λογοτεχνικό περιοδικό Μέλισσα και ο δεκαεξάχρονος Καχτίτσης, η «πένα του Α΄ Αρρένων», παίρνει τα ηνία: συγκεντρώνει την ύλη, γράφει ποιήµατα και διηγήµατα και αντιγράφει µε τυπογραφικό οίστρο και υποδειγµατική καλλιγραφία 10 τεύχη, ένα για κάθε γυµνάσιο της Πάτρας!

Οι έφηβοι Νίκος Καχτίτσης (αριστερά) και Ντίνος Ηλιόπουλος (δεξιά) απαγγέλλουν ποίηση στο εφηβικό δωµάτιο Καχτίτση στην Πάτρα (οδός Καραϊσκάκη 81) το 1943

 

Με την απελευθέρωση, συνεχίζει το 1945 στην Πάτρα µε το περιοδικό Νέος Ρυθµός. Αυτή τη φορά δεν ήταν χειρόγραφο, αλλά τυπωµένο στο τυπογραφείο του Κούκουρα, µε χρηµατοδότη τον πατέρα τού Κωστή Στεφανόπουλου, τον δικηγόρο και βουλευτή Μίµη Στεφανόπουλο, που τους δάνεισε µία χρυσή λίρα!
∆υστυχώς, και αυτό το περιοδικό είχε βραχύ βίο (κυκλοφόρησαν δύο µόνο τεύχη), καθώς λογοκρίθηκε, µε την αφορµή ότι είχαν συµπεριλάβει µια σύντοµη νεκρολογία του Γληνού. Στον Νέο Ρυθµό ο Καχτίτσης δηµοσίευσε µε ψευδώνυµο τα διηγήµατα
«Η δεσποσύνη Αγάθη» και «Στρουφιλίδια κ.λπ.».
Από τη χρονιά αυτή ξεκίνησε πλέον η παρουσία του δεκαεννιάχρονου Καχτίτση σε λογοτεχνικά περιοδικά της Αθήνας ή της περιφέρειας, όπου 
αρχίζουν να εµφανίζονται σε εµβρυακή µορφή, οι µελλοντικοί ήρωες και οι έντονοι συµβολισµοί του. Το 1949, προς το τέλος του Εµφυλίου Πολέµου, στρατεύτηκε στον Εθνικό Στρατό, µια εµπειρία που τον σηµάδεψε βαθιά. Το 1950, και ενόσω είναι ακόµα στον στρατό, συνάντησε στην Αθήνα τον εφηβικό φίλο Γιώργη Παυλόπουλο και συνέγραψαν το χειρόγραφο εικονογραφηµένο περιοδικό Η Ουλή.