Οι παγίδες που μειώνουν τις συντάξεις των ασφαλισμένων

Του Θεόδωρου Ξούλου, Οικονομολόγος Πανεπιστημίου Πατρών – σύμβουλος ασφαλιστικών, εργατικών, συνταξιοδοτικών θεμάτων.

Η μεγάλη ανεργία που υπάρχει σήμερα, οι χαμηλές αμοιβές ειδικότερα τούτη την στιγμή που ο πληθωρισμός ροκανίζει το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων, η εργασιακή ανασφάλεια που επικρατεί, αλλά και οι χαμηλή κερδοφορία στις μικρές επιχειρήσεις σε συνάρτηση με την αύξηση των λειτουργικών εξόδων τους, οδηγούν πολλούς ασφαλισμένους, μισθωτούς και ελευθέρους επαγγελματίες, στην συνταξιοδότηση. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που οδηγούν σε χαμηλότερη σύναξη όπου ενδεχομένως και λόγου του άγχους της απόδρασης από την καθημερινή μάχη της επιβίωσης, να μην λαμβάνονται υπόψη.

Συγκεκριμένα:

Η συνταξιοδότηση με λιγότερα από 20 έτη ασφάλισης (και μέχρι τα 15 που είναι προϋπόθεση) οδηγεί σε μείωση 8,27 ευρώ για κάθε έτος στην εθνική σύναξη, με συνολική μείωση 41,37 ευρώ για συνταξιοδότηση με 15 έτη αντί για 20.

Η πρόωρη συνταξιοδότηση οδηγεί σε μείωση που επιβάλλεται στο ποσό της εθνικής σύνταξης και ανέρχεται σε 6% για κάθε έτος που υπολείπεται για την συμπλήρωση του ορίου ηλικίας της πλήρους σύνταξης. Η μειωμένη σύνταξη παραμένει δια βίου μειωμένη και δεν μετατρέπεται ποτέ σε πλήρη.

Η μερική απασχόληση που έχει κυριεύσει πάνω από 1 στους 3 εργαζόμενους τα τελευταία χρόνια είναι ένας ακόμη λόγος φαλκίδευσης της σύνταξης. Χαμηλότερος μισθός (λόγω λιγότερων ωρών απασχόλησης) συνεπάγεται και μικρότερη σύνταξη.

Ενώ και τα έτη ασφάλισης μετά το 2010 που οι αποδοχές καταποντίστηκαν, οδηγούν σε μείωση των συντάξιμων αποδοχών, ειδικότερα στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα με την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου αλλά και την περικοπή των Δώρων.

Η διάταξη του νόμου 4670/2020 που συνδέει το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών με τη διακύμανση του πληθωρισμού του προηγούμενου έτους, η δυσανάλογη ανταποδοτικότητα στις συντάξιμες αποδοχές σε σχέση με το ύψος των εισφορών, αλλά και η δυσκολία των ελευθέρων επαγγελματιών να ανταπεξέλθουν στην καθημερινή λειτουργία, τους οδηγούν στην επιλογή των μικρότερων ασφαλιστικών κλάσεων.

Συμπερασματικά, και με βάση τα ανωτέρω, η καταφυγή στην σύνταξη θα πρέπει να γίνεται με αξιολόγηση όλων το παραγόντων που μπορεί να οδηγήσουν