Τα κύματα του Ιουλίου

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Eν μέρει για λόγους ουσιαστικούς, εν μέρει ια λόγους προπαγανδιστικούς, οι αυτοδιοικητικές παρατάξεις ανακοινώνουν  τμήματα των συνδυασμών τους κατά κύματα. Άλλος ανά εξάδες, άλλος ανά δεκαπεντάδες. Στα σημερινά φύλλα έπεσε και μια γερή στοίβα με εκατό υποψήφιους. Μας βγήκε το μάτι για να εντοπίσουμε γνωστούς, αναγνωρίσιμους, εκλόγιμους, μέσα σε μια θάλασσα από επώνυμα που ανήκουν σε άξιους, κατά τα λοιπά, φιλότιμους αλλά παρθένους ως προς τα κοινά, συμπολίτες.

Το ευ δεν βρίσκεται μέσα στο πολύ. Αλλά το πολύ κάνει μπούγιο, και αυτό είναι ευ σε μια πολιτική μάχη. Επί πλέον, το πολύ είναι αναγκαίο. Ο νέος εκλογικός νόμος υποχρεώνει τις παρατάξεις να παρουσιάσουν υποψήφιους σε κάθε δημοτική ενότητα. Η υποχρέωση αυτή έκλεισε τον δρόμο σε αρκετές παρατάξεις, που σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Αυτό δεν ήταν απαραιτήτως κακό, γιατί στο δημοτικό συμβούλιο της Πάτρας  εκπροσωπήθηκαν δέκα από αυτές, με μία έδρα, τρεις και- λίγοι- με κάμποσες παραπάνω, κάτι που μετέβαλε τις συνεδριάσεις σε βασανιστήριο, αφού σε κάθε θέμα έπρεπε να παίρνουν το λόγο οι εκπρόσωποι όλων, ενίοτε για να επινοήσουν διαφωνία. Όμως δεν ξέρουμε αν αυτό μπορεί να είναι το κατάλληλο φίλτρο για την εκλογίκευση. Η ποιότητα μιας παράταξης κρίνεται από τη δυνατότητά της να εκπροσωπείται σε κάθε γειτονιά της Πάτρας, κάτι που άλλωστε όσοι το πετυχαίνουν, επιστρατεύουν εν πολλοίς εικονικές υποψηφιότητες; Πρόσωπα, δηλαδή, που απλά σου κάνουν τη χάρη, γιατί τους έχεις κάνει μια χάρη εσύ.

Διακρίνουμε ένα σαφές στοιχείο πληθωρισμού, μια συνθήκη μαζικότητας που φαινομενικά είναι ένα δημοκρατικό πανηγύρι. Κατεβαίνει υποψήφιος ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας (κυριολεκτικά), ενίοτε και η πόρτα μαζί, για να συμπληρώσουμε, με αρκετές πιθανότητες εκλογής, μάλιστα, αν προέρχεται από επαγγελματικό χώρο ευρείας αναφοράς, ή διέπεται από μια κοινωνικότητα, ακόμα και αμφίβολης παραγωγικότητας. Δημοκρατία πάει να πει να μπορεί να εκλέγεται ο καθένας, όμως το κριτήριο που διέπει την ψήφο νερώνεται μέσα από μηχανισμούς προσωπικών και δημόσιων σχέσεων ή στοχευμένη εύνοια που πολύ λίγο έχει να κάνει με την ποιότητα του υποψηφίου. Αλλά βλέπεις, στο αυτοδιοικητικό σύστημα δεν παίζει ρόλο μόνο η ποιότητα του υποψηφίου, αλλά και η δεινότητά του και η διάθεσή του για αντιπροσώπευση των τοπικών πυρήνων, την ώρα που ο «ποιοτικός» θα ασχολείται με τις βιβλιοθήκες, τη βιώσιμη κινητικότητα, την ανακύκλωση, την κυκλική οικονομία και όλες αυτές τις μπαρούφες.

Από τη μια είναι ωραίο να σηκώνει μια πόλη στο πόδι η δημοτική αναμέτρηση. Από την άλλη βλέπεις το στοιχείο της αυτογνωσίας να υποχωρεί. Θα πεις, εκεί υποχωρεί; Στις εκλογές για τη Βουλή δεν βλέπεις τι γίνεται; Εβαλε ο άλλος υποψήφιος με προσόντα άστα να πάνε, απέτυχε και έχει μαυρίσει η ψυχή του. Αμ ο άλλος που πέτυχε;

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν υπάρχει αναλογικότητα ανάμεσα στις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος, και της ποιότητας του αιρετού μας δυναμικού. Αν δεν υπάρχει, ποιόν να μεμφθείς; Τον υποψήφιο και τον ψηφοφόρο που ασκούν δικαίωμά τους; Τον συνδυασμό για τις επιλογές του, όταν τον υποχρεώνεις να ρίχνει δίχτυα σε όλη την πλάση; Ή τα ποιοτικά στοιχεία της πόλης που αποφεύγουν τα κοινά και που καλά κάνουν γιατί θα στραπατσαριστούν; Την κότα που έκανε το αυγό ή το αυγό που έκανε την κότα και δεν έκανε τη χήνα;