Τρία τέταρτα

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Ενας κύριος είχε μόλις βγάλει (από τη θάλασσα: από πού αλλού;) ένα θεόρατο χταπόδι και έφευγε για να κάνει την πιο οικονομική Μεγάλη Παρασκευή από όλους τους άλλους Ελληνες. Καμια δεκαπενταριά γάτες που ολοκλήρωναν το πρωινό που τους είχε διανείμει ένας σαμαρείτης των γατών, τον κοιτούσαν με αυτό το ύφος που έχουν οι γάτες, ανάμεσα στο δέος και τη σπαρίλα. Καθώς οι γάτες αποτέλειωναν τεμπέλικα το μπρέκφαστ τους, ένας κόρακας προσπαθούσε να πλευρίσει τη συναναστροφή μπας και τσιμπήσει κανέναν μεζέ. Προσέγγιζε το σημείο με το βάδην των κινουμένων σχεδίων, αλλά δεν το έλεγε η ψυχή του, μολονότι οι γάτες δεν έδειχναν καμία ενόχληση. Πάει στον κόρακα, είπε. Στο βάθος, έκανε τις βόλτες του ένας σκύλος, συνοδευόμενος από το αφεντικό του. Αρκετά διαφορετικά ζωικά είδη, αλλά βέβαια δεν θα το έλεγες και ζωολογικό κήπο. Είναι ένα τυπικό πρωινό στο νότιο Πάρκο. Ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει τα τζόγκινγκ , οι περαντζάδες, οι ποδηλατάδες, οι πηλάλες των παιδιών στα ακούρευτα χορτάρια, τα οποία- αν κρίνουμε από την υλοτόμηση που γίνεται στους ευκαλύπτους- καλύτερα να τα αφήσουν ακούρευτα.

Το βλέμμα μας πάει στον σκύλο. Βαδίζει σαν να τον χτυπάει ηλεκτρικό ρεύμα. Σύντομα θα διαπιστώσουμε την αιτία: Του λείπει το δεξί μπροστινό πόδι. Εντούτοις κόβει τις περπατησιές του στην πρασινάδα και η όσφρησή του γιορτάζει τις εαρινές οσμές και τα τσίσια των προηγηθέντων σκύλων. Η αναπηρία του, του στοιχίζει ένα μικρό λαχάνιασμα παραπάνω, γιατί το διαθέσιμο πόδι καλείται να βρίσκει ισορροπίες και να ρυμουλκεί ταυτόχρονα, αλλά κατά τα λοιπά δεν τον πτοεί. Δεν δείχνει να έχει συναίσθηση αδυναμίας και υστέρησης. Αν διασταυρωθεί με έναν σκύλο αρτιμελή είναι αμφίβολο αν θα νιώσει μειονεξία. Οι σκύλοι δεν παραβγαίνουν μεταξύ τους, ούτε βέβαια σε μια σκυλοπαρέα θα περιγελαστεί ο ανάπηρος. Ο οποίος αναπτύσσει ενστικτωδώς επίγνωση δυνατοτήτων και προσαρμόζει ανάλογα την καθημερινή του κινησιολογία. Το πολύ πολύ να κουραστεί νωρίτερα στη βόλτα. Σόου γουατ;

Το πρωινό αυτό θέαμα είναι πολύ διδακτικό. Όχι, δεν εννοούμε ότι ο σκύλος της ιστορίας μας θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για έναν ανάπηρο συνάνθρωπο προκειμένου να μάθει να μη στενοχωριέται για τις ανημπόριες του. Είναι απολύτως φυσιολογικό ένας ανάπηρος να νιώθει ένα μαράζι γι’ αυτές, συνεπώς τέτοιου τύπου κηρύγματα είναι σαχλοκούδουνα ακ-τιτιβίσματα εκ του ασφαλούς. Το δίδαγμα αφορά τον μη ανάπηρο: Κοίτα τον σκύλο και νιώσε ευλογημένος που τα προβλήματά σου δεν είναι τέτοιου τύπου, όχι επειδή «υπάρχουν και χειρότερα», αλλά επειδή και όταν υπάρχουν χειρότερα, η φύση σου δίνει δύναμη και λύσεις για να τα βγάλεις πέρα. Αρκεί να μη εστιάζει το μυαλό σου στο πόδι που λείπει, αλλά στα τρία άλλα πόδια που έχεις ενεργά.

Ας μας συγχωρήσουν οι ανάπηροι για το σχόλιο που θα ακολουθήσει, αλλά υπό μία έννοια κάθε φυσικό ον διέπεται από αναπηρίες. Οι δυνατότητές του είναι περιορισμένες, τα βιολογικά του εργαλεία είναι ελλιπή. Δεν πετάει όπως το κοράκι, δεν είναι ευέλικτο όπως η γάτα, δεν έχει οκτώ πόδια όπως το χταπόδι, ούτε μπορεί να ζήσει κάτω από το νερό. Ο άνθρωπος μετατρέπει τις ελλείψεις του σε παράγοντα πολιτισμού. Επειδή δεν πετάει, θα φτιάξει αεροπλάνα, επειδή δεν μυρίζει θα φτιάξει αισθητήρες, επειδή δεν γαυγίζει θα φτιάξει τα κοινωνικά δίκτυα. Και γενικά θα αγωνιστεί και θα αγωνιστεί για να αποκτήσει μια απόλυτη πληρότητα, ενώ στο μεταξύ στα τραγούδια του θα κλαίει για τις δεξιότητες που δεν έχει. Να χα τη δύναμη, τα βράχια να κινήσω, να σταματήσω τα τρένα στον σταθμό. Ή έστω, να γίνω Πουλόπουλος.

Ούτω και εμείς κινήσαμε προς το γραφείο για να μετατρέψουμε τις αδυναμίες μας σε αφετηρία αισιόδοξων διαθέσεων, με γνώμονα το παράδειγμα του τρίποδου σκύλου, και ο ψαράς πορεύτηκε για να κόψει τα πόδια του χταποδιού του. Οσο για το κοράκι, πέταξε, η γατούλα νιάου νιάου, το σκυλάκι γάου γάου, ο δημοσιογράφος κι κι ρι κι κι, να σε ξυπνάει κάθε πρωί.