Ή πτήση ή πτώση

Ο διευθυντής σύνταξης της “Π” Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει…

Φτάσανε σήμερα, φτάσανε, λυγίζουν σίδερα, τρώνε καρφιά: Το τραγουδούσε ο Σαββόπουλος για να περιγράψει ένα τάχα θαυματουργό μπουλούκι καλλιτεχνών της κακιάς ώρας, που περιοδεύουν σε πολίχνες της επαρχίας, Ελλάδα του ’50, για να προσφέρουν κίβδηλη ψυχαγωγία στο αδαές κοινό που στερείται γραμμοφώνου, ραδιοφώνου και τηλεφώνου, για ένα πενιχρό αντίτιμο. Ένα πιάτο φαγητό και ένα κρεβάτι.
Λυγίζουν σίδερα, τρώνε καρφιά: Τώρα δεν μιλάμε για μια ασήμαντη κατάσταση ψευδοβιρτουόζων και μάγων. Είναι οι ένοπλοι Ταλιμπάν που φτάσανε σήμερα, λυγίζουν σίδερα, σκοτώνουν ανήθικες γυναίκες, διώκουν άτομα με χαλαρή πίστη, καταστρέφουν στοιχεία του δυτικού πολιτισμού. Ο κόσμος τρέχει να σωθεί. Τα αεροδρόμια πλημμυρίζουν από τρομοκρατημένους πολίτες που πηλαλούν σαν τα πουλιά που ένοιωσαν τη δόνηση των πυροτεχνημάτων ή των αερο-κινητήρων. Αλλά είναι πουλιά χωρίς φτερά. Τα φτερά τα έχουν τα αεροπλάνα. Οι πολίτες τρέχουν να κρεμαστούν από τις τροχοφόρες κλίμακες που οδηγούν στα αεροσκάφη, σαν να πρόκειται για την κουπαστή από αναχωρούντα καϊκια, ή τους προφυλακτήρες των αργόσυρτων μεταφορικών οχημάτων. Σαν να αγνοούν τους στοιχειώδεις κανόνες των πτήσεων. Σαν να ελπίζουν ότι και μόνο με την πίεση, η πόρτα του αεροπλάνου θα ανοίξει και όλο και κάποιος πιλότος θα φιλοτιμηθεί να το απογειώσει και να μεταφέρει κακήν κακώς επιβάτες καθήμενους και ορθίους και μπανανοειδώς συνασπισμένους σε κάποια χώρα φιλική, που να προσφέρει ένα στρώμα, δύο εσώρουχα και μια κρύα σούπα.
Αν το αεροσκάφος εν τέλει σηκωθεί και εσένα σε πάρουν οι αέρηδες και σε αποτινάξει από το φτερό η αδράνεια σαν φτερό και σαν πούπουλο, είναι καλύτερο να σκάσεις στο έδαφος παρά να πέσεις στο έλεός τους, διότι έλεος δεν έχει. Η πτώση μπορεί να σου χαριστεί, εκείνοι όχι. Λυγίζουν σίδερα, τρώνε καρφιά, κόβουν χέρια και κεφάλια: Αναλαμβάνει τη χώρα ο σκληρός λόγος των ερμηνευτών του Προφήτη. Να προσέχεις πώς μιλάς για τον Προφήτη, να μην ασεβείς, να μην τον σκιτσάρεις, να μη χλευάζεις, να μη σατιρίζεις, να διαβιείς εσαεί συγκλονισμένος, ταπεινός, αθόρυβος, αυστηρός, μυγιάγγιχτος, και αενάως θρησκευόμενος.
Κυκλοφορούν με όπλα κρεμασμένα στους ώμους. Ψυχρά βλέμματα. Καθώς το βλέμμα τους συναντά το δικό τους μέσα από τη φωτογραφία, δεν μπορείς να διακρίνεις εάν απλά είναι βλοσυροί ή σκέφτονται μήπως είναι καλύτερα να σε πυροβολήσουν. Για ποιο λόγο να σε πυροβολήσουν; Ολο και κάποιος λόγος θα υπάρχει, από τη στιγμή που δεν είσαι εγνωσμένα δικός τους. Αλλά το να είσαι εγγυημένα δικός κάποιου αρπαγμένου θέλει πολύ διάβασμα και σκληρή προπόνηση. Ποιος ξέρει ποια λέξη, ποια χειρονομία, ποιο ντύσιμο, ποιο συνήθειο, τίνος ρουθουνιού το ξύσιμο και η γουλιά τίνος ποτού μπορεί να θεωρηθεί βαρύ αμάρτημα και σπίλωση του ιερού κανόνα;
Πετάει ο γάιδαρος; Είναι η μόνη μας ελπίδα, εφόσον δεν πετάει το γαϊδούρι το αεροπλάνο. Ο τελευταίος αμερικάνος έκλεισε την πόρτα πίσω του, οι διπλωμάτες έκοψαν λάσπη, οι μανδαρίνοι του κράτους έχουν κρυφτεί μη και θεωρηθούν δωσίλογοι και απαγχονιστούν με τα πόδια ψηλά, και οι νικητές αναγκάζονται να υποσχεθούν αμνηστία προκειμένου το κράτος να αρχίσει να λειτουργεί. Εχουμε καιρό για ανασκολοπισμούς και φυλακίσεις.
Κλείνεις την οθόνη, απομακρύνεις την εφημερίδα και αναλογίζεσαι πόσος κόσμος στον πολιτισμένο μας τόπο πολύ καψώνει για μια τέτοια πολιτική τάξη πραγμάτων όπου ο ανίερος Άλλος θα νιώθει την καυτή ανάσα του φόβου τους , αν όχι και τη ζεματιστή επιφάνεια ενός αναμμένου σίδερου στη γυμνή του ράχη. Πόσο μακριά είναι το Αφγανιστάν; Η γεωγραφία που ήξερες έχει αλλάξει. Πλήθυναν οι Ταλιμπάν σε αναμονή, που λυγίζουν σίδερα, τρώνε καρφιά, καταπίνουν φωτιές και εξάγουν ποτάμια από λάβες που κυλάνε στα πεζοδρόμια ολούθε και ανεβάζουν τις θερμοκρασίες του Αυγούστου. Δεν είναι κλιματική αλλαγή. Οι δράκοι είναι, που ανασαίνουν πάνω από τα πληκτρολόγια.