Ανησυχία ΚΚΕ για τα κρούσματα ευλογιάς στην Λακκόπετρα

Ανακοίνωση ΚΚΕ

Ανησυχία ΚΚΕ για τα κρούσματα ευλογιάς στην Λακκόπετρα

Σε ανακοίνωση του ΚΚΕ για τα κρούσματα ευλογιάς σε κτηνοτροφικές μονάδες της Λακκόπετρας αναφέρονται τα εξής:

Σύμφωνα με δημοσιεύματα φαίνεται ότι τρείς κτηνοτροφικές μονάδες στη Λακκόπετρα έχουν προσβληθεί από ευλογιά, με τα νεκρά ζώα μέχρι στιγμής να ανέχονται στα 80. Πρόκειται για ασθένεια που λόγω της μεγάλης μεταδότικοτητάς της μπορεί να δώσει ισχυρό χτύπημα στους βιοπαλαιστές κτηνοτρόφους σε όλη την ευρύτερη περιοχή.

Η έξαρση ζωονόσων, όπως η ευλογιά των αιγοπροβάτων είναι συνέπεια της πολιτικής των αθρόων εισαγωγών κτηνοτροφικού κεφαλαίου αλλά και άλλων εμπορευμάτων ευνοώντας τις συνθήκες διασποράς μολυσματικών ασθενειών, με βάση την ΚΑΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει μετατρέψει τη χώρα σε “ξέφραγο αμπέλι” για λογαριασμό των μεταποιητικών και εμπορικών μονοπωλίων, τα οποία θησαυρίζουν από τις φτηνές, ανεξέλεγκτες, έως και παράνομες εισαγωγές.

Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει τεράστιες ευθύνες για αυτήν την κατάσταση, μιας και η πολιτική αντιμετώπισης του προβλήματος που υλοποιεί από κοινού με τις περιφερειακές αρχές έχει αποτύχει παταγωδώς. Μετράμε πάνω από ένα χρόνο, όπου στη χώρα μας υπάρχουν εκατοντάδες κρούσματα πανώλης και ευλογιάς, έχουν θανατωθεί χιλιάδες ζώα και όχι μόνο οι ζωονόσοι δεν «εκριζώνονται» όπως λέει η κυβέρνηση, αλλά τελικά «ριζώνουν» στην καθημερινότητα μας.

Κι αυτό γιατί η κυβέρνηση ανακοινώνει μέτρα στη λογική της «ατομικής ευθύνης» στην πρόληψη και προστασία, αφήνοντας έρμαια τους κτηνοτρόφους, και καταδεικνύοντας παράλληλα την γύμνια του κράτους και την ανεπάρκεια του. Αρνείται να πάρει μέτρα για τα βασικά προβλήματα εξάπλωσης των ζωονόσων όπως είναι οι υποστελεχωμένες κτηνιατρικές υπηρεσίες, τα ελλιπή μέτρα βιοπροστασίας στα σύνορα αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, τη στιγμή που οι απολυμάνσεις για όσους συναναστρέφονται με τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις επαφίονται σε υπεύθυνες δηλώσεις απολύμανσης και στην ατομική ευσυνειδησία των εμπλεκομένων.

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση προκαλεί ακόμα περισσότερο τους κτηνοτρόφους και όσους έχασαν ήδη τα κοπάδια τους από ζωονόσους πέρυσι, δίνοντας 14€/αιγοπρόβατο, που είναι παρακάτω και από ψίχουλα, σε σχέση με όσα έχασαν και άξιζε το κτηνοτροφικό κεφάλαιο τους.

Μπροστά στην κατάσταση που φαίνεται ότι διαμορφώνεται στην περιοχή, καλούμε τους κτηνοτρόφους της περιοχής σε αγωνιστική επαγρύπνηση και απαιτούμε από τις αρμόδιες αρχές:

  • Να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τον έλεγχο και την αποτροπή της εξάπλωσης της ευλογιάς.
  • Αποζημίωση στο 100% της ζημιάς των κτηνοτρόφων που έχασαν τα ζώα τους και να αναπληρωθεί από το κράτος το χαμένο εισόδημά τους.
  • Να μην επιβαρυνθούν οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι από το κόστος των αναγκαίων μέτρων πρόληψης και διαχείρισης της νόσου.
  • Να εξασφαλιστεί η πλήρης αναπλήρωση του κόστους ανασύστασης των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων και οι απώλειες σε ζωικό κεφάλαιο σε όλες τις περιπτώσεις  εμφάνισης εστιών της νόσου.
  • Να καλυφθούν άμεσα όλα τα κενά σε προσωπικό με προσλήψεις μόνιμων κτηνιάτρων και βοηθητικών ειδικοτήτων, με κατεπείγουσες διαδικασίες.
  • Να ενισχυθεί η υλικοτεχνική υποδομή των κτηνιατρικών υπηρεσιών για να μπορέσουν να επιτελέσουν απρόσκοπτα το έργο τους σε όφελος του λαού και της εγχώριας κατανάλωσης.
  • Να γίνονται όλοι οι απαραίτητοι έλεγχοι στις εισαγωγές στα σύνορα, με αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας για παρακολούθηση της διαδρομής στην εμπορική αλυσίδα ζώων, ζωοτροφών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
  • Να εξασφαλιστούν ο έλεγχος και η αυστηρή επιτήρηση των σφαγείων για την εφαρμογή των μέτρων βιοασφάλειας.

 

Καταγγέλλουμε την πολιτική που θυσιάζει τις κοινωνικές ανάγκες στον βωμό της κερδοφορίας των μονοπωλίων και καλούμε, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, τους κτηνοτρόφους να παλέψουν οργανωμένα μέσα από τους συλλόγους τους. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή από τη διεκδίκηση για την επιβίωση των κτηνοτρόφων και των οικογενειών τους, αυτή είναι η μόνη διέξοδος. Η διέξοδος του αγώνα και της συμπόρευσης με την εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα, που ταυτόχρονα ανοίγει και την προοπτική για μια διαφορετική οργάνωση της παραγωγής, με κριτήριο την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.