Λεωνίδας Μαργαρίτης: Φως στους αγωνιστές που έμειναν στη σκιά

Λεωνίδας Μαργαρίτης

Ένα ιδιαίτερα αξιόλογο έργο, καρπός πολυετούς μελέτης και έρευνας, με τίτλο «Τρόπαιο Αρετών Ιερού Αγώνος 1821» υπογράφει ο Λεωνίδας Μαργαρίτης, το οποίο εκδόθηκε, με αφορμή τον εορτασμό των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση, από την Ανωτάτη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος.

Ο επίτιμος δικηγόρος, αντιπρόεδρος της ΑΣΠΕ, πρόεδρος Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος μιλά στην «Π» για το επετειακό βιβλίο-λεύκωμά του, το οποίο έρχεται να ρίξει φως στην προσφορά κάποιων αγωνιστών που παρέμειναν στη σκιά.

-Στο βιβλίο σας επιλέξατε να φωτίσετε προσωπικότητες του Αγώνα, οι οποίες δεν έτυχαν της αναγνώρισης που τους έπρεπε. Θα μας πείτε γι’ αυτό τον στόχο του πονήματός σας;

Αρχικά θα ήθελα να ευχαριστήσω τον συνάδελφο Πρόεδρο της ΑΣΠΕ Βασίλη Θεοτοκάτο που μου ανέθεσε με παμψηφεί απόφαση του ΓΣ να κάνω το έργο για το οποίο μιλάμε σήμερα και ανέλαβαν τη δαπάνη για την κυκλοφορία του πανελλαδικά.
Εμείς ό,τι γνωρίζουμε για την Επανάσταση και για τους αγωνιστές, το μάθαμε από τα απομνημονεύματά τους αλλά και τους ιστορικούς της εποχής. Οντως από τη μελέτη της ιστορίας και από όσα διδαχθήκαμε διαπίστωσα πως πράγματι ορισμένες προσωπικότητες του αγώνα δεν είχαν προβληθεί όσο θα τους άξιζε.
Αυτή την αδικία για ορισμένους έρχεται να αποκαταστήσει σε ένα βαθμό το βιβλίο μου. Βέβαια, δεν διεκδικώ δάφνες ιστορικού, απλώς ένα τιμητικό μνημόσυνο τελώ εκ μέρους του πολυτεκνικού κόσμου της χώρας.

-Ποιος ήταν ο λόγος ή οι λόγοι, κατ’ εσάς, που αγνοήθηκαν κάποιοι από αυτούς από πολλούς ιστορικούς, ενώ σπιλώθηκαν από άλλους, όπως ο Σισίνης και ο Παπαδιαμαντόπουλος;

Οι αγωνιστές του ‘21 όσο και οι ιστορικοί της περιόδου δεν κατήλθαν εξ ουρανού, κοινοί θνητοί ήταν με τα προτερήματα και με τα ελαττώματά τους. Βέβαια, υπήρξαν και πρόσωπα που ενώ ουσιαστικά δεν έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα της Ελευθερίας επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν και να αξιοποιήσουν τον αγώνα για να αποκομίσουν πλούτη και αξιώματα. Ενας από αυτά τα πρόσωπα υπήρξε και ο κακός δαίμων, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και άλλοι, οι οποίοι το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν πώς να σπιλώσουν αγωνιστές που προσέφεραν περιουσίες ολόκληρες και δεν αποζητούσαν τίποτα περισσότερο από την ελευθερία της πατρίδας. Αυτά τα πρόσωπα, λόγω ανταγωνισμών και σκοπιμοτήτων, διέβαλαν το ήθος και τη σημαντική προσφορά αγωνιστών όπως οι Παπαδιαμαντόπουλος και Σισίνης. Στον μεν πρώτο καταλόγισαν πως είχε Τράπεζα και δάνειζε τους Τούρκους με υψηλό επιτόκιο και στον δεύτερο πως είχε νομισματοκοπείο από το οποίο κυκλοφορούσε νομίσματα με μειωμένη αναλογία σε χρυσό. Είναι γνωστά άλλωστε τα λιβελογραφήματα των «Ελληνικών Χρονικών» κατά του Σισίνη, υποκινητής των οποίων υπήρξε ο Μαυροκορδάτος.
Ετσι με τη λάσπη που πετούσαν τα φερέφωνα του Μαυροκορδάτου δεν προέβαλαν διόλου την προσφορά ορισμένων αγωνιστών κι εδώ έρχεται το επετειακό βιβλίο μου-λεύκωμα να αποκαταστήσει.

-Ο τόμος περιλαμβάνει πλουσιότατο φωτογραφικό υλικό με πολλές κατατοπιστικές πληροφορίες. Τι απαίτησε από εσάς η έρευνα τόσο για τα γραφόμενα όσο και για τη συλλογή αυτού του υλικού;

Το πλούσιο φωτογραφικό υλικό όσο και οι κατατοπιστικές πληροφορίες δεν είναι προϊόν του τελευταίου προ της εκδόσεως χρόνου, αλλά μελέτης και έρευνας πολλών δεκαετιών πριν, και όταν αποφασίστηκε να δοθεί στην κυκλοφορία ενόψει της επετείου, χρειάστηκε διάστημα μόνο ενός χρόνου για να είναι όλα έτοιμα προς εκτύπωση και κυκλοφορία.

-Εχετε επικεντρώσει το ενδιαφέρον σας επίσης στη Σύναξη της Βοστίτσας, η οποία, παρά τη σημασία της, γνώρισε «αντιδράσεις, αντιγνωμίες, λογομαχίες, ύβρεις και καχυποψίες». Σχόλιό σας;

Προσωπικά πιστεύω πως την κήρυξη της Επανάστασης έκανε ο πυρπολητής των ψυχών, Αρχιμανδρίτης Παπαφλέσσας με την πρόσκληση της Σύναξης της Βοστίτσας και μάλιστα χωρίς τη συναίνεση του Παλαιών Πατρών Γερμανού και των προκρίτων. Η βεβιασμένη συγκρότηση του «Αχαϊκού Διευθυντηρίου», χωρίς μάλιστα να περιληφθεί σ’ αυτό ο πρώτος επαναστάτης των Πατρών Παναγιώτης Καρατζάς, ήρθε να προκαταλάβει ιστορικούς και προξένους για να μας λένε πως την επανάσταση κήρυξε ο Γερμανός στην Αγία Λαύρα, όταν όλοι μιλάνε και γράφουν πως οι πρόκριτοι και ο Γερμανός κατέφθασαν στην Πάτρα μετά την πολιορκία του κάστρου και τον αποκλεισμό των Τούρκων κατοίκων σ’ αυτό από τον Καρατζά, τους Μεταξάδες και τους Κουμανιωταίους.
Την επανάσταση κήρυξε ένας παπάς στο Αίγιο και τελείωσε ο ίδιος παπάς με τη θυσία του στο Μανιάκι.

-Αναφέρεστε και στην καθυστερημένη κατά σχεδόν δύο αιώνες(!) αναγνώριση του τέταρτου συνιδρυτή της Φιλικής Εταιρείας Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου. Πού οφείλεται, κατ’ εσάς;

Ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος ήταν ένας από τον σκληρό πυρήνα των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας και ένας από τους κυρίως ιδρυτές της. Η μυστικότητα και ο θρύλος του αριθμού τρία, όπως εκείνη των Τριών Ιεραρχών, αλλά και η συνετή και χαμηλών τόνων πολιτεία του Αναγνωστόπουλου συνετέλεσαν στο να μην αναδειχθεί μέχρι τις μέρες μας ο πρωταγωνιστικός ρόλος στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας και να χρειαστούν έντονες παρεμβάσεις των συμπατριωτών του να αναδειχθεί ο πρωταγωνιστικός του ρόλος.

Η διατήρηση της ιστορικής μνήμης

-Παρούσα στον τόμο και η Ηλεία, η γενέτειρά σας, και η συμβολή της στην Επανάσταση. Πιστεύετε ότι η «ψυχή» των Ελλήνων του τότε, που έδωσαν ζωή και περιουσίες στον Αγώνα, έχει αλλοιωθεί στην εποχή μας ή σε ανάλογη κρίσιμη κατάσταση θα ενεργούσε ομοίως;

Η ενεργός συμμετοχή του στρατηγού Σισίνη στο ξεπάστρεμα της σφηκοφωλιάς των Λαλαίων ήταν βασικός στόχος που βοήθησε την Απελευθέρωση. Εχω την αίσθηση πως και σήμερα εάν η χώρα μας βρεθεί σε δύσκολες συνθήκες, οι Ελληνες ενωμένοι θα αγωνιστούν, όπως και εκείνα και δύσκολα χρόνια, για να περιφρουρήσουν το μέγιστο αγαθό, την Ελευθερία.

-Επισημαίνετε τη σημασία του Μουσείου Ενθυμημάτων και καταθέτετε, μάλιστα, πρότασή σας για τη στέγασή του στο παλαιό Δημαρχείο. Θεωρείτε ότι η Πάτρα έχει δώσει τη δέουσα προσοχή στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης;

Πιστεύω πως η σύσταση του Εθνολογικού Μουσείου από την Εθνολογική Εταιρεία που διευθύνει ο έγκριτος συνάδελφος και συγγραφέας, ο Χρήστος Μούλιας μαρτυρεί πως η Πάτρα έχει όντως δώσει τη δέουσα προσοχή και το έντονο ενδιαφέρον της για την περιφρούρηση και διατήρηση της ιστορικής μνήμης και είμαι βέβαιος πως η δημόσια αυτή πρότασή μου θα λάβει σάρκα και οστά από τη δημοτική αρχή μετά την τελευταία μεταστέγαση της στο Αρσάκειο.

-Κλείνετε το βιβλίο σας με μια φράση του Ισπανοαμερικανού φιλοσόφου και λογοτέχνη, George Santayanna: «Οποιος δεν θυμάται το παρελθόν του, είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει». Εν έτει 2024, πολλοί νέοι όχι μόνο δεν θυμούνται, αλλά δεν γνωρίζουν καν το παρελθόν τους. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό, και με ποιον τρόπο πιστεύετε ότι μπορεί να ξυπνήσει κανείς το ενδιαφέρον τους;

Η επισήμανσή μου έχει αξία και στα χρόνια της δικής μας καταναλωτικής κοινωνίας και η ηγεσία μας -πνευματική και πολιτική- έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν τον λαό μας και κυρίως τους νέους μας για την πορεία του πολιτισμού μας και των ιδανικών μας, έτσι ώστε η πορεία μας σαν Εθνος και πολιτιστική οντότητα να υπάρχει και να μεγαλουργεί.