Βίβιαν Αβρααμίδου – Πλούμπη: Να μιλήσω για μια αλήθεια που δεν έχει ειπωθεί

Η Βίβιαν Αβρααμίδου – Πλούμπη μιλά στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» μετά την παρουσίαση του βιβλίου της «Της ντροπής» για τα όσα συνέβησαν στη Κύπρο στις επόμενες γενιές

Βίβιαν Αβρααμίδου – Πλούμπη
Η Κύπρια λογοτέχνης Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη είναι μια γυναίκα βαθιά συνειδητοποιημένη και συνδεδεμένη με τον τόπο της. Η αγάπη για την Αμμόχωστο και την κοινωνικοπολιτική ιστορία της αυταπόδεικτη και αδιαμφισβήτητη αποτυπωμένη στα βιβλία της. Γεννημένη και μεγαλωμένη μέχρι τα 15 της στην πανέμορφη- μέχρι την τουρκική κατοχή- Αμμόχωστο, ήρθε ως πρόσφυγας και σπούδασε Οικονομικά στην Αθήνα και τις ΗΠΑ, ζει μόνιμα σήμερα και εργάζεται στην Τσεχία μαζί με το σύζυγό της στην προσωπική τους κατασκευαστική εταιρεία. Με το τελευταίο της βιβλίο «Της ντροπής»- έχουν προηγηθεί 8 βραβευμένα μυθιστορήματα και μια συλλογή διηγημάτων -επιδιώκει να αναδιαπραγματευθεί τις έννοιες της ταυτότητας, της μνήμης, της νοσταλγίας, του ξενιτεμού ηθελημένου και μη. Ακολούθως σας παραθέτουμε την ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε με τη συγγραφέα λίγο μετά την παρουσίαση του βιβλίου της στην Πάτρα πριν από λίγες ημέρες.

«Της ντροπής»… Πρόκειται για μια βιωματική αφήγηση. Αλήθεια, τι ψάχνετε να βρείτε στα συντρίμμια μιας πόλης που σφράγισε την παλιά σας ζωή;

Το πρώτο κεφάλαιο της ζωής μας. Τις ελεύθερες ανάσες μας. Τα νιάτα μας. Εκείνο το ξεκίνημα που έμεινε στα μισά του δρόμου. Τις ψηφίδες που μας λείπουν για να νοιώσουμε ολοκληρωμένοι.

Κάθε ιστορία σας είναι και μια κραυγή αγωνίας για το θέμα της λύσης του Κυπριακού. Βλέπετε να φτάνουμε κάποτε σε αυτή;

Θα έλεγα πως πιο πολύ, το βιβλίο εκφράζει τον θυμό μου· για όσα έγιναν, όσα έγιναν στραβά, κι όσα δεν έγιναν καθόλου. Για το λάθος δρόμο που επιμένουμε να ακολουθούμε. Δεν ξέρω τι κινήσεις πρέπει να γίνουν από μέρους μας. Δεν είμαι πολιτικός. Ξέρω όμως, αυτό που όλοι εύκολα μπορούν να δουν αν θέλουν. Πως ο συμβιβασμός πρέπει να γίνει, γιατί η βάση συζήτησης κάθε φορά βρίσκεται αλλού και είναι εις βάρος μας. Κάθε χρόνο κάνουμε ένα βήμα πίσω, κάθε χρόνο η Τουρκία καταφέρνει να μας φέρνει μπροστά σε καινούργια τετελεσμένα. Και βαραίνουν στις πλάτες μας όλα τα όχι που είπαμε στις διαπραγματεύσεις.

Ποιοι θεωρείτε ότι είναι οι κυριότεροι λόγοι που φτάσαμε σε αυτό το σημείο;

Η απουσία κάθαρσης. Αυτοί που ευθύνονταν για το γεγονός ότι βρεθήκαμε με μισή πατρίδα τον Ιούλιο του 1974 έμειναν ατιμώρητοι, κι αφέθηκαν να καθορίζουν τις μετέπειτα τύχες μας. Κρύψαμε κάτω από το χαλί τα επανειλημμένα λάθη που προηγήθηκαν μέχρι το ’74, αποφεύγοντας να χαράξουμε σωστά μια νέα πορεία που θα επέτρεπε την ειρηνική συγκατοίκηση των πολιτών των κοινοτήτων στο νησί. Η μεγάλη πλειοψηφία δεν έχει καταλάβει πως δεν μπορεί ο στόχος να είναι να γυρίσουμε στο 1974· στη βάση δηλαδή όπου καθόμασταν πάνω από ένα καζάνι που έβραζε. Δεν έχει καταλάβει πως η θέση στην οποία βρισκόμαστε απαιτεί υποχωρήσεις.

Πώς προέκυψε η ιδέα για το συγκεκριμένο βιβλίο «Της ντροπής»; Πώς θα περιγράφατε με μια σύντομη φράση τη «μαγιά» του διηγήματός σας;

Βλέποντας για πρώτη φορά μετά από 47 χρόνια εικόνες από τη λεηλατημένη πόλη μου, την Αμμόχωστο, παρακολουθώντας την αδυναμία και την μειωμένη αποφασιστικότητα των πολιτικών μας να προχωρήσουν στον απαραίτητο συμβιβασμό, αντιλαμβάνομαι πια πως εμείς, η τελευταία γενιά που πρόλαβε να ζήσει στην Αμμόχωστο δεν φαίνεται να ξαναβλέπουμε την επανένωση του νησιού μας. Θέλησα, λοιπόν, να περάσω το θυμό μου στις επόμενες γενιές, με τον μοναδικό τρόπο που ξέρω να κάνω· μέσα από ένα βιβλίο. Θεωρώ πως αυτό είναι η πιο ουσιαστική παρακαταθήκη που μπορώ να αφήσω πίσω μου για τους νέους. Και ελπίζω εκείνοι να τη διαχειριστούν πιο σωστά από εμάς.

Ούσα οικονομολόγος, η δική σας σχέση με τη συγγραφή πώς και πότε ξεκίνησε και πώς έχει εξελιχθεί μέσα στα χρόνια με την εμπειρία γραφής και την τριβή;

Βρήκε γόνιμο έδαφος μέσα από την αγάπη μου για τη λογοτεχνία και ξεπήδησε όταν ένιωσα πως είχα κάτι να πω. Το πρώτο μου βιβλίο ήταν μια μυθοπλαστική ιστορία που βασίστηκε σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα της Κύπρου. «Οταν θα πέσουν τα μαύρα» ήταν ο τίτλος εκείνου του μυθιστορήματος και τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο στην Κύπρο. Συνέχισα από τότε να γράφω, επιλέγοντας διαφορετικά θέματα, πειραματιζόμενη με διάφορα είδη και τεχνικές. Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος να κρίνω αν η γραφή μου εξελίχθηκε ή ωρίμασε στην πορεία. Νομίζω όμως πως από έργο σε έργο παρουσιάζει ιδιομορφίες.

Ποια η μεγαλύτερη πρόκληση όταν κάθεστε μπροστά σε ένα φύλλο χαρτί;

Να καταφέρω να πω κάτι καινούργιο· να εκφράσω κάτι με πρωτότυπο τρόπο· να δώσω αφορμές για περαιτέρω σκέψεις. Να μιλήσω για μια αλήθεια που δεν έχει ειπωθεί, να δώσω μια δεύτερη όψη στα πράγματα, που να έχει αγνοηθεί.

Ποια είναι τα μυστικά που μπορεί να κρύβει μία συγγραφέας στο συρτάρι της;

Τις ιδέες για ένα καινούργιο θέμα, τα υλικά που θα χρησιμοποιήσει στη γραφή του βιβλίου, ο τρόπος που θα αναμίξει, θα μαγειρέψει τα υλικά του ώστε να προκύψει ένα αποτέλεσμα που θα αγαπηθεί. Κάτι δηλαδή από την τέχνη ενός ευφάνταστου μάγειρα.

Αρα, ποιο θεωρείτε ότι είναι το τρίπτυχο της επιτυχίας ενός καλού συγγραφικού έργου;

Δεν νομίζω πως υπάρχει συνταγή. Αλλωστε, πώς να ορίσει κανείς το καλό συγγραφικό έργο; Είναι άραγε το βραβευμένο έργο; Ή εκείνο που έκανε σημαντικές πωλήσεις; Προσωπικά, επιτυχημένο θα έλεγα το έργο το οποίο ο συγγραφέας πρώτος το αγάπησε, στάθηκε αφειδώλευτος στον χρόνο και τον κόπο του. Επιτυχημένο είναι το έργο για το οποίο ο συγγραφέας έδωσε την ψυχή του.