Το Μεγάλο μας Τσίρκο

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντής Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Οι ξένες δυνάμεις αποφασίζουν ότι η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αποτελέσει ανεξάρτητο κράτος, όχι και πολύ μεγάλο, μη φανταστείς, βία μέχρι τη Θεσσαλία και κουτσουρεμένο στα πελάγη, χωρίς Κρήτη, Ιόνια, Δωδεκάνησα. Και κανονίζουν να μας φέρουν και βασιλιά, ετοιμοπαράδοτο. Δεν είχαμε δικό μας. Ο τελευταίος αυτοκράτορας ήταν ο Παλαιολόγος και αυτός έμεινε μαρμαρωμένος. Οικογένειες ευγενών του Βυζαντίου ήταν ενεργές, αλλά ούτε καν συζητήθηκε μια τέτοια λύση. Το ζητούμενο άλλωστε δεν ήταν να αφυπνιστούν μνήμες βυζαντινής ακμής, αλλά να σφηνωθεί στο νεόδμητο κράτος, ως κατάρτι, ένα σύμβολο διεθνούς κηδεμονίας, κοινής αποδοχής. Κοινής αποδοχής εκ μέρους των ξένων τοποτηρητών, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, όπως χλεύαζε ο Καμπανέλλης στο «Μεγάλο μας Τσίρκο», και όχι εκ μέρους των Ελλήνων. Σιγά μην τους ρωτούσαμε ποιόν βασιλιά θέλανε και από ποια συνομοταξία. Και κάπως έτσι έπεσαν διάφορα ονόματα στο τραπέζι- ένας
αποκλείστηκε γιατί είχε μεγάλες οικονομικές απαιτήσεις, όπως ο Ρονάλντο από τους Σαουδάραβες- και κατέληξαν στον νεαρό Οθωνα. Τότε, στους νεαρούς πρίγκιπες, ο μπαμπάς τους δεν τους έπαιρνε ποδήλατο, αλλά βασίλειο.

Ο Οθωνας θαυμάστηκε προσερχόμενος από τον λαό των Αθηνών που τον υποδέχθηκε, αλλά στην πορεία εκδηλώθηκαν τριβές που δεν εξέλιπαν ποτέ, όσο καιρό κράτησε η συνταγματική μοναρχία στην Ελλάδα, με κοινό παρονομαστή τα όρια της δικαιοδοσίας του ανώτατου άρχοντα σε σχέση με το αίτημα της ανόθευτης λαϊκής κυριαρχίας. Η αλήθεια είναι ότι ο Οθωνας εκδιώχτηκε μεν, αλλά βάστηξε πολλά χρόνια, τρεις δεκαετίες γεμάτες, που περιέκλειαν το κίνημα της 3 ης Σεπτεμβρίου, που έγινε οδός και στίχος, και έμβλημα πολιτικών κινημάτων του επόμενου αιώνα.

Ακολούθησε ο Γεώργιος, από άλλη δυναστεία πλέον, με περισσότερο δημοκρατικές
προδιαγραφές (για γαλαζοαίματο, δηλαδή). Αυτός κι αν κράτησε: Από το 1862, μέχρι και τη δολοφονία του, το 1912. Αλλά και η δική του περίοδος σημαδεύτηκε από τη σύγκρουση για την αρχή της δεδηλωμένης, που πήρε ως σύμβολό της το θρυλικό άρθρο Τις Πταίει, του Χαρίλαου Τρικούπη, που αναφερόταν στα ανάκτορα.

Η δημοκρατία έκανε ένα αποφασιστικό βήμα, αλλά το καταπέτασμα εσχίσθη με τον
Εθνικό Διχασμό επί της δυναστείας του γιου του Κωνσταντίνου ο οποίος θεωρούσε ότι ο ρόλος του ήταν ηγεμονικός, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί σε παραταξιάρχη, επιτρέποντας τη βαθιά και τραυματική διαίρεση ανάμεσα στις δυνάμεις που πίστευαν ότι ο βασιλεύς είναι ο αρχηγός του κράτους και σε εκείνες που θεωρούσαν ότι οι εκλογές ρυθμίζουν τις τύχες του λαού και όχι οι αυτόκλητοι εθνάρχες, που μας αρκεί μια ελίτσα να έχουμε στο τραπέζι, αρκεί να μας βασιλεύουνε.

Πήρε τη σκυτάλη ο Γεώργιος, που αντιστάθηκε στους ναζί, αλλά μια χαρά του πήγε η δικτατορία του Μεταξά. Ο Παύλος ήταν ήπιο στοιχείο, αλλά δεν έπαυε να έχει άποψη για το πώς και από ποιόν έπρεπε να κυβερνηθεί ο τόπος: Τσακώθηκε με τον Παπάγο, επειδή κατέβηκε στην πολιτική, και έδωσε εντολή στον Καραμανλή όταν ο Παπάγος πέθανε, και άλλα που επακολούθησαν, με τη σφραγίδα της ασυγκράτητης Φρειδερίκης. Και μετά ήρθε ο Κωνσταντίνος που του πήρε χρόνια να συνειδητοποιήσει τι λάθη έκανε, αν πούμε ότι τα αναγνώρισε πραγματικά.

Σε όλο αυτό το διάστημα η χώρα απέκτησε βασιλόφρονες κοινωνικές και πολιτικές
δυνάμεις. Δύο ταχυτήτων: Στη μια, βρίσκονταν οι οπαδοί της συνταγματικής μοναρχίας, της βασιλευόμενης δημοκρατίας, δηλαδή. Και στην άλλη οι μοναρχικοί, που πίστευαν πως ο,τι και να συμβαίνει, ο βασιλιάς και το ανάκτορο θα έχουν το γκουβέρνο. Διατηρείται ακόμα ένας απόηχος συμπάθειας προς τη μοναρχία, με έντονη συναισθηματική απόχρωση, αλλά και σαν ανακλαστικό αποτέλεσμα σφοδρού πάθους κατά των πρωταγωνιστών της κεντροαριστερής πτέρυγας: Είναι το αποτέλεσμα της παραταξιακής συνείδησης που έχει διαποτίσει τα φρονήματα σε βαθμό εγκλωβισμού. Εκανε σφάλματα ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Ανδρέας; Αρα η πολλή δημοκρατία έκανε κακό και οι βασιλιάδες είχαν τα δίκια τους.

Οι ανώριμες κοινωνίες ρέπουν στον μεσσιανισμό, στην αναζήτηση προσώπων που
αναγορεύονται σε Εθνάρχες και λατρεύονται ως τέτοιοι. Σε άλλες περιπτώσεις, τον ιδεατό αυτό ρόλο παίζει το ίνδαλμα του Λοχία, που θα βάλει τάξη «στα κακώς κείμενα». Σε πιο εξευγενισμένη εκδοχή, η Επιτροπή των Σοφών ή των Αρίστων, που θα αναλάβουν εν λευκώ να μας φέρουν στον ίσιο δρόμο, από τον οποίο «έχουμε ξεφύγει». Είναι ένα μεγάλο ερώτημα κατά πόσο η χώρα μας είναι πλήρως δημοκρατική ως προς τις πραγματικές αντιλήψεις των πολιτών, κάτι που ενδεχομένως αφορά και άλλες κοινωνίες. Πρόκειται για τον πειρασμό της υπεραπλούστευσης, που είναι καρπός της ιδεολογικής αφέλειας ή του πολιτικού φανατισμού. Από τα οποία πάθαμε πολλά και είμαστε μια χαρά διατεθειμένοι να
ξαναπάθουμε.

Η αντιδημοκρατική αντίληψη ήταν προϊόν εισαγωγής στη χώρα. Μας την έφεραν οι
Βαυαροί μαζί με τη μπύρα και το γερμανικό δίκαιο. Αλλά ούτως ή άλλως η άρτι
απελευθερωθείσα ελληνική κοινωνία, δεν ήξερε από δημοκρατίες. Ηξερε όμως από
φατρίες, φάρες, οικογένειες. Αυτά δεν τα άλλαξε ποτέ και ούτε πρόκειται να τα αλλάξει. Ο γνωστός μας πάει στο νοσοκομείο. «Ποιόν έχουμε εκεί;»