Ακουσον, άκουσον

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Στα «αστυνομικά», τον βρίσκατε τον δολοφόνο; Σαν αδαής αναγνώστης ή θεατής, συνήθως την πατάς. Ο πεπειραμένος ξέρει πού να ψάξει: Στην περιοχή του απίθανου. Αυτός; Δεν μπορεί. Και όμως, μια χαρά μπορεί.

Στην πραγματική ζωή οι απαντήσεις στα μυστήρια συνήθως βρίσκονται στο προφανές. Αλλά και πάλι εμείς ακόμα δεν έχουμε λύσει το αίνιγμα της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη. Τι μπορεί να ήθελε να μάθει κανείς γι’ αυτόν τον άνθρωπο που δεν φαίνεται; Και, δεύτερον, τι μπορεί να ήθελε να μάθει κανείς γι’ αυτόν  τον άνθρωπο (σκέτο); Ο καιρός περνάει και απάντηση δεν παίρνουμε, αλλά στο μεσοδιάστημα ο Ανδρουλάκης πήρε μπόι. Σου λέει ο άλλος, για να τον παρακολουθούν, κάτι παίζει στην περίπτωσή του.

Ασε το άλλο: Δεν έχουμε μάθει καν ποιος τον παρακολουθούσε. Εντάξει, η ΕΥΠ και οι πρεντατοριανοί, αλλά για λογαριασμό τίνος; Η αλήθεια είναι ότι το είχαμε ξεχάσει το θέμα- μας έπεισαν ότι ωχριά μπροστά σε Ουκρανικό, ακρίβεια, φωτιές, πλημμύρες Θεσσαλίας, εκλογές- αλλά η ιστορία επανήλθε στο προσκήνιο. Αν δεν τα έχουμε μπερδέψει- πάντα το παθαίναμε αυτό στα αστυνομικά των 800 σελίδων, ειδικά όταν οι ήρωες είναι Νορβηγοί με αυτά τα ονόματα που θυμίζουν ήχους από κομπρεσέρ- υπό παρακολούθηση τελούσε πολύς κόσμος. Μπορεί και καμιά εκατοστή. Τι έλεγαν όλοι αυτοί, αδελφέ; Και η διαρροή των στιχομυθιών τους ποιόν ωφέλησε και σε τι επηρέασε αποφάσεις σοβαρής βαθμίδας;

Δεν έχουμε δει το «ξέρω τι έκανες πέρυσι το καλοκαίρι», και πάντα μας φαινόταν ερεθιστικό, γιατί πάντα νομίζαμε ότι μετά από μερικά ούζα, ούτε εμείς οι ίδιοι δεν θυμόμαστε τι κάναμε κάν το φετινό καλοκαίρι. Ομοίως σκανδαλιστικό ακούγεται και το «ξέρω τι έλεγες χθες το απόγευμα». Μας περνά μια φαντασίωση από το μυαλό: Αν κάποιος σου δώσει έναν μηχανισμό ο οποίος θα σου επιτρέψει να ακούς τι διαμείβεται στου γείτονά σου ή στου φίλου σου, θα τον χρησιμοποιήσεις ή όχι; Θέλουμε να πιστεύουμε πως απαντάτε «Όχι», αλλά είδαμε το 2015 για πότε το Όχι γίνεται Ναι,  και νάσου οι πρόθυμοι αποδέκτες των συνομιλιών που καταγράφουν οι κοριοί, τους οποίους εμείς πρώτοι, πολύ πριν από τους Γάλλους, ξαμολήσαμε.

Ανασφαλείς επιτελάρχες και τοποτηρητές μηχανισμών, επιρρεπείς στην κατασκοπολαγνεία, διεκδικούν πρόσβαση στον ιδιωτικό χώρο του αντιπάλου, του  ανταγωνιστή, του επίφοβου συντρόφου, του άσπονδου συναγωνιστή, προκειμένου να πλουτίσουν σε «ιδιαίτερη πληροφόρηση», η οποία κάνει ανάρπαστη αυτή την κατηγορία των ανθρώπων, είτε αυτοί παρεπιδημούν στα παρασκήνια είτε στα ΜΜΕ, οι οποίοι   δημιουργούν κυκλώματα διακίνησης τέτοιας μορφής ουσιών, άυλων αλλά τριβελιστικών. Ποταπά πράγματα. Χαμηλής στάθμης. Όταν βέβαια τέμνεται μ’ αυτά- ή και ναυλώνεται γι’ αυτά- μια εθνική υπηρεσία, ίσως πρέπει να ασχοληθούμε λίγο παραπάνω, να μάθουμε Ποιος-Τι- Για Ποιόν. Η χαμηλή στάθμη δεν είναι αμελητέα υπόθεση, όταν εφάπτεται της πολιτικής, πολύ περισσότερο όταν οι διαρροές αγγίζουν τους προθαλάμους του πρωθυπουργικού  γραφείου. Η απάντηση ότι όλα αυτά κρίθηκαν πολιτικά στις εκλογές είναι ένα ωραίο σόφισμα.

Σα να λέμε ότι η πλειοψηφία μπορεί να αποφασίζει ποιες παρανομίες συγχωρούνται. Ο ρατσισμός, ας πούμε, η κακοποίηση των γυναικών, ο περιορισμός της έκφρασης αύριο. Ή και σήμερα, κιόλας, γιατί όχι;