«Είναι ώρα να αλλάξουμε τις Πανελλαδικές»: Στην «Π» ο Οδυσσέας Ζώρας
Ο Οδυσσέας Ζώρας είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και π. γενικός γραμματέας Ανώτατης Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας.
Οταν κάποιος έχει διανύσει μία μακρά, καθαρή και καρποφόρα πορεία στον ακαδημαϊκό χώρο έχει το πλεονέκτημα να τολμά και να αποκαλύπτει τις πληγές οι οποίες δεν επιτρέπουν τη θεραπεία της εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Αυτό το πλεονέκτημα το έχει κατακτήσει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και π. γενικός γραμματέας Ανώτατης Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας Οδυσσέας Ζώρας.
Αυτή η τόλμη αποτυπώνεται στις λέξεις, τις προτάσεις και τις παραγράφους οι οποίες συνθέτουν ένα βιβλίο 224 σελίδων, το οποίο τιτλοφορείται «ΚΡΑΤΑΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Διαχρονία και μεταρρυθμιστικές προτάσεις».
Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου στην πόλη μας, η «Π» φιλοξενεί τον κ. Ζώρα σε μία συνέντευξη, η οποία αν μη τι άλλο προκαλεί προβληματισμούς.
-Ποιο ήταν το ερέθισμα συγγραφής αυτού του βιβλίου;
Το βιβλίο αυτό είναι, πρωτίστως, προϊόν της μακρόχρονης τριβής μου με τη λειτουργία και τη διοίκηση των ελληνικών ΑΕΙ κατά τη θητεία μου ως πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης, ως προέδρου του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, αλλά και ως γενικού γραμματέα του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού υπό τη σημερινή κυβέρνηση. Ετσι, μου δίνεται η ευκαιρία, με αυτό το βιβλίο, να προτείνω κάποιες όχι απλώς μετα-ρυθμιστικές, αλλά γνήσιες μεταρρυθμιστικές λύσεις για την αντιμετώπιση χρονιζόντων ζητημάτων που ταλανίζουν την ελληνική Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και η λύση των οποίων θα τη φέρει εγγύτερα στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο γίγνεσθαι.
-Πόσο κραταιό είναι το ελληνικό πανεπιστήμιο;
Το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι αναμφισβήτητα κραταιό και έχει σταθερή ανοδική πορεία στο εγχώριο και το παγκόσμιο στερέωμα. Οι όποιες παθογένειές του συνδέονται κυρίως με ζητήματα στοχοθεσίας, διδασκαλίας, χρηματοδότησης, έρευνας, αλλά και με φοιτητικά και διοικητικά θέματα. Σε γενικές γραμμές, κραταιό μπορεί να χαρακτηριστεί ένα εξωστρεφές πανεπιστήμιο με θετική εκπαιδευτική και κοινωνική επίδραση, που θα αξιοποιεί στο έπακρο τις ευκαιρίες για διεθνείς συνεργασίες και χρηματοδότηση, θα προωθεί την έρευνα και την αριστεία και, πάνω απ’ όλα, θα γίνεται πόλος έλξης για φοιτητές και επιστήμονες, που δεν θα μαστίζεται από τη γραφειοκρατία, την εσωστρέφεια και τις πελατειακές σχέσεις.
-Πιστεύετε ότι ο κρατικός εναγκαλισμός της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και η έλλειψη νομοθετικής συνέχειας, έχουν βλάψει το δημόσιο πανεπιστήμιο;
Ενδεχομένως, από κάποιες απόψεις, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν και πολλά θετικά βήματα, από τα οποία άλλα καρποφόρησαν και άλλα –δυστυχώς– εγκαταλείφθηκαν πριν καλά-καλά εφαρμοστούν. Πάντως, ο κρατικός χαρακτήρας των ελληνικών πανεπιστημίων δεν είναι από μόνος του κάτι αρνητικό. Ωστόσο, όταν ερμηνεύεται καταχρηστικά, καταλήγει να δρα αποτρεπτικά προς οποιαδήποτε εμπνευσμένη πρωτοβουλία πανεπιστημιακών ή φοιτητών, η οποία θα μετέτρεπε το πανεπιστήμιο σε χώρο και θεσμό που καλλιεργεί τον άνθρωπο και προάγει το θετικό κλίμα μεταξύ όσων δραστηριοποιούνται στον χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
-Συμφωνείτε με την άποψη αρκετών ότι το πανεπιστήμιο ρίχνει το επίπεδό του, ώστε να μπορέσει να πλησιάσει το επίπεδο των νεοεισαχθέντων φοιτητών;
Δεν είναι εύκολο να επιχειρήσει κανείς τέτοιες γενικεύσεις. Η ευθύνη για τα υψηλά ποσοστά χαμηλών επιδόσεων των φοιτητών θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο ίδιο το σύστημα επιλογής τους, υπό την έννοια ότι, αν όντως επιλέγονταν οι καλύτεροι, αυτό θα έπρεπε να αντανακλάται και στις πανεπιστημιακές τους επιδόσεις, και όχι να υπάρχουν λιμνάζοντες φοιτητές. Νοοτροπίες που έρχονται από προηγούμενες βαθμίδες εκπαίδευσης ίσως έχουν ένα μερίδιο ευθύνης για τις κακές επιδόσεις των φοιτητών. Δεν νοείται να μην έχει λόγο το πανεπιστήμιο στην επιλογή των φοιτητών που θα δέχεται. Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό να υπάρχει και ένα σύστημα που θα ωθεί τους υποψήφιους φοιτητές προς ό,τι τους ελκύει πραγματικά, γιατί μόνο τότε θα αριστεύουν. Είναι άλλο ο επιμελής φοιτητής, και άλλο ο φοιτητής που έχει πάθος για το αντικείμενό του. Ο ίδιος ο υπουργός, άλλωστε, έχει δηλώσει ότι είναι ώρα να αλλάξουμε το σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια.
-Σας ανησυχεί το επίπεδο των δασκάλων, φιλολόγων κ.ά. που θα διδάξουν τα Ελληνόπουλα;
Αυτή η ερώτηση αφορά άλλες βαθμίδες εκπαίδευσης, γι’ αυτό και δεν είμαι ο καταλληλότερος για να απαντήσω. Ως πολίτης που παρακολουθώ την επικαιρότητα, πάντως, δεν μπορώ να αγνοήσω τα αποτελέσματα της διεθνούς έρευνας PISA που διεξήγαγε ο ΟΟΣΑ το 2022, τα οποία φανερώνουν απουσία δημιουργικής σκέψης, έλλειψη βασικών μαθηματικών γνώσεων, έμφαση στην αποστήθιση κ.ά. Για να μη μιλήσουμε για τις τρομακτικές διαστάσεις που έχει λάβει ο σχολικός εκφοβισμός. Η κακή χρήση της τεχνολογίας, όπως τα κινητά τηλέφωνα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μέσω των οποίων οργανώνονται συνήθως οι θρασύτατες επιθέσεις σε ανηλίκους, είναι μία από τις αιτίες, αλλά όχι η μοναδική. Η εκπαιδευτική κοινότητα δυστυχώς πάσχει από χρονίζουσες παθογένειες, όπως αυτές της ευθυνοφοβίας, της συντεχνιακής αλληλοκάλυψης και, σε πολλές περιπτώσεις, της απροθυμίας για γόνιμη συνεργασία μαθητών και γονέων, οι οποίες διαχέονται, με διάφορους τρόπους, και στα πανεπιστήμια.
-Ο σημερινός τρόπος λειτουργίας των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων επιτυγχάνει τη μεταφορά της γνώσης στην επόμενη γενιά;
Θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσουμε στα πανεπιστήμια ότι πράγματι μεταδίδουν την παλιά και τη νέα γνώση στους φοιτητές. Ωστόσο, η νέα γνώση τροφοδοτείται κυρίως από τη βασική έρευνα, η οποία γίνεται στα πανεπιστήμια και, δυστυχώς, διοικητικά δεν ανήκει πλέον στην αρμοδιότητα του υπουργείου Παιδείας, αλλά του υπουργείου Ανάπτυξης, πράγμα που δημιουργεί μια δυσλειτουργία. Εξάλλου, η εκπαίδευση γνώσης πρέπει να αναπτύσσεται και να παρέχεται παράλληλα με την εκπαίδευση ικανοτήτων. H κατάργηση, εξάλλου, των ΤΕΙ ως ενδιάμεσης εκπαιδευτικής βαθμίδας έβλαψε ποικιλοτρόπως την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
-Ποια πιστεύετε ότι είναι τα βήματα εκσυγχρονισμού τα οποία πρέπει να κάνουν άμεσα τα πανεπιστήμιά μας;
Για να απαντήσω στην ερώτησή σας θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι η σχέση μεταξύ πανεπιστημίων και διοίκησης είναι αμφίδρομη, άρα το τι πρέπει να κάνουν τα πανεπιστήμια εξαρτάται, ως έναν βαθμό, από το τι περιθώρια δράσης τους αφήνει επί της ουσίας η διοίκηση. Ενδεικτικά αναφέρω τρεις προτάσεις εκσυγχρονισμού, αρχίζοντας από την κορυφή: να ιδρυθεί, πρώτα απ’ όλα, υπουργείο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας, που θα είναι αρμόδιο για τα πανεπιστήμια και την επιστημονική έρευνα. Παράλληλα, το «παραδοσιακό» υπουργείο Παιδείας να παραμείνει αρμόδιο για τις άλλες βαθμίδες εκπαίδευσης και για τα θρησκευτικά ζητήματα, ώστε να εναρμονιστεί η Ελλάδα με ό,τι συμβαίνει με αντίστοιχα υπουργεία σε πολλές χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου. Να δοθεί, επίσης, σε κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα η δυνατότητα να αποφασίζει, με ακαδημαϊκά κριτήρια, ποια τμήματά του «αντέχουν» υπεράριθμους φοιτητές από τους αμέσως επόμενους στη λίστα των εισακτέων.
Αυτοί, αν το επιθυμούν, θα εισάγονται στα τμήματα αρχικής επιλογής τους, χρηματοδοτώντας τις σπουδές τους με εύλογου ύψους δίδακτρα, κατόπιν ανεξάρτητης εκτίμησης κόστους σπουδών ανά αντικείμενο και ανά πανεπιστήμιο, ώστε οι μεν επιτυχόντες να χρηματοδοτούνται με διαφάνεια από δημόσιους πόρους, οι δε υπεράριθμοι να επιβαρύνονται με αντίστοιχο κόστος. Αλλά και η ίδρυση κρατικών πανεπιστημίων από την Εκκλησία της Ελλάδος θα ήταν μια καλή ιδέα. Αλλωστε, σε Ευρώπη και ΗΠΑ, Εκκλησίες ιδρύουν πανεπιστήμια και πανεπιστημιακά νοσοκομεία με κορυφαία διεθνή κατάταξη. Δεν μιλάμε μόνο για θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές, αλλά για οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο.
Με αξιοποίηση, μάλιστα, της εκκλησιαστικής περιουσίας θα ιδρύονταν πρωτοποριακά πανεπιστήμια που θα ανταγωνίζονταν όχι μόνο τα άλλα κρατικά, αλλά και τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια που, πλέον, δραστηριοποιούνται και στην Ελλάδα. Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την υφυπουργό παιδείας Ζέτα Μακρή, τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Πατρών Χρήστο Μπούρα, τον πρύτανη του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Μανώλη Κουτούζη και τον π. πρόεδρο του ΕΑΠ Ιωάννη Καλαβρουζιώτη, τον Σύλλογο Ομότιμων Καθηγητών του Πανεπιστημίου Πατρών με πρόεδρο τον καθηγητή Σταύρο Κουμπιά, τον αντιπεριφερειάρχη Φωκίωνα Ζαΐμη και φυσικά τον ομότιμο καθηγητή και μέλος του συμβουλίου διοίκησης του ΕΑΠ Σήφη Μπουζάκη, χωρίς τους οποίους δεν θα ήταν δυνατή η υλοποίηση της εκδήλωσης.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News