Εμβάθυνση στο προφίλ κάθε Περιφέρειας – Πτωχός, Κατσέλη και Βέττας αναλύουν
Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών και ΙΟΒΕ αποκρυπτογραφούν την ιδιαιτερότητα κάθε Περιφέρειας. Ο περιφερειάρχης Πελοποννήσου Δημήτρης Πτωχός, η πρώην πρώην υπουργός Οικονομίας και ομότιμη καθηγήτρια στο ΕΚΠΑ Λούκα Κατσέλη και ο γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ και καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Βέττας καταγράφουν τις σκέψεις τους
Το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών σε συνεργασία με το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών παρουσιάζουν την πρώτη Εκθεση Κοινωνικών και Οικονομικών Τάσεων στις Ελληνικές Περιφέρειες, σε δημόσια εκδήλωση που διοργανώθηκε στην Αθήνα σήμερα, από τη 1.15μ. έως τις 3.15μ.μ. στο ξενοδοχείο NJV Athens Plaza στο Σύνταγμα.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με χορηγούς την Ενωση Περιφερειών Ελλάδας και την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα.
Αντικείμενο της Εκθεσης είναι η συγκέντρωση και ανάλυση των βασικών παραμέτρων που επηρεάζουν την ιδιαίτερη αναπτυξιακή δυναμική κάθε Περιφέρειας της Ελλάδας, δημιουργώντας μία αφετηρία για εμβάθυνση στο «προφίλ» καθεμιάς και για τον προσδιορισμό του δικού της προτύπου βιώσιμης ανάπτυξης.
Την παρουσίαση της Εκθεσης ακολούθησε συζήτηση σε πάνελ για τις περιφερειακές πολιτικές και για τη χρήση των δεδομένων στην παραγωγή και την αξιολόγησή τους.
Την παρουσίαση της Έκθεσης έκανε ο Γιώργος Γατόπουλος, Επικεφαλής Μακροοικονομικών και Χρηματοοικονομικών Μελετών, ΙΟΒΕ
Και στο πάνελ θα είναι οι: Δημήτρης Πτωχός, Περιφερειάρχης Πελοποννήσου, Λούκα Κατσέλη, Ομότιμη Καθηγήτρια, πρώην Υπουργός, Γιώργος Ζαββός, Πρόεδρος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής ΙΟΒΕ, Καθηγητής ΟΠΑ.
Σημείο εστίασης, για τους δύο συνεργαζόμενους φορείς είναι η σύγκριση μεταξύ των περιφερειών και, μέσω αυτής, η ανάδειξη των διαπεριφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων αλλά και των συγκριτικών τους πλεονεκτημάτων.
Με αφορμή την παρουσίαση της Εκθεσης, η «Πελοπόννησος της Δευτέρας» ζήτησε από τους βασικούς συντελεστές της εκδήλωσης τις σκέψεις τους.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα κάθε Περιφέρειας
ΤΟΥ Δημήτρη Πτωχού*
Υπάρχουν δύο βασικές αντιλήψεις για τον τρόπο που μπορεί να αναπτυχθεί μια χώρα. Σύμφωνα με την πρώτη, όλοι οι τομείς της οικονομίας πρέπει να αναπτύσσονται ταυτόχρονα, ώστε να επιτευχθεί η συνολική οικονομική ανάπτυξη. Η δεύτερη θεωρεί ότι ένας ή δύο ισχυροί κλάδοι της οικονομίας, αν αναπτυχθούν ορθολογικά, μπορούν στη συνέχεια να τραβήξουν προς τα πάνω τους υπόλοιπους. Η πραγματικότητα της Οικονομίας επιβεβαιώνει τη δεύτερη προσέγγιση.
Μια προσεκτική ανάγνωση του πρώτου τεύχους της εξαμηνιαίας «Εκθεσης κοινωνικών και οικονομικών τάσεων στις ελληνικές περιφέρειες» που «έτρεξε» το ΙΟΒΕ για λογαριασμό του Παρατηρητηρίου Περιφερειακών Πολιτικών, μας υποδεικνύει έναν ακόμα σημαντικό παράγοντα: αυτόν του συγκριτικού πλεονεκτήματος. Διατρέχοντας την έρευνα, μπορεί να διαπιστώσει κανείς τις ανισότητες μεταξύ των περιφερειών της χώρας, αλλά και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει καθεμία ξεχωριστά. Ετσι, αν κάθε περιφέρεια εντοπίσει το δικό της συγκριτικό πλεονέκτημα μπορεί να αναπτυχθεί γρηγορότερα.
Tο κεντρικό κράτος έχει σημαντικό ρόλο να επιτελέσει στο να ορίσουμε το συγκριτικό πλεονέκτημα κάθε Περιφέρειας. Η εκάστοτε κυβέρνηση μπορεί να σχεδιάσει τις προτεραιότητές της για κάθε περιφέρεια και να κατανείμει στοχευμένα τους πόρους της. Είναι μια άσκηση που απαιτεί γνώσεις, εξειδίκευση, μέθοδο, αλλά και συνολική εποπτεία της χώρας.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, έχουμε να επιλύσουμε και τον εξής «πολιτικό γρίφο»: Από τη μία, υπάρχει η ανάγκη ενός μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδίου για την ανάπτυξη, που εξ ορισμού προϋποθέτει διαβούλευση και ευρείες συναινέσεις. Αλλά από την άλλη, οι πολίτες ζητούν να επιλυθούν τα προβλήματά τους σε ενεστώτα χρόνο. Σήμερα. Τώρα.
Και εδώ η κεντρική κυβέρνηση, σε στενή συνεργασία με τις εκλεγμένες περιφερειακές αρχές, έχει να φέρει σε πέρας την υποχρέωση να σχεδιάσει κοινωνικές πολιτικές για όσους τις χρειάζονται άμεσα και για όσους δεν θα καταφέρουν να ακολουθήσουν με την ίδια ταχύτητα τις εξελίξεις. Δεν μπορούμε να αφήσουμε κανέναν πίσω, γιατί απλώς δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα.
Ξέρω ότι αρκετοί αντιλαμβάνονται τη διαχείριση των πόρων που διαθέτει το Κράτος ως λόγο ύπαρξης της Αυτοδιοίκησης -κι ας μην το ομολογούν ανοιχτά. Ομως, πιστεύω ακράδαντα ότι ακόμα κι αν είχαμε επιλύσει τα οικονομικά ζητήματα, ακόμα κι αν κάθε ελληνική Περιφέρεια διέθετε ολόκληρες φυτείες από… λεφτόδεντρα, αυτό δεν θα σήμαινε ότι έχουμε λύσει το βασικό μας πρόβλημα, αυτό από το οποίο ξεκινούν όλα: την ανάγκη για ένα συνολικό σχέδιο, όπου τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε περιφέρειας θα λειτουργούν αυτόνομα μεν, αλλά σωρευτικά δε ως προς το αποτέλεσμά τους.
Ενώνοντας δυνάμεις, αυτό ακριβώς θέλουμε να επιτύχουμε στην Περιφέρεια Πελοποννήσου. Να δημιουργήσουμε συνέργειες ανάμεσα στους τομείς που αποτελούν συγκριτικά πλεονεκτήματα της Περιφέρειάς μας, παράγοντας προστιθέμενη αξία, ώστε να έρθουν νέες θέσεις εργασίας και να κρατήσουμε εδώ τους δικούς μας επιστήμονες, τους δικούς μας ανθρώπους. Να κάνουμε την Πελοπόννησο τον τόπο όπου όλοι θα μπορούν να επενδύσουν τα όνειρα και τους στόχους τους.
Η συνεργασία της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης με το κεντρικό Κράτος είναι κάτι περισσότερο από ευχή ή φραστικό προεκλογικό πυροτέχνημα. Πιστεύω πως αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για τη συνολική ανάπτυξη της χώρας. Για το λόγο αυτό, είναι εξαιρετικά σημαντικό το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών να λειτουργήσει σωστά. Η σύμπραξή του με το ΙΟΒΕ μάς προδιαθέτει θετικά. Εχουμε την υποχρέωση απέναντι στους συμπολίτες μας, όχι μόνο να προσπαθήσουμε, αλλά να το κάνουμε με τον τρόπο που επιβάλλει η εποχή: με σοβαρότητα, οργάνωση, επιστημονική τεκμηρίωση και διαφάνεια.
* Ο Δημήτρης Πτωχός είναι περιφερειάρχης Πελοποννήσου.
Απαιτείται πολιτική βούληση, ξεκάθαρη στρατηγική
ΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ ΚΑΤΣΕΛΗ*
Με τον «Καλλικράτη»( Ν.3852/2010), θεσμοθετήθηκε η αρχιτεκτονική της αποκεντρωμένης περιφερειακής διοίκησης και των Οργανισμών Αυτοδιοίκησης Β βαθμού. Οι ΟΤΑ Β Βαθμού ανέλαβαν αρμοδιότητες αναπτυξιακού σχεδιασμού, προγραμματισμού και υλοποίησης πολιτικών, προγραμμάτων και έργων για τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης, προαγωγή της κοινωνικής συνοχής και προστασία του περιβάλλοντος.
Η υλοποίηση μιας φιλόδοξης αναπτυξιακής αποστολής απαιτεί πρώτα απ’ όλα συστηματική καταγραφή των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών και ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε περιφέρειας. Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει η πρώτη Εκθεση Παρακολούθησης Κοινωνικο-Οικονομικών Τάσεων στις Περιφέρειες,που εκπονήθηκε από το ΙΟΒΕ με πρωτοβουλία του Ελληνικού Παρατηρητηρίου Περιφερειακής Πολιτικής. Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην Εκθεση αποτυπώνουν τις διαφοροποιημένες επιδόσεις των ελληνικών περιφερειών, τις διαπεριφερειακές ανισότητες, τη χαμηλή συμβολή των επενδύσεων στην ανάπτυξη αλλά και τις ευκαιρίες που διαφαίνονται για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, ως αποτέλεσμα δυνητικών επενδυτικών και αναπτυξιακών παρεμβάσεων.
Επενδυτική Αδράνεια και Χαμηλή Ανταγωνιστικότητα
Η χαμηλή συμβολή των ελληνικών περιφερειών στην αναπτυξιακή δυναμική αντικατοπτρίζει το χρόνιο έλλειμμα παραγωγικής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας ως αποτέλεσμα της απουσίας μιας συνεκτικής μεσοπρόθεσμης Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής .
Τόσο η χαμηλή συνεισφορά παραγωγικών επενδύσεων στην οικονομική δραστηριότητα όσο και η προβληματική διάρθρωσή τους -με το μερίδιο των κατασκευών, υποδομών και εξαγορών να καταλαμβάνει την μερίδα του λέοντος- οφείλονται, κατά κύριο λόγο, στο υψηλό ρίσκο που ενέχει η ανάληψη παραγωγικής επένδυσης στη χώρα μας. Οι χρονοβόρες διαδικασίες αδειοδότησης, η φορολογική αβεβαιότητα, οι καθυστερήσεις από πιθανές δικαστικές εμπλοκές, οι ελλείψεις σε απαραίτητα δίκτυα και υποδομές (π.χ. δίκτυα νερού), η δυσκολία εξασφάλισης χρηματοδότησης αλλά και απρόβλεπτες καθυστερήσεις στην εκταμίευση χρηματοδοτικών πόρων, συντελούν σε «επενδυτική αδράνεια» και χαμηλή ανταγωνιστικότητα.
Δεν είναι τυχαίο ότι παρά την επάρκεια των χρηματοδοτικών πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (30,9 δις ευρώ) αλλά και το ΕΣΠΑ 2021-2027 (26,7 δις ευρώ), το ποσοστό μη ολοκλήρωσης των έργων που έχουν ενταχθεί στο Ταμείο είναι 87% και αφορούν κυρίως υποδομές και δάνεια σε μεγάλες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούνται για αναδιάρθρωση δανείων ή εξαγορές.
Για να μην υπάρξει νέα χρηματοπιστωτική κρίση, λόγω του υψηλού ύψους του δημόσιου αλλά και ιδιωτικού χρέους, επιβάλλεται να ληφθούν μέτρα για πυροδότηση μιας επενδυτικής ανάκαμψης της οικονομίας για αύξηση εξαγωγών ή/και μείωση εισαγωγών.
Οι αυτοδιοικητικές περιφέρειες μπορεί να ηγηθούν αυτής της προσπάθειας. Γι’ αυτό απαιτείται επανασχεδιασμός της αναπτυξιακής αρχιτεκτονικής και στρατηγικής ώστε να παραχθούν αποτελέσματα.
Οι κυριότερες προτάσεις είναι οι ακόλουθες:
α) Το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων και όχι το Υπουργείο Εσωτερικών θα πρέπει να αναλάβει τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της περιφερειακής αναπτυξιακής στρατηγικής. Διαθέτει έμπειρα στελέχη σε διαδικασίες ενεργού αναπτυξιακού προγραμματισμού, τεχνογνωσία και τα απαραίτητα χρηματοοικονομικά εργαλεία.
β) Ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων θα πρέπει να εποπτεύει ενός Συμβουλίου Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής το οποίο, σε συνεργασία με το ΚΕΠΕ και τις περιφερειακές αυτοδιοικήσεις, θα καθορίζει προτεραιότητες και θα αποτιμά τα αποτελέσματα τόσο σε εθνικό και κλαδικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο.
γ) Σε περιφερειακό επίπεδο, οι αντιπεριφερειάρχες Ανάπτυξης και Επενδύσεων θα μπορούσαν να προΐστανται Συμβουλίων Περιφερειακής Αναπτυξιακής Στρατηγικής και Επενδύσεων με την υποστήριξη των Αναπτυξιακών Οργανισμών που συστάθηκαν το 2020 (Ν. 4674/2020) και παραμένουν ανενεργοί, αν και διαθέτουν όλες τις αρμοδιότητες και τα εργαλεία για εφαρμογή της αναπτυξιακής πολιτικής προς όφελος των τοπικών κοινωνιών.
δ) Η κάθε περιφέρεια θα μπορούσε να ξεκινήσει σχεδιάζοντας, ωριμάζοντας και υποστηρίζοντας την υλοποίηση ολιγάριθμων επιλεγμένων ολοκληρωμένων επενδυτικών παρεμβάσεων και έργων. Κριτήρια επιλογής μπορεί να αποτελέσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής, η εμπειρία και δυναμική τοπικών επιχειρήσεων, η δυνατότητα σύμπραξης με Πανεπιστήμια και επιστημονικούς φορείς, το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό κ.λπ. Η άρση ρυθμιστικών και θεσμικών εμπλοκών καθώς και η διασφάλιση των απαραίτητων υποδομών, χρηματοδοτικών πόρων και δικτύων αποτελούν ελάχιστες προϋποθέσεις επιτυχίας.
ε) Η δίκαιη κατανομή οφέλους και κόστους και η προώθηση συμπεριληπτικών και διαφανών διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων και στην υλοποίηση έργων, όπως ο δημοκρατικός προγραμματισμός και οι προγραμματικές συμφωνίες, οι Συμπράξεις Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα ή η δημιουργία αλυσίδων αξίας μεταξύ προμηθευτών, επιχειρηματικών μονάδων και δικτύων καταναλωτών, θα ενισχύσουν το αίσθημα εμπιστοσύνης και ασφάλειας και μειώνουν τις πιθανότητες αποτυχίας.
Η πρόκληση είναι μεγάλη για τις περιφέρειες της χώρας. Απαιτείται πολιτική βούληση, ξεκάθαρη στρατηγική, συνέργεια ενεργειών, αποτελεσματική διοίκηση και συνεργασία όλων των εμπλεκομένων .
* Η Λούκα Τ. Κατσέλη είναι ομότιμη καθηγήτρια στο ΕΚΠΑ, πρώην υπουργός Οικονομίας.
«Δεν έχουν όλες οι περιφέρειες την ίδια πορεία ανάπτυξης»
ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΒΕΤΤΑ*
Με σημείο αφετηρίας τη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση του 2008, η ελληνική οικονομία έχει περάσει μια μακρά περίοδο 15 ετών που ήταν ιδιαίτερα ευμετάβλητη και στο μεγαλύτερο μέρος της επώδυνη. Κατόπιν της εξόδου από τα τρία διαδοχικά προγράμματα προσαρμογής, της άρσης των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, και μέσα από την κρίση της πανδημίας και στις αγορές ενέργειας, επήλθε σταδιακά η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και πιο πρόσφατα τέθηκε η οικονομία σε θετική τροχιά ανάκαμψης. Ετσι, η ελληνική οικονομία φαίνεται πως σταδιακά ολοκληρώνει έναν ισχυρό κύκλο ανόδου που επουλώνει πολλές πληγές της δεκαετούς κρίσης χρέους και την επαναφέρει εγγύτερα σε μια κανονική λειτουργία.
Ομως, ενώ η τρέχουσα πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι θετική, δεν μπορεί να θεωρείται ούτε πως το περιβάλλον στο επόμενο διάστημα θα την ευνοεί, ούτε φυσικά πως έχουν λυθεί τα βαθιά προβλήματα που έχει για δεκαετίες. Βρίσκεται σε στέρεο έδαφος, περισσότερο από κάθε άλλη φορά μετά το 2008, όμως ακόμη σε χαμηλή βάση, όπως φαίνεται από την αδύναμη παραγωγικότητα και συνεπώς από τα ασθενή πραγματικά εισοδήματα.
Στη χώρα μας υπάρχει σήμερα ένα κρίσιμο παράθυρο ευκαιρίας για βελτίωση της δομής της οικονομίας κατά τα επόμενα δύο χρόνια, ενόσω ακόμη υπάρχει θετική δυναμική και η στήριξη από το ταμείο ανάκαμψης και ευρύτερη προσέγγιση επενδύσεων. Σε αυτό το διάστημα, το σημαντικότερο είναι το υπόδειγμα ανάπτυξης να αλλάξει, σταδιακά αλλά μεθοδικά, ώστε να διαφέρει από αυτό που οδήγησε στην προηγούμενη κρίση: οδηγός πρέπει να είναι η δημιουργία εισοδημάτων από καινοτομία και ανταγωνιστικές εξαγωγές και όχι μέσω της εξάρτησης από έναν αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα.
Μία από τις διαστάσεις που δεν έχει λάβει την προσοχή που αξίζει, τόσο στα χρόνια που οδήγησαν στη βαθιά κρίση όσο και μετά από αυτήν, είναι τα διαφορετικά χαρακτηριστικά και δυναμική στις περιφέρειες της χώρας. Κοιτώντας προς τα μπρος, πρέπει να γίνει κατανοητό πως ούτε πρέπει ούτε μπορεί να έχουν όλες οι περιφέρειες την ίδια πορεία ανάπτυξης, καθώς διαφέρουν σημαντικά ως προς τη γεωγραφία και τους ανθρώπινους και φυσικούς πόρους που διαθέτουν. Υπάρχουν 5 τουλάχιστον επιμέρους ζητήματα που χρειάζονται προσοχή και βρίσκονται στην τομή των εθνικών και των περιφερειακών πολιτικών: η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και γενικότερα του πρωτογενούς τομέα, πολιτικές στήριξης επενδύσεων στη μεταποίηση, η ανάπτυξη υπηρεσιών τουρισμού υψηλής ποιότητας και η διασύνδεση με την τοπική ιστορία και πολιτισμό, οι ανάγκες για υποδομές ειδικότερα για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, και η ενίσχυση του ανθρώπινου κεφαλαίου συμπεριλαμβάνοντας τη μέριμνα για τα παιδιά και για τη μετανάστευση.
Η περιφερειακή ανάπτυξη έχει ανά τα χρόνια αναδειχτεί σε βασικό στόχο πολιτικής. Σε εθνικό επίπεδο, αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη βασικών στόχων που συμπεριλαμβάνουν την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική ευημερία, την πολιτική σταθερότητα και την ανταγωνιστικότητα -σε ένα ολοένα και πιο περίπλοκο και διασυνδεδεμένο διεθνές περιβάλλον. Ομως, και στο ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί τον πυρήνα της αποστολής της ΕΕ για τη δημιουργία μιας ευημερούσας και κοινωνικοοικονομικά συνεκτικής Ευρώπης. Σε αυτή τη λογική στηρίζονται και πολλά από τα προηγούμενα και τρέχοντα προγράμματα χρηματοδότησης από ευρωπαϊκούς πόρους.
Η έκθεση που δημοσιεύει το ΙΟΒΕ για τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις στις ελληνικές περιφέρειες, σε συνεργασία με το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών, φιλοδοξεί να βοηθήσει στην κάλυψη ενός διττού κενού. Αφενός, να δοθεί έμφαση στα διαφορετικά χαρακτηριστικά, προκλήσεις και ευκαιρίες, που έχουν οι περιφέρειες της χώρας ενόψει μιας συνολικής πορείας ανάπτυξης της. Αφετέρου, στη συστηματική μέτρηση και παρακολούθηση των εξελίξεων μέσα από ποσοτικά δεδομένα, όπου σχετικά εμφανίζεται σημαντικό κενό στη χώρα μας, τόσο στον σχεδιασμό και υποστήριξη μέτρων πολιτικής όσο και στον δημόσιο διάλογο
* Ο Νίκoς Βέττας είναι γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ και καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News