Ινδαρές: «Οι οθόνες των κινητών παραμερίζουν τις κινηματογραφικές αίθουσες!»

Βραβείο απο την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για το ντοκιμαντέρ “Μνήμη με ουρά” του πατρινού κατραξιωμένου σκηνοθέτη – Μίλησε στην “Π” μετά την λαμπερή βραδιά της απονομής στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.

Ινδαρές

Μια μεγάλη διάκριση επιφύλαξαν για τον καταξιωμένο πατρινό σκηνοθέτη Δημήτρη Ινδαρέ, τα βραβεία ΙΡΙΣ 2023 της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, αφού στην κατηγορία των ντοκιμαντέρ μικρού μήκους, πρώτευσε με την παραγωγή του «Μνήμη με ουρά».

Φέτος, για 14η χρονιά, τα μέλη της Ακαδημίας, επαγγελματίες από κάθε κλάδο του ελληνικού κινηματογραφικού χώρου απένειμαν τα σημαντικά αυτά βραβεία, σε μια τελετή που φιλοξενήθηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και με οικοδέσποινες, την πατρινή ηθοποιό Λίλα Μπακλέση και τη συνάδελφό της Νατάσα Εξηνταβελώνη.
Ο Δημήτρης Ινδαρές, είναι ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος του ντοκιμαντέρ, ενώ η διεύθυνση φωτογραφίας είναι του Δημήτρη Κατσαΐτη, η μουσική της Νεφέλης Μπερή.

Ο συμπολίτης κινηματογραφιστής, μίλησε στην «Π» για την νέα αυτή αναγνώριση που έλαβε το έργο του, αυτή τη φορά μέσα από τα καθιερωμένα βραβεία ΊΡΙΣ

– Τι σημαίνει για εσάς κ. Ινδαρέ, αυτό το βραβείο;
Είναι η κορυφαία διάκριση αυτή τη στιγμή, που υπάρχει στη χώρα μας. Επειδή η Ακαδημία δίνει τα βραβεία μετά από ψηφοφορία των μελών της, συνιστά μια αναγνώριση των ανθρώπων του χώρου και αυτό είναι που γεμίζει κάθε δημιουργό με πολύ βαθιά ικανοποίηση.
Είμαστε σε μια περίοδο όπου η κινηματογραφική παραγωγή έχει εμπλουτιστεί και πολλές ταινίες είναι και ιδιαίτερα αξιόλογες. Και αυτό το μαρτυρά και η αναγνώριση που έχουν στα φεστιβάλ του εξωτερικού.
Ειδικά όμως στο είδος του ντοκιμαντέρ, είναι ακόμα πιο λαμπρή η άνθισή του. Βλέπουμε μεγάλο μέρος της παραγωγής αυτής, βλέπουμε στην τηλεόραση και στα συνδρομητικά κανάλια και διαπιστώνουμε ότι είναι πολύ αξιόλογή, ως προς τη θεματολογία, αλλά και ως προς την κινηματογραφική διαχείριση των θεμάτων.

– Ποιες δυσκολίες αντιμετώπισε η παραγωγή του ντοκιμαντέρ σας;
Η ταινία μου έγινε στο πλαίσιο ενός προγράμματος του Υπουργείου Πολιτισμού και του Κέντρου Κινηματογράφου, κατά την περίοδο του κορονοϊού. Οπότε θα μπορούσε κανείς να πει ότι το οικονομικό θέμα ήταν λυμένο, χωρίς να ήταν πολλά τα χρήματα. Αλλά ήταν αρκετά για να μπορέσει κάποιος να κινηθεί αξιοπρεπώς στην παραγωγή. Η δυσκολία όμως ήταν, ότι το πρόγραμμα προέβλεπε ένα πάρα πολύ σφικτό χρονικό πλαίσιο. Μέσα σε 6 μήνες να γράψεις το σενάριο, να κάνεις τα γυρίσματα και να ολοκληρώσεις την παραγωγή. Και το ντοκιμαντέρ έχει άλλου τύπου δυσκολίες. Δηλαδή το μοντάζ, είναι κατ’ ουσίαν το γράψιμο του σεναρίου. Εκεί συλλέγουμε το υλικό, από δύσκολες συνθήκες γυρισμάτων, όπως είναι οι απρόβλεπτες συνθήκες στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού, τα καιρικά φαινόμενα, η παρακολούθηση της δουλειάς των ψαράδων κ.ά.

“Ένα ποιητικό δοκίμιο πάνω στη μνήμη”

– Τι είναι συνοπτικά η «Μνήμη με ουρά»;
Η ταινία είναι ένα μικρό ποιητικό δοκίμιο πάνω στη μνήμη, ακολουθεί τις αναμνήσεις ενός 80χρονου ανθρώπου που έχει ζήσει σε εκείνα τα μέρη την περίοδο του πολέμου. Οι αφηγήσεις του συνδιαλέγονται με κάποια σχόλια για τη μνήμη μιας επιστήμονος που ασχολείται με τον ανθρώπινο εγκέφαλο και ενός καθηγητή θαλάσσιας οικολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, ο κ. Κωνσταντίνος Κουτσικόπουλος, ο οποίος καταθέτει κάποιες δικές του σκέψεις για τον τρόπου που λειτουργεί το συγκεκριμένο οικοσύστημα.
Και αυτά όλα δημιουργούν ένα γαϊτανάκι, μαζί με εικόνες της απίστευτης φύσης του Αμβρακικού και της δραστηριότητας των ψαράδων, με άξονα το θέμα της μνήμης.
Η παρουσία του κ. Κουτσικόπουλου ήταν καταλυτική, γιατί αυτός με βοήθησε, ενώ είχα την ιδέα και είχα ξεκινήσει ήδη τα γυρίσματα, να ξαναπιάσω την προβληματική μου μέσα από μία άλλη διάσταση. Μου έβαλε τον παράγοντα της επιβίωσης του ανθρώπου και των ψαριών και τον μαγικό τρόπο που λειτουργεί το συγκεκριμένο οικοσύστημα.

-Ποιες προοπτικές διανοίγονται πλέον για το ντοκιμαντέρ σας;

Θα έχουμε τη χαρά, σύντομα νομίζω, να τη δούμε να ταξιδεύει μέσα από την τηλεόραση και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Έχει δημιουργηθεί ένα μεγάλο ρεύμα ενδιαφέροντος των ελληνικών παραγωγών στο εξωτερικό. Ξεκίνησε από την περίοδο της κρίσης με το νέο κύμα του ελληνικού κινηματογράφου και αυτό ενισχύθηκε και στο ντοκιμαντέρ, με πολύ αξιόλογες ταινίες και βραβεύσεις. Όπου στο εξωτερικό στήνεται ελληνικό κινηματογραφικό περίπτερο, συγκεντρώνει πάρα πολύ ενδιαφέρον.
Και επίσης έρχονται και πολλά emails από αντζέντηδες του εξωτερικού και ζητούν να προβληθούν ελληνικές ταινίες.

“Σε περίοδο αναγέννησης βρίσκεται η ελληνική κινηματογραφική παραγωγή”

-Μπορούμε να μιλάμε λοιπόν, για αναγέννηση της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής;
Υπάρχει αυτή η αναγέννηση! Και εδώ υπάρχει αυτό το παράπονο, γιατί δηλαδή εξακολουθεί η δημιουργία μιας ταινίας να έχει τόση πολύ γραφειοκρατία και μεγάλες δυσκολίες στη συμπλήρωση της χρηματοδότησης ή των διευκολύνσεων από πλευράς του κράτους, ώστε να μπορεί να γίνει πιο ευέλικτη αυτή η δημιουργία.
Αλλά νομίζω, ότι επειδή το βλέπουν αυτό, εκείνοι που ασχολούνται με τον πολιτισμό, θα λυθούν και τα υπόλοιπα προβλήματα που υπάρχουν.

-Πώς πάνε οι προβολές στις κινηματογραφικές αίθουσες. Καταγράφεται πτώση και μάλιστα διεθνώς;
Οι προβολές στις αίθουσες αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα. Τα οποία τα επέτεινε και η περίοδος του κορωνοϊού. Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να βλέπουν τις ταινίες σε μια μικρή οθόνη. Και αυτό αλλάζει άρδην το κινηματογραφικό τοπίο. Ιδίως εμείς που είμαστε και μιας μεγαλύτερης ηλικίας, το παρακολουθούμε όλο αυτό, με πάρα πολύ μεγάλη αμηχανία, αλλά και δυσκολία. Δηλαδή, να γυρίζονται ταινίες, με τη λογική της προβολής τους σε ένα κινητό, ή μία ταμπλέτα, είναι κάτι το οποίο είναι τρελό…
Για παράδειγμα ακόμα και τη δική μου ταινία, την είδαμε πρόσφατα σε μια εξαιρετική προβολή στο κινηματογράφο «Άστρο» και μείναμε με το στόμα ανοικτό, εμείς οι ίδιοι που την έχουμε φτιάξει! Και αυτό γιατί όλες τις προηγούμενες φορές, δεν την είχαμε δει σε τόσο καλές συνθήκες. Δηλαδή την είχαμε δει σε ταμπλέτες ή με όχι καλά μηχανήματα. Δηλαδή είναι σύνθετο ζήτημα οι συνέπειες της προβολής. Αλλάζουν οι κώδικες, η αίσθηση του ρυθμού.
Είναι πολύ μεγάλη συζήτηση, ότι ο κόσμος δεν βλέπει πια ταινίες στις αίθουσες. Πλέον οι άνθρωποι βλέπουν υπό άλλες συνθήκες τα οπτικοακουστικά προϊόντα.
Αν κάποιος αγνοήσει τη μεγάλη διάσταση και αφεθεί στη μικρή διάσταση, αλλάζει ο κώδικας της κινηματογραφικής γλώσσας. Γιατί αν περιορισθεί εκεί η προβολή, ενδεχομένως να αλλάζει και όλη η προσέγγιση και η ιεραρχία της αισθητικής.

“Ελάχιστες οι κινηματογραφικές αίθουσες που έχουν απομείνει”

– Αυτό που μας περιγράφετε συνιστά παγκόσμια τάση και τι επιδράσεις μπορεί να έχει στην ποιότητα των παραγωγών;

Μιλάμε για μια παγκόσμια τάση και γι αυτό οι αίθουσες έχουν απομείνει παντού, ελάχιστες! Γιατί δεν πηγαίνει ο κόσμος στις αίθουσες να δει ταινίες.
Αυτό που θα γίνει θα είναι να μεγαλώσει η ψαλίδα, ανάμεσα στις πολύ ακριβές παραγωγές και στις άλλες, τις όχι και τόσο ακριβές. Να έχουμε ελάχιστες πανάκριβες παραγωγές και να σπρωχτεί ένα μεγάλο κομμάτι της παραγωγής, σε πιο φθηνές λύσεις.