Ο αδελφός Στέφανος
Ο διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας “ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ” Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει για το φαινόμενο που ακούει στο όνομα “Στέφανος Τσιτσιπάς”.
Ας δούμε το πράγμα από τη θετική πλευρά: Οι Σέρβοι είναι ομόδοξοι και αδελφοί μας. Αλλά δεν μας παρηγορεί και πολύ, και ας δείξει κατανόηση ο Κύριος. Προτιμούσαμε να πάρει το τρόπαιο ο αδελφός μας Στέφανος. Το προτιμούσε και εκείνος, ασφαλώς, και μάλιστα πολύ περισσότερο. Το βλέμμα του, δευτερόλεπτα μετά τον τελικό, ήταν η επιτομή της Απογοήτευσης. Αν έβαζαν τον Καραβάτζιο να ζωγραφίσει έναν απογοητευμένο άνθρωπο, θα ζητούσε να παίξουν Τζόκοβιτς- Τσιτσιπάς και μετά θα ζητούσε από τον Τσιτσιπά να ποζάρει. Εχει και μακρύ μαλλί, μπουκλωτό, αυτά που ήθελε ο Καραβάτζιο στα ημίφωτα.
Από τη λήξη του αγώνα και μετά, όπως και μετά την ήττα της Μαρίας Σάκκαρη στον ημιτελικό της, πνέει ένας εθνικός άνεμος ενθάρρυνσης : Το μέλλον σας ανήκει. Θα είστε οι επόμενοι πρωταθλητές. Αλλά οι τενίστες μας θα ήθελαν να είναι οι φετινοί πρωταθλητές. Η μεν Σάκκαρη γιατί δεν φάνηκε να υπάρχει πραγματικά καλύτερή της στο Ρολάν Γκαρός, ο δε Τσιτσιπάς γιατί έχει κάνει πρόοδο τόση που του επιτρέπει να θεωρεί τον εαυτό του μνηστήρα τροπαίων που μέχρι πέρυσι θα θεωρούσαμε αποκλειστικότητα της γνωστής αγίας τριάδας του τένις.
Ειδικά ο Τσιτσιπάς μπήκε στον τελικό με την δίψα να κερδίσει το έπαθλο μιας εμβληματικής διοργάνωσης, αφενός, και αφετέρου να είναι ο παίκτης που θα νικούσε τον Τζόκοβιτς σε παγκόσμια θέα, σε ένα τέτοιο παιχνίδι. Δεν πέτυχε τίποτα από τα δύο. Ναι, η εμφάνισή του στο τουρνουά ήταν σαρωτική και άξια συγχαρητηρίων. Όταν όμως μέσα στην ψυχή σου ξέρεις τι ήταν αυτό που πραγματικά ήθελες και τι πραγματικά μπορούσες και να θέλεις και να πετύχεις, οι έπαινοι των άλλων σου φαίνονται κατηγορία ενοχλητικής μύγας. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ο Τσιτσιπάς θα πήγε στο κρεβάτι του το βράδυ προσπαθώντας να καταλάβει τι ήταν αυτό που τον έκανε να επιμένει στα ντροπ σοτ όλη την ώρα, μολονότι ο Τζόκοβιτς τα προλάβαινε σχεδόν όλα και τον τρυπούσε σαν βούτυρο.
Οσο μεγαλώνει κανείς σαν τενιστικό ανάστημα, τόσο καταφέρνει να ενορχηστρώνει το σώμα του, τα νεύρα του, τους τένοντές του, τους μύες του, το μυαλό του, το συναίσθημά του, τον αυτοέλεγχό του σε μία κατεύθυνση, που πρέπει να είναι και η σωστή. Όπως ο ρομπότ- αντίπαλος στο σκάκι επιλέγει πάντα την ορθή κίνηση και χωρίς σκέψη- με βάση τον απόλυτο προγραμματισμό που έχει συνυπολογίσει κάθε δυνατή ανθρώπινη επιλογή στη σκακιέρα- έτσι και στο τένις, σε κάθε στιγμή και κάθε μπαλιά, η μπάλα θα πρέπει να πάει στην ιδανική γωνία με την ιδανική ταχύτητα και την ιδανική τροχιά, αλλά αυτό δεν μπορεί κανένας να το καταφέρει: Οι μεγάλοι ξεχωρίζουν από τους μέτριους γιατί μπορούν να το πλησιάσουν στα περισσότερα σημεία του αγώνα, ακόμα και με ματς μπολ στην πλάτη παίζουν λες και το σετ είναι 0-0. Ο Τσιτσιπάς έχει αναβαθμιστεί εξαιρετικά πολύ σε σχέση με περυσινούς αγώνες. Αλλά ο Τζόκοβιτς ανέτρεψε το 0-2 ενεργοποιώντας πιστότερα τον αυτόματο παίκτη από όσο ο Τσιτσιπάς. Πάντα στο τένις ο παίκτης πιάνει τον εαυτό του να λέει: Τώρα γιατί την έκανα αυτή τη μπαρούφα; Ο Τζόκοβιτς είχε λιγότερες τέτοιες φάσεις. Αλλά είχε κι εκείνος πολλές.
Σε όλα τα διαδραστικά αθλήματα, και κυρίως στο τένις, ο παίκτης προσπαθεί να τελειοποιείται αλλά έχει πάντα δύο αντιπάλους. Ο ένας είναι ο Τζόκοβιτς απέναντί του. Και ο άλλος είναι η ατέλειά του, η ανθρώπινη υπόστασή του. Αυτό είναι που κάνει το άθλημα ποιητικό και μεγαλειώδες, αλλά στα μάτια των αδαών ακατανόητο και εύκολο: Μα γιατί δεν δίνει μια στη μπάλα να πάει εκεί, αλλά την έστειλε εκεί; Φωνάζει ο θεατής και εξίσταται. Αμα βρεθείς στο γήπεδο στην ευθεία με τους παίκτες για να πάρεις μια ιδέα τι έχουν να αντιμετωπίσουν, θα καταλάβεις και δεν θα ξαναμιλήσεις. Αλλά δεν θα βρεθείς. Και αυτό είναι που κάνει την εξ αποστάσεως θέαση επίσης ποιητική: Ενώ ο μαχητής πασχίζει να καρφώσει τον Μόμπι Ντικ στα αφρισμένα κύματα, ο θεατής είναι αναπαυμένος στην πλάνη του. Νομίζει πως βλέπει το παιχνίδι, ενώ στην πραγματικότητα βλέπει τον εαυτό του με ρακέτα και σορτσάκι να προσπαθεί να εκδικηθεί τους αγώνες που δεν έδωσε, τις αρετές που δεν απέκτησε, την ανωνυμία που τον ρημάδιασε, τα χρόνια που ξοδεύτηκαν χωρίς ζητωκραυγές. Όταν κερδίσει ο παίκτης, κερδίζουμε κι εμείς. Όταν χάσει, ού να χαθείς γομάρι. Γομάρι ο παίκτης, όχι εμείς.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News