Ω Τέμπη, o mores
Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».
Ποια είναι η έννοια της πολιτικής ευθύνης; Στην περίπτωση των Τεμπών η κυβέρνηση υιοθέτησε την ελαφρά εκδοχή. «Αναλαμβάνουμε την ευθύνη επειδή το δυστύχημα σημειώθηκε επί των ημερών μας, πρωτίστως για λόγους συμβολικούς.
Το λάθος όμως το έκανε ο μπαγάσας ο σταθμάρχης. Τι να κάνουμε; Η ζωή έχει και λαϊκούς σταθμάρχες, δεν έχει μόνο αποφοίτους ξένων πανεπιστημίων». Η βαρύτερη εκδοχή, ωστόσο, θα ικανοποιούσε το δημόσιο αίσθημα: «Εχουμε την πολιτική ευθύνη επειδή δεν προλάβαμε να ολοκληρώσουμε την εφαρμογή συστήματος ασφάλειας. Δεσμευόμαστε ότι σε ένα έτος από σήμερα, το σύστημα θα έχει εφαρμοστεί. Εφόσον οι συγκοινωνίες ήταν χειροκίνητες, οφείλαμε να μεριμνούμε νυχθημερόν για διπλή και τριπλή εποπτεία για κάθε χειρισμό ρύθμισης της τροχιάς των τρένων, αλλά δεν το κάναμε, πολλώ δε μάλλον έπρεπε να υπάρχει επαγρύπνηση σε μέρες αργιών, όταν διακινούνται χιλιάδες πολίτες από τα δίκτυα. Οφείλαμε να είχαμε βάλει τα δύο πόδια των επιτελαρχών σε ένα παπούτσι. Αλλά δεν είχαμε πάρει στα σοβαρά τον κίνδυνο. Είτε λόγω αφέλειας, είτε λόγω αγνοίας, είτε λόγω αλαζονείας».
Αντί να ισχύσει η δεύτερη προσέγγιση, η κυβέρνηση βολεύτηκε με την πρώτη, συν μια παραίτηση υπουργού που δεν είχε πρακτική αξία, αφού σε 2-3 μήνες θα είχαμε εκλογές. Μάλιστα η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός ένιψαν χείρες: Παραπέμπουμε τον υπουργό στην κρίση του λαού. Είδατε; Ο λαός τον ψήφισε. Ητοι οι Καραμανλικοί παραδοσιακοί οπαδοί, ενορχηστρωμένοι σε εξουσιαστικά δίκτυα δεκαετιών υπερψήφισαν τον Καραμανλή τους, και αυτό το εμφανίσαμε ως αμερόληπτη και ιερή λαϊκή κρίση. Παραλλήλως, η κυβερνητική πλειοψηφία δεν μπήκε στην εξεταστική επιτροπή με σκοπό την ανάδειξη της αλήθειας, αλλά την ανάδειξη της εξυπηρετικής αλήθειας. Και μετά άρχισαν να ακούγονται οι συγγενείς. Δεν θάβονται όλοι οι συγγενείς κάτω από το βάρος του πένθους. Μερικοί αντιδρούν εξωστρεφώς και τιμωρητικά, διότι έτσι τους υπαγορεύει η οργή τους, η φιλοτιμία τους, η φωνή της συνείδησής τους, η αίσθηση ατομικού χρέους.
Τα υπόλοιπα τα βλέπουμε στις δημοσκοπήσεις, και πιθανότατα θα τα δούμε και στις κάλπες, σε μια έκταση που δεν μπορεί σε αυτή τη φάση να υπολογιστεί. Πλέον το θέμα δεν είναι ότι δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη για το δυστύχημα- η δικαστική διερεύνηση έχει προχωρήσει αποφασιστικά και εις ύψος-, το θέμα είναι ότι η κυβέρνηση κρύφτηκε από τις ηθικές και πολιτικές ευθύνες της, και φάνηκε να ιεραρχεί ψηλότερα το πολιτικό κόστος από την ειλικρινή αποτίμηση του δυστυχήματος, με αποτέλεσμα να της ταχυδρομείται τώρα το πολιτικό κόστος. Το οποίο επαυξάνεται κάτω από την αίσθηση της κοινωνίας, των νέων ιδίως, ότι προστατεύεσαι επειδή δεν συμπονάς, δεν συναισθάνεσαι, δεν κατανοείς, είσαι μια εξουσία ψυχρή, κυνική, αλαζονική, που επιδίδεται σε αλλότριους, συμφεροντολογικούς σχεδιασμούς, που υπηρετούν είτε τη φιλοδοξία και τη διαιώνιση της υπεροχής, είτε την ανασφάλεια. Υπό τις συνθήκες αυτές, η λαθροχειρία της Αννας Μισέλ, η επιτηδευμένη ευφράδεια του Βορίδη, τα επικοινωνιακά σαφάρι του Αδωνη, έρχονται να δράσουν όπως το αλάτι στην πληγή.
Πλέον προστίθεται και η προσχώρηση Μητσοτάκη στη λογική της περιφοράς σε στημένα μικρόφωνα, όπως στις εκλογές του 2023, όμως οι πολιτικοί σχεδιασμοί που απευθύνονται στον κόσμο, πρέπει να έχουν και τον κόσμο μέσα. Και ο κόσμος έχει συνοφρυωθεί. Η αντιπολίτευση που δεν έχει βρεθεί στα πρόσωπα των Κασσελάκη- αν και αυτός δεν πρέπει να υποτιμάται- και Ανδρουλάκη, έχει βρεθεί στο πρόσωπα των νέων και των επιδέξιων χρηστών του διαδικτύου. Η εκτόξευση Κουτσούμπα στον πίνακα της δημοφιλίας- ενός Κουτσούμπα που παραμένει στον πάτο του πίνακα της εκτίμησης καταλληλότητας- μας θυμίζει κλίμα υπέρ Πελετίδη στην κοινωνία της Πάτρας, την οποία κατέκτησε ο αγωνιστής, ο ανιδιοτελής, ο φιλολαϊκός, ο αντιστασιακός, όχι επειδή ήταν ο ίδιος τέτοιος, αλλά επειδή είχαν αποκαρδιώσει τον κόσμο οι συστημικοί και συστηματικοί διεκδικητές των θώκων.
Όταν οι νέοι ταξιδεύουν με το τρένο, έχουν μέσα στην ψυχή τους τη δυσφορία για ένα παρόν και ένα μέλλον που δεν υπόσχεται τίποτα. Ο αδιάφορος και ακαμάτης σταθμάρχης, η παγωνιά των σταθμών, τα πανηγυρτζίδικα χαμόγελα των υπουργών, η σκηνογραφία του μιντιακού συστήματος, το εξανεμισμένο χαρτζιλίκι, το παγωμένο φοιτητόσπιτο, οι αμφιλεγόμενες σπουδές, η θολούρα της αποκατάστασης, όλα αυτά είναι ένα πελώριο, σκούρο γκράφιτι που συνοδεύει το βραδινό τους ταξίδι. Εκτός από το να αποδοκιμάζουμε τα γκράφιτι, πρέπει και να τα διαβάζουμε πριν τα σβήσουμε.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News