Ορχήστρα εκτός δωματίου

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Ο Τσέχοφ έγραψε την κυρία με το σκυλάκι, μια ιστορία όπου το σκυλάκι δεν παίζει απολύτως κανένα ρόλο, ούτε δαγκώνει, ούτε γαυγίζει, ούτε καν εμφανίζεται στα κρίσιμα σημεία. Εμείς διασταυρωθήκαμε με την κυρία με τα σκυλάκια, δύο είχε, καθένα δεμένο με ένα λουρί. Τίποτα ρομαντικό, τα είχε βγάλει για τους γνωστούς υδραυλικούς λόγους.

Η ευαισθησία απέναντι στα ζώα έχει ανέβει κλίμακες, ως γνωστόν. Όταν συνειδητοποιήσαμε ότι είναι ανήθικο και βάρβαρο- τι ζωόφιλοι είμαστε;- να παρεμποδίζεις βιαίως την ελεύθερη, ενστικτώδη κίνηση του σκύλου προς τη μία ή την άλλη συστοιχία βάτων, ανάλογα με την κατηγορία της οσμής, υιοθετήσαμε τα λουριά ελευθέρας βοσκής. Ο σκύλος βρίσκει μεγαλύτερα περιθώρια κίνησης στο πεδίο, χάρη σε λουρί τύπου πετονιάς που αμολάει καλούμπα, για να το θέσουμε με όρους φυσικής. Ετσι και η κυρία του πρωινού μας συναπαντήματος, άφησε μπόσικο το λουρί και των δύο σκύλων, και καθώς ο ένας κινείτο προς Αγιο Διονύση και ο άλλος προς Βορείως Εξω Αγυιά, τα διασταυρούμενα λουριά κάλυψαν πλήρως το πεζοδρόμιο. Για να περάσουμε βγήκαμε στο οδόστρωμα, με την κυρία να μας κοιτάει στα μάτια. Το θέμα της δεν ήταν να απολογηθεί για την κατάσταση. Το θέμα της ήταν αν θα «της τη λέγαμε» ή όχι. Σε κάθε περίπτωση ούτε που διανοήθηκε να μαζέψει κάποιο λουρί.

Δεν πάει το χέρι σου σε τέτοιες βαναυσότητες. Οι δε σκύλοι στην κοσμάρα τους. Οι σκύλοι δεν είναι ευγενείς. Κανένα ζώο δεν είναι. Ούτε όλοι οι άνθρωποι είναι. Κάντε τις μαθηματικές πράξεις.

Η υπογεννητικότητα αυξάνεται ως μέγεθος αφ’ ης στιγμής υποχώρησε το βασικό κίνητρο της μετα-μεταπολιτευτικής περιόδου για επαύξηση της τεκνοποίησης. Παλιότερα κάναμε παιδιά για να έχουμε εργάτες, μετά επικράτησε η ιδέα ότι ένα δεύτερο παιδί «θα να κάνει παρέα στο πρώτο», πλέον και αυτή η τάση αποδυναμώθηκε. Αναπτύχθηκε όμως η τάση να παίρνεις ένα δεύτερο σκυλί για να έχει παρέα το πρώτο. Οσοι δεν έχουν καν ένα ζώο συντροφιάς και θαυμάζουν εκείνους που μπορούν να διατηρούν ένα, σε πείσμα άλλων ανελαστικών υποχρεώσεων, βλέπουν συμπολίτες με δύο σκύλους και παραξενεύονται. Πώς τα καταφέρνουν; Η απάντηση ίσως να είναι απλή: Δεν τα καταφέρνουν. Και συνήθως δεν το ξέρουν ότι δεν τα καταφέρνουν. Αυτό το ξέρουν κυρίως οι γείτονες.

Με τη ζωοφιλία δεν συμβαίνει κάτι λιγότερο, περισσότερο ή χειρότερο, αλλά ούτε και καλύτερο με όσα ισχύουν με τη διαχείριση του εαυτού μας, των παιδιών μας, του ΙΧ μας, των συνηθειών μας, της φωνή μας, σε σχέση με τον περιβάλλοντα κόσμο. Ειδικά με τα περίφημα ζώα συντροφιάς, βέβαια, έχουμε το χαριτωμένο ζήτημα της διαρκούς επαγρύπνησης του ζώου, που όσα χρόνια και αν περάσουν, θα έχει πάντα ανασφάλεια σε σχέση με τη θέση του στο σπίτι. Ούτως ή άλλως, βέβαια, δεν έχει και πολλά να ασχοληθεί. Υπάρχει ένας μύθος, ότι τα ζώα είναι δοτικά, ενώ στην πραγματικότητα κοιτάνε τον εαυτό τους και αυτόν που τα φροντίζει, επειδή τα φροντίζει. Όταν λοιπόν ο Φλοξ από το μπαλκόνι δει να κυκλοφορεί ο Ντικ για πιπί του, του γαυγίζει προειδοποιητικά: Αυτό το μέρος είναι δικό μου. Όταν αντιστραφούν οι όροι και στο μπαλκόνι ο Ντικ μυριστεί τον Φλοξ που έχει βγει, γαυγίζει ο Ντικ τον Φλοξ. Όταν βγουν και οι δύο, τους γαυγίζει από το μπαλκόνι του ο Ρεξ, ξεσηκώνοντας τον Τζακ από το μπαλκόνι της γωνίας, κάτι που εκλαμβάνει ως σήμα συναγερμού ο Τζιμ από το πέρα τετράγωνο, και η όλη κατάσταση παίρνει συμφωνικά χαρακτηριστικά. Ο κόσμος βγάζει το σκύλο του στο μπαλκόνι για μια επίφαση επαφής με τη φύση αλλά και για να μην αφήνει τρίχες στους καναπέδες ή να μην στριφογυρίζει επαιτώντας για τροφή, λες και έχει μείνει ποτέ ατάιστος ή φοβάται επέκταση του πολέμου της Ουκρανίας.

Η παραγόμενη όχληση δεν απασχολεί το αφεντικό. Τι να κάνουμε; Θα μας ανεχθείτε. Τι να κάνουμε; Το ανεχόμαστε. Αυτός ήταν πάντα ο κοινωνικός κανονισμός: Η αμοιβαία ανοχή, στα γαυγητά, τις μυρωδιές, τους καυγάδες, τα κορναρίσματα, τα μερακλώματα, τις συζυγοκτονίες. Σωπαίνεις και υπομένεις. Τις μέρες της αργίας, πιάνει ο Ντικ του γουφ. Και ο Τζιμ το βουφ. Και εσύ το σνιφ. Ονειρεύεσαι έναν καλύτερο κόσμο, με τους σκύλους μέσα στο σπίτι και τα αφεντικά στο μπαλκόνι. Όχι πως δεν γαυγίζουν και τα αφεντικά, αλλά τουλάχιστον καταλαβαίνεις τι λένε.