Πώς σου πάει καλέ το ζην

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διεθυντής Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Ο Αλέξανδρος όφειλε τη ζωή του στον πατέρα του (και όχι στη μητέρα του, παρεμπιπτόντως) αλλά στον δάσκαλό του όφειλε το ευ ζην, όπως θρυλείται ότι έλεγε. Άλλο αν δεν έζησε και πολύ ευ, και τον έφαγαν οι καταχρήσεις. Δάσκαλός του ήταν ο Αριστοτέλης, όπως ξέρουμε. Αν δεν είχε λεφτά ο Φίλιππος να πληρώσει το φροντιστήριο, κι αν δεν ήταν γιος βασιλιά ο Αλέξανδρος, δεν θα κατακτούσε το προνόμιο μιας καλής ζωής. Αλλά φτάνει με τους μακεδόνες. Το θέμα μας είναι το μπάσκετ. Οι μακεδόνες δεν είχαν
μπάσκετ, αλλά είχαν αναπτύξει εξαιρετικά συστήματα άμυνας, με θρυλική την περίπτωση της στρατιωτικής φάλαγγας, που πορευόταν με τους στρατιώτες να καλύπτουν νώτα, πλευρά και φάτσα τοποθετώντας ανάλογα τα επιμήκη τους ακόντια, γνωστά ως σάρισες, από τα οποία βγήκε και το ρητό, σάρισα- σάρισα, σε είδα και λαχτάρισα. Ούτω λοιπόν λαχταρίσαμε και εμείς όταν οι Τσέχοι φαλαγγίτες παρατάχθηκαν με τις σάρισες στραμμένες προς το σώμα του μπασκετομάχου αθλητή μας Γιάννη Αντετοκούμπο, προκειμένου να του φράξουν τον δρόμο προς το καλάθι, ελπίζοντας ότι και να πασάρει εκείνος στους ακροβολισμένους ελεύθερους συμπαίκτες, εκείνοι θα αστοχούν, όπερ και εγένετο. Φαίνεται ότι εκτός από αμυντικό σύστημα, είχαν σπείρει και μαύρες γάτες ολούθε στο τερέν, με αποτέλεσμα να μην φτουράει ελληνικό σουτ ούτε κάτω από το καλάθι, εχούσης της στεφάνης μετατραπεί εις ακάνθινον τοιαύτην, με αποτέλεσμα να βρίσκει η μπάλα και
να ξεφουσκώνει.

Πλην αποδείχθηκε ότι ναι μεν δεν είναι κάθε μέρα του Αη Γιαννιού, αλλά η Κυριακή ήταν, και ο Ιωάννης πήδηξε πάνω από τη φάλαγγα των αντιπάλων και κατέστειλε την άνοιξη της Πράγας εκεί όπου οι Τσέχοι είχαν αρχίσει να ελπίζουν στην έκπληξη. Ευτύχησε η πατρίς να αποκτήσει ελληνική συνείδηση ο αφρικανικής καταγωγής νέος- και ο αδελφός του ορμητικότερη, καθώς η κάμερα τον δείχνει να τρέχει και να μαρκάρει και να σκρινάρει έξω από το γήπεδο χωρίς να κάνει φάουλ, σκέψου δηλαδή μέσα αν ήταν, τι θα έκανε- ευτύχησε όμως πρωτίστως η πατρίς να έχει πάρει την ιθαγένεια η οικογένεια και να μπορούμε να έχουμε τον Γιάννη και τους αδελφούς αυτού στην εθνική μας ομάδα. Συνοψίζουμε: Στον
πατέρα του ο Γιάννης οφείλει το ζην, την ιθαγένεια και το μπόι. Στο μπάσκετ, τους γυμναστές και στη θέλησή του οφείλει τη σωματική διάπλαση που απέκτησε, βαστάζων τα βάρη των γυμναστηρίων Ελλάδος και ΝΒΑμερικής, δυνάμει των οποίων λίγο ακόμα και θα
πατούσε επί των Τσέχων αντιπάλων, όπως οι εμποδιστές ακάθεκτοι γκρεμίζουν τα εμπόδια χυμώντας προς το νήμα.

Είδαμε και θαυμάσαμε και επιβεβαιώσαμε την πεποίθησή μας περί της ανισότητας του συγκεκριμένου αθλήματος, διότι στο μπάσκετ ο ψηλός και ογκώδης καιχυμώδης και ταχύς δεν παίζεται. Πολλώ δε μάλλον αν είναι και Ελληνας στην ψυχή και αφρικανικής καταβολής
ως προς το σώμα. Αν τα δύο τελευταία ακούγονται ρατσιστικά, διαγράψτε τα. Κρατήστε όλα τα παραπάνω, αλλά εμείς είμαστε οι ρατσιστές ή το μπάσκετ, καθώς αν είσαι τάπας με ύψος ένα και ενενήντα οι άλλοι σκεπάζουν με τα χέρια τους τον ήλιο, όπως έλεγαν παλιά ότι συμβαίνει όταν έριχναν οι Πέρσες τοξότες τα βέλη τους, τόσοι πολλοί που ήσαν, άλλο αν τους νικήσαμε γιατί όταν έριχναν τα βέλη σκύβαμε. Είχαμε σωστή οδηγία από τον πάγκο.