Προοδευτική παράταξη: Η ανάγκη για την ουσιαστική ανασύνθεσή της

Του Γιώργου Μαντζαβά, μέλους τομέα Δικαιοσύνης ΠΑΣΟΚ, Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου Μείζονος Αντιπολίτευσης Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος,  Δικηγόρος Πατρών

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου επιβεβαίωσαν με τον πιο ηχηρό τρόπο δυστυχώς το έλλειμα αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος και των κομμάτων. Δεν κέρδισε η αποχή αλλά υπερίσχυσε  η σύγχυση και η αδιαφορία, ενώ η ακροδεξιά βγήκε ενισχυμένη σε κάθε έκφανσή της μάλιστα.

Η κυβέρνηση του 41% δέχθηκε χωρίς αμφιβολία ένα ηχηρό μήνυμα αμφισβήτησης. Μια κυβέρνησης που αλαζονικά πορεύεται εδώ και έναν χρόνο με μόνη απάντηση το ποσοστό των εθνικών εκλογών του 2023. Απέναντι σε αυτήν την κυβέρνηση ο προοδευτικός χώρος δυστυχώς δεν κατόρθωσε να δώσει μια ισχυρή εναλλακτική.

Η ιστορική ευθύνη που μας βαραίνει όλους είναι να μιλήσουμε με παρρησία για το τι έφταιξε.  Χωρίς παρωπίδες και με γνώμονα το τι πρέπει συλλογικά και συγκροτημένα ως κόμμα να πράξουμε.

Το ΠΑΣΟΚ από το 2010 μέχρι και σήμερα περιδινίζεται σε μια κρίση ταυτότητας. Η ανάγκη για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο παραμερίζεται δυστυχώς από  τις προσωπικές ατζέντες ομαδαρχών και φυλάρχων. Όροι που ταιριάζουν περισσότερο σε ζούγκλα παρά σε ένα σύγχρονο  προοδευτικό κίνημα.

Η στρατηγική της «θεσμικής αντιπολίτευσης» ατόνησε τον ρόλο του ΠΑΣΟΚ στον δημόσιο διάλογο. Σε έναν διάλογο που γνωρίζουμε όλοι καλά πως η επικοινωνία των θέσεων και των προτάσεών μας, θυμίζει μια μάχη με ξύλινα σπαθιά καθώς τα συστημικά μέσα απέκλειαν διακριτικά κάθε τι που το σύστημα αποστρέφεται.

Σε επίπεδο  εσωτερικής λειτουργίας και οργάνωσης το κόμμα δυστυχώς είναι έρμαιο των παθογενειών. Οι τομείς πολιτικής και οι τοπικές οργανώσεις υπό τον φόβο των εσωτερικών αντιπαλοτήτων των διαφόρων φατριών λειτούργησαν στην καλύτερη των περιπτώσεων φοβικά και με καχυποψία. Αυτό είχε ως άμεσο αποτέλεσμα έλλειμα παραγωγής και χάραξης πολιτικών σε συνάρτηση με την κοινωνική πραγματικότητα. Μια κοινωνική πραγματικότητα την οποία αγγίζουμε επιδερμικά σε πολλές περιπτώσεις.

Ερχόμενοι στην επόμενη μέρα των ευρωεκλογών  στην ατζέντα του δημόσιου διαλόγου de facto έρχεται η ανάγκη για την ανασύνθεση του ευρύτερου χώρου.  Μια συζήτηση ωστόσο που φαντάζει ότι εκκινεί έξωθεν του ΠΑΣΟΚ και σε επίπεδο «κορυφής».

Και η βάση;

Στη βάση των προοδευτικών πολιτών θα συναντήσει κανείς στη συντριπτική πλειονότητα πολίτες που αρνούνται τον συντηρητικό μονόδρομο της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Πολίτες που με βαθιά ενσυναίσθηση έχουν ξεκάθαρη εικόνα για την θέση της χώρας. Αρνούνται τον μονόδρομο και την δικαιολογία που δήθεν χάραξε το «41%» και αναζητούν μια προοπτική προοδευτικής διακυβέρνησης όχι με αυτοσκοπό την άσκηση εξουσίας αλλά με γνώμονα την ακλόνητη πεποίθηση τους και τις αγωνίες τους για περισσότερη δημοκρατία και κοινωνική Δικαιοσύνη.

Σε αυτήν την βάση λοιπόν οφείλουμε όλοι να συστηθούμε με σοβαρότητα και συνοχή παρουσιάζοντας ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Ενα πλαίσιο στο οποίο θα μπορούν όχι απλά να εκφραστούν θετικά ή αρνητικά, αλλά μία θεμέλιο λίθο η οποία δεν θα είναι προϊόν ινστιτούτων, ιδρυμάτων ή επικοινωνιολόγων, αλλά προϊόν ουσιαστικού δημόσιου διαλόγου.

Βασική προϋπόθεση όμως, είναι πριν προβούμε σε οποιαδήποτε απόπειρα, να αντιμετωπίσουμε το ξεκάθαρο έλλειμμα συλλογικότητας που αντιμετωπίζει τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο χώρος ευρύτερα.

Αν λοιπόν οι ευρωεκλογές, μας έδωσαν ένα μάθημα, αυτό είναι ότι δεν χρειαζόμαστε περισσότερη «ατομικότητα» -εξ’ άλλου από αυτήν έχουμε μπόλικη- αλλά περισσότερη «συλλογικότητα». Ειδικά την τελευταία δεκαετία τόσο ο χώρος αλλά και η χώρα χόρτασε από περιπτώσεις διαττόντων αστέρων.  Ωστόσο πλέον και αφού το ατομικό μοντέλο απέτυχε παταγωδώς χρειάζεται να  επαναπροσεγγίσουμε την κοινωνία  και να πράξουμε ξανά  με συλλογικό τρόπο πάνω σε όλα τα ζητήματα που μας απασχολούν. Εκκινώντας από  το πώς μπορούμε αρχικά να αναγεννήσουμε το κόμμα ως έναν σύγχρονο οργανικό διανοούμενο να οδηγηθούμε μέσω ενός παραγωγικού διαλόγου στο ποια είναι η σύγχρονη ατζέντα της προοδευτικής παράταξης για την Ελλάδα του σήμερα και να καταλήξουμε σε ξεκάθαρες προτάσεις.

Οι  φιλοδοξίες είναι θεμιτές και οι προβληματισμοί είναι απαραίτητοι. Σε περιόδους περιδίνησης μόνο η βάση μπορεί να δώσει τις απαντήσεις. Ωστόσο μια διαδικασία για την εκλογή επικεφαλής από μόνη της δεν είναι αρκετή. Χρειάζεται τόλμη, αυτοσυγκράτηση και σκληρή δουλειά. Και κυρίως όσοι και όσες σπεύδουν να  τοποθετηθούν σε θέσεις μάχης και όσοι όσες  θέσουν τον εαυτό τους  ενώπιον της κρίσης των προοδευτικών πολιτών, να αναλογιστούν την σημασία του «εμείς». Με γνώμονα την αναγέννηση της παράταξης και όχι την διαπραγμάτευση θέσεων και την διαχείριση κομματικών βιλαετιών.