Springsteen: Deliver Me From Nowhere:Ταξίδι ανάμεσα στις νότες του «Nebraska»
Η προσωπική μας αλήθεια είναι μια γυμνή σιωπή που δεν ζητά χειροκρότημα. Μια φλόγα που καίει αθόρυβα, αρνούμενη να γίνει ψέμα για να αρέσει.

Η ταινία Deliver Me from Nowhere ξεκινά σχεδόν ψιθυριστά. Καμία συναυλιακή έξαρση, κανένα πλήθος. Μόνο ένας νεαρός μουσικός κλεισμένος σ’ ένα υπνοδωμάτιο στο Νιου Τζέρσεϊ, παλεύοντας να ακούσει τον εαυτό του μέσα στον εκκωφαντικό θόρυβο της φήμης. Το «αφεντικό» ο Μπρους Σπρίνγκστιν, λίγο μετά την τεράστια επιτυχία του The River, βρίσκεται σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, είτε θα συνεχίσει την πορεία προς το άπληστο μεγαλείο της ροκ σκηνής, είτε θα βουτήξει βαθύτερα στα σκοτάδια που κουβαλά μέσα του. Επιλέγει το δεύτερο.
Η ιστορία εκτυλίσσεται σε λίγους, απογυμνωμένους χώρους το πατρικό του, το αυτοκίνητο, μερικά στούντιο, κάτι απέραντοι δρόμοι της μεσοδυτικής Αμερικής. Το σύμπαν του ήρωα μικραίνει, όσο μεγαλώνει ο θόρυβος γύρω του. Η επιτυχία δεν είναι θρίαμβος. Είναι κλοιός. Μέσα σε αυτόν, ο Σπρίνγκστιν (Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ ) γράφει τις ιστορίες τουτου εμβληματικού LP «Nebraska», έναν δίσκο φτιαγμένο χωρίς φιοριτούρες και στολίδια, με μια φθηνή τετράκαναλη κασέτα, γεμάτη χαρακτήρες που έχουν χάσει το δρόμο τους.
Ο σκηνοθέτης Σκοτ Κούπερ παρακολουθεί αυτό το εσωτερικό ταξίδι σαν να στήνει μια ιστορία επιβίωσης. Ο ήρωας δεν παλεύει με τον κόσμο, παλεύει με τον εαυτό του. Η ταινία χτίζεται γύρω από αυτήν την αόρατη μάχη. Σκηνές από περιοδείες, συναυλίες ή συνεντεύξεις λειτουργούν απλώς ως σκιές στο φόντο. Η ουσία βρίσκεται στη σιωπή του υπνοδωματίου, στις άγρυπνες νύχτες, στις σπασμένες φράσεις που γίνονται τραγούδια.
Στον πυρήνα της αφήγησης δεσπόζει η δύσκολη σχέση του Μπρους με τον πατέρα του (Στίβεν Γκράχαμ). Ψυχρή, σχεδόν βουβή, γεμάτη εσωτερική βία και καταπιεσμένα συναισθήματα. Η πατρική φιγούρα δεν είναι μόνο αναμνηστική σκιά, είναι καθρέφτης της υπαρξιακής του κρίσης. Εκεί ριζώνουν οι ιστορίες των χαμένων ψυχών του “Nebraska”, εκεί σφυρηλατείται ο ήχος του. Παράλληλα, ο μάνατζερ Τζον Λάνταου (Τζέρεμι Στρονγκ) λειτουργεί σαν φωνή της λογικής, πιέζοντάς τον να αγκαλιάσει την επιτυχία. Ο Μπρους όμως απομακρύνεται.
Καθώς η αφήγηση προχωρά, το φως και το σκοτάδι παίζουν κυνηγητό. Η κάμερα εστιάζει σε μικρές λεπτομέρειες, τα δάχτυλα που χτυπούν νευρικά τις χορδές, τις σκιές που πέφτουν στον τοίχο, τις άδειες καρέκλες στα μικρά μπαρ όπου παίζει μόνος του. Δεν πρόκειται για μια βιογραφία γεμάτη εντυπωσιασμούς αλλά για ένα χρονικό απογύμνωσης. Το “Deliver Me from Nowhere” μετατρέπει τη δημιουργική διαδικασία σε υπαρξιακή εξομολόγηση.
Η δραματουργία κορυφώνεται όταν ο Μπρους συνειδητοποιεί πως το άλμπουμ δεν μπορεί να κυκλοφορήσει όπως είναι. Οι ηχογραφήσεις του είναι πολύ “άγριες”, πολύ λιτές. Κι όμως, αυτές οι πρόχειρες κασέτες είναι η πιο ειλικρινής του στιγμή. Στο σημείο αυτό, το δίλημμα γίνεται σπαρακτικά απλό, να προδώσει τη φωνή του ή να την αφήσει να μιλήσει χωρίς φίλτρα;
Την ταινία, όμως, υποσκάπτει η υπερβολικά εσωστρεφής προσέγγιση. Το Deliver Me from Nowhere κλείνεται τόσο πολύ μέσα στο δωμάτιο του ήρωά του, που κατά στιγμές χάνει τον ρυθμό του. Ο Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ δεν απογειώνει ποτέ τη δημιουργική και υπαρξιακή αγωνία του ήρωά μας. Η ένταση της δημιουργικής κρίσης δεν μεταφράζεται πάντα σε κινηματογραφική δυναμική. Ο ρυθμός επιβραδύνεται, αγγίζοντας τα όρια της στατικότητας. Η αφήγηση αποφεύγει σκόπιμα τη συναυλιακή λάμψη και τα σημεία καμπής της καριέρας του Μπρους Σπρίνγκστιν, αυτό προσδίδει ειλικρίνεια, αλλά αφήνει το θεατή χωρίς αφηγηματικές κορυφώσεις.
Η ταινία Deliver Me from Nowhere, από την άλλη πλευρά, αντί για εξιδανικευμένο πορτρέτο, προσφέρει ένα χαμηλότονο, σιωπηλό χρονικό μιας κρίσιμης δημιουργικής περιόδου. Η επιλογή του Σκοτ Κούπερ να εστιάσει στο εσωτερικό ταξίδι του Μπρους Σπρίνγκστιν χαρίζει στην αφήγηση βαρύτητα και εσωτερική ένταση.
Η φωτογραφία, λιτή και μουντή, υπηρετεί απόλυτα το θέμα. Δημιουργεί μια ατμόσφαιρα απομόνωσης και μελαγχολίας που αντιστοιχεί στην ψυχική κατάσταση του ήρωα. Η μουσική δεν δεσπόζει, αλλά εισχωρεί διακριτικά, σαν υπόγειος παλμός, δίνοντας βάρος στην κάθε νότα.
Τέλος, η απόφαση να αφηγηθεί μια μικρή, εσωτερική ιστορία αντί για μια φλύαρη βιογραφία λειτουργεί ως πλεονέκτημα. Το φιλμ παραμένει συγκεντρωμένο, σμιλεύοντας έναν ειλικρινή, σχεδόν ποιητικό κινηματογραφικό στοχασμό πάνω στη δημιουργία, τη μοναξιά και την ανάγκη να βρει κανείς τη δική του φωνή.
Η ταινία δεν προσπαθεί να εξηγήσει τον Μπρους Σπρίνγκστιν. Τον παρατηρεί τη στιγμή που στέκεται στο μεταίχμιο, ανάμεσα στην επιτυχία και την ερημιά, ανάμεσα στη δημόσια περσόνα και τον άνθρωπο που γράφει μόνος μέσα στη νύχτα. Το “Deliver Me from Nowhere” είναι η ιστορία μιας ηχογράφησης που έγινε εξομολόγηση, και μιας σιωπής που έγινε θρύλος, γνωρίζοντας ότι η προσωπική μας αλήθεια είναι σαν τον καθρέφτη τα χαράματα δεν κολακεύει κανέναν, αλλά τουλάχιστον δεν λέει ψέματα. Κι αυτό, φίλε μου, θέλει θάρρος.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News