Εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης που πλαστογραφούσε έγγραφα και διακινούσε παράνομα μετανάστες – 23 συλλήψεις

Σε βάρος τους, καθώς και σε βάρος ακόμα 26 ατόμων που αναζητούνται, σχηματίσθηκε δικογραφία

Εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης που πλαστογραφούσε έγγραφα και διακινούσε παράνομα μετανάστες – 23 συλλήψεις

Η ΕΛ.ΑΣ. προχώρησε στην εξάρθρωση μίας επαγγελματικά οργανωμένης εγκληματικής οργάνωσης που δρούσε στην Ελλάδα, με κύριο αντικείμενο την κατάρτιση πλαστών εγγράφων και την παράνομη διακίνηση μεταναστών.

Για την αποδόμησή της και τον τερματισμό της δράσης της, πραγματοποιήθηκε προχθές συντονισμένη επιχείρηση του τμήματος Δημόσιας Ασφάλειας, με τη συνδρομή αστυνομικών της Ο.Π.Κ.Ε. καθώς και ειδικού εμπειρογνώμονα της Europol, σε περιοχές της Αθήνας και του Πειραιά, στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν 23 μέλη, μεταξύ των οποίων και ο αρχηγός.

Σε βάρος τους, καθώς και σε βάρος ακόμα 26 ατόμων που αναζητούνται, σχηματίσθηκε δικογραφία – κατά περίπτωση – για εγκληματική οργάνωση, κατοχή ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων προσώπων, πλαστογραφία, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, διευκόλυνση τέλεσης εγκληματικών δραστηριοτήτων της οργάνωσης, παραβίαση περιορισμών διαμονής, απείθεια και παραβάσεις των νόμων που αφορούν τα ναρκωτικά, τα όπλα και το μεταναστευτικό δίκαιο.

Όπως έγινε γνωστό από την ΕΛΑΣ, από την έρευνα προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, τουλάχιστον από τις αρχές του 2024, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση, με απόλυτα δομημένη ιεραρχία και διαρκή δράση, με σκοπό τη διευκόλυνση εισόδου – εξόδου από τη χώρα αλλοδαπών που στερούνται ταξιδιωτικών εγγράφων, για την αποκόμιση παράνομου οικονομικού οφέλους.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την αστυνομία, τα μέλη της οργάνωσης, προκειμένου να πετύχουν τον σκοπό τους, κατάρτιζαν πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία προμήθευαν στους ενδιαφερόμενους για τις παράνομες μεταφορές από και προς την Ελλάδα, που πραγματοποιούνταν κυρίως μέσω αεροπορικών πτήσεων και εναλλακτικά μέσω ξηράς ή ακτοπλοϊκά. Προς τον σκοπό αυτό, είχαν καταρτίσει πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια παραποίησης-κατάρτισης πλαστών εγγράφων, καθώς και αποθηκευτικούς χώρους – “καβάτζες”, ακόμα και σε διαμερίσματα και καταστήματά τους.

Πιο αναλυτικά, ως προς τον τρόπο δράσης, τα μέλη με ρόλο πλαστογράφου, φρόντιζαν να λειτουργούν με σύγχρονη τεχνική υποδομή, διαθέτοντας ακόμη και εξειδικευμένες ηλεκτρονικές εφαρμογές, ώστε να πλαστογραφούν και να νοθεύουν οποιοδήποτε ταξιδιωτικό έγγραφο. Λειτουργούσαν με υψηλά στάνταρ ποιότητας, διαφημίζοντας τη δουλειά τους στους πελάτες τους, στους οποίους απέστελλαν τα έγγραφα πριν την πλαστικοποίηση, για τον εντοπισμό τυχόν αστοχιών.

Μάλιστα, εκτός από την κατάρτιση πλαστών εγγράφων, χρησιμοποιούσαν και τη μέθοδο LOOK-ALIKE για την ανεύρεση εγγράφων, οι πραγματικοί κάτοχοι των οποίων εμφάνιζαν ομοιότητες με τους ενδιαφερόμενους.

Παράλληλα, για να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους, προχωρούσαν και στην κατάρτιση εγγράφων (άδειες εργασίας, διπλώματα οδήγησης κλπ.) για να διευκολύνουν την κίνηση των αλλοδαπών στην Ελλάδα.

Για τις χρηματικές συναλλαγές τους και προκειμένου να μην γίνονται αντιληπτοί, τα μέλη χρησιμοποιούσαν το εξωτραπεζικό σύστημα διακίνησης χρημάτων, γνωστό με την ονομασία «HAWALA», το οποίο στηρίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των αποστολέων, παραληπτών και διαμεσολαβητών, λειτουργώντας πίσω από επιχειρήσεις-βιτρίνες.

Προκειμένου να επιτευχθεί η είσπραξη των οικονομικών αμοιβών από τα εγγυητήρια-HAWALA, οι διακινητές απαιτούσαν από τους ενδιαφερόμενους την αποστολή φωτογραφιών ή βίντεο από την επιβίβαση και αποβίβασή τους, για την επιβεβαίωση της επιτυχίας της μεταφοράς τους.

Ως προς τη μέθοδο παράνομης διακίνησης, και συγκεκριμένα για την έξοδο από την ελληνική επικράτεια αεροπορικώς:

* ο ενδιαφερόμενος γνωστοποιούσε τα στοιχεία του στην οργάνωση, μέλη της οποίας αναλάμβαναν την παραποίηση-κατάρτιση ταξιδιωτικών εγγράφων, ενώ παρέδιδε χρηματικό ποσό ως εγγύηση για την μεταφορά του