Το άλλο αντισφαίριο

Ο διευθυντής σύνταξης της «Π» Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει

Tην Αυστραλία την περιβάλλαμε ανέκαθεν με μεγάλη συμπάθεια, αλλά είναι πολύ μακριά και αρκετά μεγάλη για να το καταλάβει. Συμπάσχαμε, αφενός γιατί τα νερά της έχουν καρχαρίες πολύ κοινωνικούς, που πλησιάζουν τον κόσμο, αφετέρου γιατί είναι οικτρό να είσαι το κάτω ημισφαίριο και να βλέπεις τον ήλιο ανάποδα. Αλλά ομολογούμε ότι το αυστραλιανό όπεν δεν μας συγκινούσε και πολύ. Ας έπαιζε όποιος ήθελε και ας το κατακτούσε όποιος μπορούσε. Από πλευράς μας δεν υπήρχε κανένα θέμα. Υποθέτουμε ότι αυτό ίσχυε και για πολλούς συμπατριώτες μας: Πόσοι από εμάς θυμόμαστε ποιος είχε πάρει το περυσινό όπεν, κόντρα σε ποιόν, και ποιος το προπέρσινο; Αν και οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι έχουν αυξηθεί οι φίλοι του τένις στη χώρα. Εχει πληθύνει ο κόσμος που ξέρει πάρα πολλά για το άθλημα αυτό, όπως βέβαια έχουν αυξηθεί και όσοι ξέρουν από πανδημίες και από διαχείριση κρατικού χρέους. Παλιά πολλοί ήσαν μόνο οι Ελληνες που ήξεραν να κάνουν τον πρωθυπουργό.

Τώρα όμως που ξέσπασε το πολύκροτο θρίλερ με τον Τζόκοβιτς, το ενδιαφέρον μας για το όπεν της Αυστραλίας εξακοντίστηκε στα ύψη. Σπεύσαμε, όπως ήταν εύλογο, άλλοι να οργιστούμε εναντίον του και άλλοι να οργιστούμε με όσους τον οργίζουν. Και δεν είναι να τον ξανάβεις τον άνθρωπο αυτόν, γιατί- ενώ είναι παιχνιδιάρης και του αρέσουν οι πλάκες- αγριεύει το μάτι του. Αλλά έτσι είμαστε εμείς οι βαλκάνιοι, καλοί και άγιοι, αλλά άμα μας πειράξεις το όπεν, μαύρο φίδι που σε έφαγε.

Το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις. Οι οπαδοί του ορθολογισμού επικρίνουν τον Τζόκοβιτς δριμύτατα. Για την άρνησή του να εμβολιαστεί και για την αλαζονεία του, να απαιτεί εξαιρετική μεταχείριση επειδή είναι αυτός που είναι. Κατάχρηση θέσης, θα το λέγαμε με δύο λέξεις. Αυτός θα χάσει αρκετά αν δεν παίξει στο τουρνουά- αλλά ήδη έχει πάρα πολλά, που όμως μπορεί και να μην του φτάνουν- οι διοργανωτές και οι χορηγοί όμως θα χάσουν περισσότερα. Και αυτό το εκμεταλλεύεται. Υπό άλλες συνθήκες, θα λέγαμε γούστο του και καπέλο του, καθένας δικαιούται να εκμεταλλεύεται τον εαυτό του όσο νομίζει ότι μπορεί, θες, τον πληρώνεις, δεν θες, κλείνεις την τηλεόραση και πας για βόλτα, αλλά εν προκειμένω τίθεται ζήτημα δημοσίου παραδείγματος με σοβαρή επιδραστικότητα στους νέους ανθρώπους. Ισως αυτό το αντάρτικο τους εξιτάρει. Ενας αντιεξουσιαστής, με πολλά λεφτά, όπως ο Μαραντόνα, που τα έβαλε και με τον εαυτό του, λίαν επιτυχώς. Στους νέους αρέσουν οι λεβέντες που πάνε κόντρα στο σύστημα. Αλλά όπως διαπιστώνουμε, δεν αρέσουν μόνο στους νέους. Η περίπτωση Τζόκοβιτς ανέδειξε την κουλτούρα περί παλικαρισμού που είναι διάχυτη στις κοινωνίες, και όχι μόνο τις βαλκανικές. Ηδη πολλοί πιστεύουν ότι ο Τζόκοβιτς, ως σέρβος ορθόδοξος, είναι στοχοποιημένος από τον καισαροπαπισμό, αν και η Αυστραλία παρά πέφτει ανατολικά και νότια. Θα πεις, ανατολικά της ανατολής είναι η δύση, και κάπως έτσι την πάτησε ο Κολόμβος, που κίνησε προς τη δύση μέσω ανατολής και έφτασε στην άγρια δύση, νομίζοντας ότι είχε φτάσει στην Ινδία. Και είπαμε τους ιθαγενείς Ινδιάνους οι οποίοι το αποδέχθηκαν, με την εξαίρεση του Καθιστού Ταύρου που έμενε καθιστός σε ένδειξη διαμαρτυρίας, όπως κάθονται οι τενίστες βλοσυροί στα μονά τα γκέιμ τρώγοντας υδατάνθρακες. Κάτι ξέρουμε κι εμείς από τένις, δεν μπορείς να πεις.

Με τούτα και με κείνα, ο εμβολιασμός ναι μεν κουτσά στραβά προχωράει, αλλά έχει υποστεί ρωγμές. Οσο ο κορονοϊός αντεπιτίθεται με διάφορες παραλλαγές και εκδοχές, τόσο αναπτύσσεται μια αίσθηση ότι το σύστημα ρεζιλεύεται. Σαν να είσαι Κωνσταντινουπολίτης, να σε πολιορκεί ο Μωάμεθ, ο οπλουργός του ο Ουρβανός να κατασκευάζει οβίδες που κατατρυπάνε τα τείχη, και εσύ, αντί να φρίττεις, να το διασκεδάζεις. Μωραίνει Κύριος ον βούλεται διασωληνώσαι. Εξ ου και ο Τζόκοβιτς μας φαίνεται έως και θαυμαστός. Τους τρίβει στη μούρη τα εμβόλια.

Μακάρι να ξέραμε από ιατρική, αθλητισμό, δικαιοσύνη όσα πρέπει, για να έχουμε άποψη κι εμείς, όπως τόσος και τόσος κόσμος. Αυτό που βλέπουμε είναι ότι ενισχύεται η τάση του να βλέπεις τον ήλιο ανάποδα, εξ ου και μας πλησιάζουν οι καρχαρίες όλο και περισσότερο, όπως και οι λύκοι της Πάρνηθας. Ακριβέστερα, εμείς πήγαμε στην Πάρνηθα, δεν κατέβηκε ο λύκος στο Σύνταγμα. Μακάρι να μην είχαν λύκους τα βουνά, ώστε ο φυσιολάτρης εαυτός μας να τα απολάμβανε ασφαλής. Αλλά ήρθε η κλιματική αλλαγή. Και πλάκωσαν οι λύκοι. Δεν μένανε στη Ουόλ Στριτ, να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο.