Η μάχη του Μπιζανίου

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Είναι οικτρό για τη μνήμη τριών παιδιών να εξελιχθεί η έρευνα για τον θάνατό τους σε πρόκληση για μαύρη κοινωνική σάτιρα. Αλλά πλέον η ιστορία κάνει περισσότερα βήματα προς την κατεύθυνση αυτή παρά προς την πλήρη αλήθεια.

Εμείς μετράμε ανάμειξη περισσότερων ιατροδικαστών από όσους πολίτες συναντάμε Σάββατο στη Ρήγα Φεραίου, αλλά άκρη δεν έχει βγει με τα δύο από τα τρία παιδιά, ο θάνατος των οποίων εξακολουθεί να ερμηνεύεται με εικασίες και «μάλλον». Η εξιχνίαση της υπόθεσης μοιράζεται μεταξύ αρχών και δημοσιογραφικών εκπομπών και σήμερα τελειώνει ο Μάιος με λιγότερο θόρυβο από όσος γινόταν τον Απρίλιο, μεν, αλλά με τον παρανομαστή να μην αλλάζει. Φαίνεται ότι δεν έχουμε αμφιβολίες για την ποινική αλήθεια και επιτέλους αποδεχθήκαμε ότι η περαιτέρω εργασία είναι αρμοδιότητα του δικαστηρίου.

Δεν παύουμε όμως να προκαλούμαστε από γεγονότα και ερεθίσματα που δεν φέρνουν φως, αλλά αφορμές για ανάρμοστη, αλλά ανθρωπίνως αναπόφευκτη θυμηδία, με πιο πρόσφατη την εισβολή στο περίφημο σπίτι της οδού Μπιζανίου από δικηγόρους άνευ οριστικοποιημένης δικαστικής αδείας, σε ανοιχτή γραμμή με τηλεοπτικά συνεργεία, τα οποία προφανώς κλήθηκαν στο πλαίσιο ενός αλισιβερισιού που έχει γίνει κανόνας στο ενημερωτικό παιχνίδι: Σου δίνω θέμα, μου δίνεις δημοσιότητα που με υποβοηθά στους επαγγελματικούς σκοπούς. Αλλά όλο αυτό το κάπως ωμό σκηνικό, συνεργεία, δικηγόροι, κλειδαριές, λήψεις βίντεο από δικηγόρο και συγγενείς Ρούλας εκατέρωθεν, κυνηγητά, λινκ σε αναμονή, πάσχει από αισθητική και πλημμυρίζει από ψυχρό επαγγελματικό κυνισμό που δεν απέχει του φαρισαϊσμού, όταν βαπτίζουμε ως προσήλωση στο ιδανικό της δικαιοσύνης το στεγνό επαγγελματικό συμφέρον ή έστω την επαγγελματική αγωνία: Μη χάσω το θέμα που θα έχουν οι άλλοι.

Από το τάμπλετ της Τζωρτζίνας μέχρι τις ζωγραφιές της και την τσάντα της, από την αυθαίρετη αποκρυπτογράφηση σκίτσων, σκαριφημάτων και φράσεων μέχρι την απηνή έκθεση σε δημόσια θέα κάθε ίχνους και αποτυπώματος παιδιών, συγγενών και φίλων, παράχθηκε και παράγεται υλικό για ένα μυθιστόρημα ή μια καλτ ταινία όπου θέμα της δεν θα είναι πλέον οι τρεις θάνατοι και η αλήθεια, αλλά όλος ο περιβάλλων γλόμπος, εμείς οι ίδιοι δηλαδή. Όπως όλα τα συμβάντα που προκαλούν μεγάλη κοινωνική διατάραξη, πόλεμοι και σεισμοί, πανδημίες και ποδοσφαιρικοί εμφύλιοι, οικονομικές κρίσεις και ατομικές κατακρημνίσεις, έτσι και τα ποινικά ζητήματα με τεράστια κοινωνική απήχηση, μετατρέπονται σε καθρέφτη όπου απεικονίζεται η αλήθεια του εαυτού μας, ο ψυχισμός μας, η ηθική μας, η ευρύτητα του μυαλού μας, ο πολιτισμός μας, η φιλοσοφία, η μόρφωσή μας, τα βιώματά μας και οι επιδράσεις τους.

Βαθμολογητής είναι η ιστορία, αλλά τον βαθμό αυτόν δεν θα τον ζητήσει κανείς. Τα ενδεικτικά μας, όταν έρθει η ώρα να κηδευθούμε ανάσκελα, τα παίρνει ο αέρας και τα θάβει κάτω από ταυτόσημες κοινοτυπίες. Ο αποθανών δεδικαίωται και σκάστε. Ο,τι έγινε, μεταξύ μας.

Η ιστορία πάντως μας σκάει πλάκα,εξ ου και η εκπόρθηση της οικίας της Μπιζανίου παραπέμπει συνειρμικά στις επικές μάχες στο Μπιζάνι, για κατάληψη του οχυρού που επέτρεψε την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Τουλάχιστον τότε υπήρχε αντίσταση.