Το πέρασμα του Μύλερ

Τέτοιες μέρες ζήσαμε μια συρροή γεγονότων που μετέτρεψαν το καλοκαίρι του 1974 στο πιο επεισοδιακό καλοκαίρι της ζωής μας. Θα αρκούσε μόνο και το γυριστό σουτ του Μύλερ που έκανε το 2-1 σε βάρος της Ολλανδίας, στο τελικό του Μουντιάλ που λόγω παραθερισμού παρακολουθήσαμε παρέα με Γερμανούς τουρίστες που φώναζαν «Ντόιτσλαντ» για να εμψυχώσουν την ομάδα τους από την τηλεόραση, για να θυμόμαστε τις μέρες αυτές για πάντα, αλλά λίγα 24ωρα αργότερα ήρθε το κυρίως γεύμα. «Δολοφονήσανε τον Μακάριο!» ήρθε μια συνωμοτική φωνή από καλά (πιο καλά από μας, που είμαστε στα σκοτάδια) πληροφορημένη πηγή, που κι εκείνης μια πηγή της το είχε παραγγείλει: Τότε δεν υπήρχαν ραδιόφωνα να μεταδίδουν τέτοιες ειδήσεις. Σχεδόν, δεν υπήρχαν και τηλέφωνα.

Πριν προλάβουμε να καταπιούμε τα γεγονότα, πραξικόπημα στην Κύπρο, απόπειρα δολοφονίας, διάσωση του Μακάριου μέσα από φλόγες και συντρίμμια, ήρθαν οι μεγαλύτεροι σεισμοί. Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, πόλεμος δηλαδή, επιστράτευση στην Αθήνα, κλάματα και χάος, κάναμε ώρες να ξαναδούμε τους μπαμπάδες μας και κάποιοι έκαναν εβδομάδες, πληροφορίες για νίλες στο μέτωπο- εμείς; ο ένδοξος στρατός μας;- και μετά η κορύφωση της κρίσης: Η τηλεόραση μεταδίδει ότι αποφασίστηκε η ανάθεση της εξουσίας σε πολιτική κυβέρνηση, ένας εύσχημος αλλά σαφής τρόπος να ανακοινωθεί ότι η χούντα έπεσε, και μετά βγήκε ο κόσμος στους δρόμους με το σήμα της νίκης, σαν να δικαιώθηκε ο προσωπικός τους αγώνας- δόθηκε δεν δόθηκε- και μετά σύγχυση ως προς τα πρόσωπα που θα ηγηθούν, όχι, δεν θα είναι ο Κανελλόπουλος, θα είναι ο Καραμανλής, τον οποίο θα δούμε σε δράση για πρώτη φορά στη ζωή μας μετά από μερικές μέρες να απευθύνει δασύτριχο διάγγελμα, Ελληνίδες, Ελληνες, και την ίδια εκείνη νύχτα πιάνει φωτιά στο Δασύλλιο και πάει να καεί η αρκτική Πάτρα και κάποιοι διατείνονταν ότι τις φωτιές τις έβαζαν νοσταλγοί του Μεταξά, άρα και του Παπαδόπουλου, γι’ αυτό διάλεγαν την 4η Αυγούστου, αν και μάλλον ο καύσωνας τη διάλεγε και όχι οι νοσταλγοί.

Έθιξε την περίοδο αυτή ο υφυπουργός Παιδείας στη Βουλή, και τα άκουσε. Είπε ότι τη χούντα δεν την έριξαν Πολυτεχνείο, εξέγερση και διαδηλώσεις, αλλά κατέρρευσε υπό το βάρος της συντριβής στην Κύπρο που προκάλεσε χάος και εξαϋλωση της δικτατορίας στην Αθήνα. Και έπεσαν πολλά τουφέκια κατά του υφυπουργού, επειδή σκίασε τον αντιδικτατορικό αγώνα, επειδή αυτά που είπε ήταν εκτός ατζέντας της Υπουργού και προσωπικό κλείσιμο ματιού σε συντηρητικούς ψηφοφόρους που ενοχλούνται από αγωνιστικές μυθολογίες και υπερβολές, επειδή έδωσε πατήματα για αντιπερισπασμούς, επειδή και επειδή.

Σε ζητήματα τάιμινγκ και πολιτικής στρατηγικής δεν θα υπεισέλθουμε γιατί δεν μας αφορούν και αποτελούν παρωνυχίδες σε σχέση με την ιστορία. Η ιστορία λέει ότι όσα είπε ο υφυπουργός είναι ακριβέστατα και είναι μάλλον να απορείς και να σταυροκοπιέσαι εάν υπάρχουν Ελληνες που τα αμφισβητούν, στο μέτρο που αυτοί κι εμείς ζούσαμε στην ίδια χώρα εκείνο τον Ιούλιο. Η διαφορά είναι ότι ο υφυπουργός υποτιμά και αδικεί την πολιτική και ηθική σημασία της εξέγερσης του 1973, τόσο σε σχέση με τη χούντα, όσο και τη μεταπολιτευτική πολιτική ζωή.

Η εξέγερση των φοιτητών και των συνοδοιπόρων τους δεν έριξε τη Χούντα, κλόνισε όμως τον Παπαδόπουλο, που ανατράπηκε τον ίδιο μήνα, έστω και αν οι λόγοι της ανατροπής βρίσκονταν στον αντίποδα των φοιτητικών επιδιώξεων και των αντιστασιακών δυνάμεων, που, ναι, ήταν οικτρά μειοψηφικές, και παρέμειναν έτσι και στη συνέχεια. Όμως ο ξεσηκωμός και η ντροπιαστική του καταστολή καταρράκωσε ηθικά το καθεστώς και του μηδένισε τα κοινωνικά ερείσματα, που μέχρι τον Νοέμβριο του ’73, ήταν σημαντικά. Η εξέγερση, συνεπώς, δεν οδήγησε στην πτώση, αλλά δημιούργησε σοβαρή κάμψη αυτοπεποίθησης στους δικτάτορες και τα όργανά τους, με αποτέλεσμα, να γίνει πολύ πιο εύκολα αποδεκτή από τους χουντικούς θύλακες η αποδρομή του καθεστώτος από όσο επέτρεπαν οι διαθέσεις των φανατικών του ένοπλων υποστηρικτών. Αν δεν είχε βγει ο κόσμος το ’73 στους δρόμους, δεν θα έβγαινε σαν έτοιμος από καιρό το 1974, δημιουργώντας την ανθρώπινη ασπίδα που επέτρεψε στον Καραμανλή να επιβληθεί αναιμάκτως και χωρίς εμφύλιο, διότι και αυτόν τον κίνδυνο διέτρεξε η χώρα εκείνες τις τρομερές ώρες.

Επιπλέον η εξέγερση στο Πολυτεχνείο μετέτρεψε τη δημοκρατική συνείδηση από δικαίωμα σε καθήκον, κάτι που προσδιόρισε το μήκος κύματος της ελληνικής δημόσιας ζωής κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο και συνέβαλε στην εγκαθίδρυση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, αποθεώνοντας τις βασικές στοχεύσεις, ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία, ως συστατικές στοχεύσεις της δημοκρατίας, και επιπλέον αναγνωρίζοντας ως δομικούς πυλώνες της πολιτικής και κοινωνικής ζωής την αντίθεση, την αντίδραση, τη διαμαρτυρία, την ανήσυχη ανοιχτή σκέψη, τη διεκδίκηση και τη δημοκρατική ευαισθησία. Ναι, αυτό νομιμοποίησε υπερβολές, καταχρήσεις, μυθεύματα, ναρκισισμούς , καριερισμούς, δηθενισμούς και άλλα βλαπτικά φαινόμενα που έφθειραν, εξέθεσαν και απαξίωσαν τη δημοκρατία, αλλά γι’ αυτά, ο τελευταίος που έφταιγε ήταν το Πολυτεχνείο του ’73. Γι’ αυτό ο υφυπουργός έπρεπε να ξανασκεφτεί τις διατυπώσεις που έδωσαν ξανά πάτημα σε όσους δυσφημούν την εξέγερση να το αμφισβητήσουν, επειδή η απέχθειά τους κατά της φαρισαϊκής αριστεράς, τους εξώθησε να αμφισβητούν και να σπιλώνουν τα σύμβολά της, που όμως είναι σύμβολά μας, ανήκουν σε όλους και μην τα πειράζετε. Τα κουβαδάκια σας και σε άλλη αμμουδιά. Αυτή είναι η δική μας, είναι η αμμουδιά της μνήμης του θέρους του ’74. Να φύγετε, να πάτε αλλού.