Η δίκη των έξι, η καταδίκη και η εκτέλεσή τους

Του Βασίλη Μπεκίρη, τ. υφυπουργός Παιδείας (ΝΔ)

Καθώς οι διωγµοί και οι σφαγές των Ελλήνων συνεχίζονταν στη Μικρά Ασία, οι αξιωµατικοί του αποδεκατισµένου Ελληνικού Στρατού, που βρισκόταν στη Χίο και στη Λέσβο, οργάνωσαν το κίνηµα της 11ης Σεπτεµβρίου του 1922.

Οι κινηµατίες σχηµάτισαν επαναστατική επιτροπή που την αποτελούσαν ο συνταγµατάρχης Νικόλαος Πλαστήρας, ο συνταγµατάρχης Στυλιανός Γονατάς και ο αντιπλοίαρχος Δηµήτριος Φωκάς. Στις 13 Σεπτεµβρίου αποβιβάστηκαν στο Λαύριο και ανέλαβαν τη διακυβέρνηση του κράτους. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε ήδη παραιτηθεί από τον θρόνο και έφυγε για την Ιταλία, παραχωρώντας την εξουσία στον γιο του Γεώργιο Β’, ενώ καθήκοντα πρωθυπουργού ανέλαβε να εκτελεί προσωρινά ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως και υπουργός Εσωτερικών Σωτήρης Κροκίδας. Εκπρόσωπος της Ελλάδας στο εξωτερικό είχε οριστεί ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος ανέλαβε το βάρος όλων των διαπραγµατεύσεων για την παύση του πολέµου.

Ενας από τους σκοπούς του κινήµατος ήταν η σύλληψη και ο τουφεκισµός των υπευθύνων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ετσι, όταν έφτασαν στην Αθήνα διατάχθηκε η σύλληψη, µε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, των εξής: Δηµητρίου Γούναρη, πρωθυπουργού της περιόδου 1921-1922, Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, πρωθυπουρ­γού από τον Μάιο µέχρι τον Αύγουστο του 1922, Νικόλαου Στράτου, πρωθυπουργού για λίγες ηµέρες τον Μάιο του 1922, Γεωργίου Μπαλτατζή, υπουργού Εξωτερικών των κυβερνήσεων Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη, Νικόλαου Θεοτόκη, υπουργού Στρατιωτικών των κυβερνήσεων Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη, Γεωργίου Χατζανέστη, επικεφαλής της Στρατιάς της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης, Μιχαήλ Γούδα, υπουργού των κυβερνήσεων Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη, και Ξενοφώντα Στρατηγού, υπουργού των κυβερνήσεων Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη.

Αν και οι κατηγορούµενοι ήταν 8 η δίκη έµεινε γνωστή ως η «Δίκη των έξι», εξαιτίας της καταδίκης και εκτέλεσής τους. Οι κινηµατίες ήθελαν µε συνοπτικές διαδικασίες να εκτελέσουν τους κατηγορούµενους πάνω στο «Λήµνος», ωστόσο µε την επικράτηση των µετριοπαθών και µετά από πιέσεις των ξένων αποφασίστηκε να πραγµατοποιηθεί δίκη. Ετσι, στις 12 Οκτωβρίου ορίστηκε ανακριτική επιτροπή υπό την προεδρία του Θεόδωρου Πάγκαλου και έκτακτο στρατοδικείο µε πρόεδρο τον Αλέξανδρο Οθωναίο. Η δίκη ξεκίνησε στις 31 Οκτωβρίου στο κτίριο της Παλαιός Βουλής. Οι κατηγορίες αφορούσαν όλες τις πολιτικές, οικονοµικές, διπλωµατικές και στρατιωτικές ενέργειες που, σύµφωνα µε τους κατηγόρους, οδήγησαν στην ήττα του Ελληνικού Στρατού και τελικώς στην καταστροφή του µικρασιατικού ελληνισµού.

Η δίκη που ακολούθησε δεν ήταν τυπική, αλλά πρόχειρη και εκτός νοµικών πλαισίων, αφού διοργανώθηκε απλώς για να µη δυσαρεστηθούν οι ξένοι που την απαιτούσαν. Ετσι, η ετυµηγορία που εκφωνήθηκε στις 14 Νοεµβρίου ήταν προκαθορισµένη: έξι καταδικάστηκαν σε. θάνατο και δύο, ο Μιχαήλ Γούδας και ο Ξενοφών Στρατηγός, σε ισόβια δεσµά. Την 15η Νοεµβρίου οι καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στο Γουδί και στις 11:27 εκτελέστηκαν. Θάφτηκαν στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, κάτω από δρακόντεια µέτρα ασφαλείας.

Ολο το διάστηµα από την ανακοίνωση της δίκης µέχρι και τη νύχτα της εκτέλεσης, στο πολιτικό παρασκήνιο οι ξένοι πίεζαν και απειλούσαν τόσο για τη δίκη όσο και για την µη εκτέλεση της ποινής, ωστόσο σε εκείνες τις συνθήκες ελάχιστοι διατηρούσαν την ψυχραιµία τους, αφού οι περισσότεροι ήταν συναισθηµατικά φορτισµένοι και ήθελαν πάση θυσία κάποιος να πληρώσει το τίµηµα της πανωλεθρίας. Η εκτέλεση των έξι ανδρών τελικά είχε αντίκτυπο στις οικονοµικές και διπλωµατικές σχέσεις της Ελλάδας µε τα κράτη που την καταδίκασαν, όπως η Βρετανία, οι ΗΠΑ, το Βέλγιο και άλλες.