Ζωή εν τάφω

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντής Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Οποιος διατύπωσε το απόφθεγμα πως η ανθρώπινη ζωή αξίζει περισσότερο από όλο το χρυσάφι του κόσμου, δεν είχε υπολογίσει διάφορα μπελαλίδικα ενδεχόμενα, όπως: Διπλός σεισμός κοντά στα οκτώ ρίχτερ, που σωριάζει χιλιάδες κτίσματα σε δεκάδες πόλεις, και εγκλωβίζει ζωντανούς και νεκρούς στα ερείπια. Θα ψάξεις μια μέρα για επιζώντες, θα ψάξεις δύο, θα ψάξεις τρεις. Με ευαισθησία, φιλότιμο, αυταπάρνηση και πείσμα.

Και με όλες τις τεχνικές της ανίχνευσης ίχνους ζωής κάτω από πέτρα, εντοπιστή αναπνοής ή θερμικού κύματος και με σκύλο που είναι η τελευταία λέξη της επιστήμης. Οι νεκροί αθροίζονται σε χιλιάδες, σε ημερήσια βάση, στο μακάβριο αριθμητήρι της καταμέτρησης, ενώ οι διασώσεις, επικές και συγκλονιστικές, ωχριούν ποσοτικά, έστω και αν ως μεγέθη φαντάζουν πελώρια, υπό το πρίσμα του ανθρωπιστικού ιδεώδους και του συναισθήματος.

Χθες ανασύραμε πέντε. Προχθές εφτά, παραπροχθές δέκα. Σήμερα τρεις. Μηδενίζονται τα περιθώρια να έχει επιζήσει κανείς θαμμένος ζωντανός σε τσιμέντα, σαβούρα και σκόνη. Αλλά και αν αυτό έχει συμβεί, πού μπορεί να είναι; Κάτω από ποιόν λοφίσκο χαλασμάτων, σε ποιο (πρώην) οικοδομικό τετράγωνο, ποιάς γειτονιάς; Και ποιάς πόλης; Δέκα μέρες μετά τους σεισμούς, ο υποτιθέμενος αυτός σώος δεν θα μπορεί να φωνάξει, δεν θα μπορεί να ακούσει, και μάλλον δεν θα έχει καν συνείδηση και επαφή με τον έξω κόσμο. Ποιος θα είναι για εκείνον ο κόσμος; Πέτρα, κρύο, μούδιασμα, μοναξιά, αναμνήσεις, ελπίδα και
απελπισία μαζί, σε ένα ιδιότυπο, σκονισμένο κράμα. Ατυχος να γκρεμιστώ, άτυχος να σφηνωθώ, τυχερός να επιβιώσω, τυχερός που αντέχω ακόμα μετά από μέρες, αλλά πόσες μέρες να έχουν περάσει, άτυχος που δεν με εντοπίζουν, και μάλλον ακόμα πιο άτυχος που δεν θα με εντοπίσουν ποτέ. Τυλιγμένος στο απαίσιο, δεν παύω να γραπώνομαι φαντασιακά από το αίσιο, ακούω μοτέρ από την επιφάνεια, σε ποιο σημείο άραγε, οι ανακλάσεις με μπερδεύουν, ίσως είναι το κομπρεσέρ που ανοίγει τρύπες στο μπετόν, ψάχνοντας για αγνοουμένους, αλλά ίσως και να είναι η μπουλντόζα που μαζεύει τα μπάζα, μαζί με τα οποία ίσως μαζέψει κι εμένα, ίσως ακόμα σώο, ίσως κομμένο στη μέση.

Όλα αυτά δεν τα αισθάνομαι, τα ονειρεύομαι, μέσα στον λήθαργο που αποτελεί τελευταία γραμμή άμυνας του οργανισμού μου, ο οποίος πάλεψε λυσσαλέα, ρυθμίζοντας θερμοκρασίες, λειτουργίες και τα ρέστα, για να αντέξω χωρίς τροφή, χωρίς νερό, χωρίς κίνηση, με κατάγματα, παγωμένος, μέσα στον απρόσμενο τάφο.

Για τον έναν αυτόν άνθρωπο που ίσως υπάρχει, ίσως και όχι, δεν θα μπορέσει η
ανοικοδόμηση να περιμένει. Πρέπει να σκεφτούμε ορθολογικά: Μετά από δέκα μέρες δεν είναι φυσιολογικό να υπάρχει επιζών. Αλλά και αν ακόμα υπάρχει, στατιστικά δεν έχει και μεγάλο νόημα εάν οι 49.565 νεκροί ανέλθουν στους 49.564, παρεκτός εάν μια ευεργετική συνωμοσία των συμπτώσεων οδηγήσουν το συνεργείο στο σημείο Χ, όπου ο επιζών, και τότε η διάσωσή του θα θεωρηθεί ύμνος στην αντοχή του ζώου που λέγεται άνθρωπος και βέβαια ύμνος επίσης στις αρετές της αλληλεγγύης και τους ανθρωπισμού, των οποίων- μεταξύ μας- η ελαστικότητα είναι περατή όπως όλα. Είμαστε πρωτίστως λογικοί, όπως και να το κάνουμε. Αν η αντοχή σου υπερέβη τα λογικά όρια, τότε συγνώμη φίλε.