Το τέλος της «Πειραϊκής – Πατραϊκής» ΦΩΤΟ
Το οριστικό κλείσιμο του εργοστασίου της Πειραϊκής – Πατραϊκής, πριν από 32 χρόνια, εξακολουθεί να στοιχειώνει την βιομηχανική ιστορία της Πάτρας μέχρι σήμερα.
30 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ: Το τέλος της «Πειραϊκής – Πατραϊκής»
Η εταιρεία – σταθμός για την τοπική οικονομία
30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ «Π-Π»
Βιομηχανία
Στοιχειώνει την πόλη
ΠΕΙΡΑΪΚΗ – ΠΑΤΡΑΪΚΗ 1992-2002, 30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΥΚΕΤΟ
1919-1992
Μικρό ιστορικό
Felix Rodewaldt
Το γκράφιτι του 2018
Από την «Π»
Το αφιέρωμα του 1955
Οδοιπορικό
Το τρίτο αφιέρωμα
Αναμνήσεις μιας ζωής
«Ντύνει, στολίζει, νοικοκυρεύει»
Χριστόφορος Κατσάμπας
H επιχειρηματική διαδρομή
Η κόρη μου η σοσιαλίστρια
Στο εργοστάσιο της «Π-Π»
Σλόγκαν της Πειραϊκής – Πατραϊκής
Διαφημίσεις στον Τύπο
Περιοδικό «Time»
Πρότυπο το 1962
Το παλιό εργοστάσιο
Στην γειτονιά της «Π»
Στοιχειώνει ακόμα την βιομηχανία της πόλης
Το οριστικό κλείσιμο του εργοστασίου της Πειραϊκής – Πατραϊκής, πριν από 30 χρόνια, εξακολουθεί να στοιχειώνει την βιομηχανική ιστορία της Πάτρας μέχρι σήμερα.
Δεν ήταν το μόνο βαρύ λουκέτο που πλήγωσε την Πάτρα στα «τελειώματα» του 20ού αιώνα. Κι ο Λαδόπουλος, πλήγωσε, κι η Μίσκο, κι η Πιρέλι κι η Βέσο, και τόσες άλλες εμβληματικές βιομηχανίες.
Μα η περίπτωση της «Πειραϊκής – Πατραϊκής» είναι ξεχωριστή.
Ακόμα και σήμερα, θαρρείς ότι ανάμεσα στα εγκαταλελειμμένα κτίρια της μονάδας εξακολουθεί να ακούγεται ο θόρυβος των μπομπίνων, οι μηχανές από τα στριπτήρια και οι φωνές των εκατοντάδων εργατών.
Δυστυχώς τα «κουρέλια» δεν τραγουδάνε ακόμα ή εν πάση περιπτώσει θα ξανατραγουδήσουν εάν κι εφόσον ολοκληρωθεί η μετατροπή του «κουφαριού» της «Π-Π» σε σύγχρονο διαμετακομιστικό κέντρο από τον ΟΛΠΑ, στον οποίο και ανήκει εδώ και πολλά χρόνια.
1919-1992: Μικρό ιστορικό
Το 1907 ο Χριστόφορος Κατσάμπας από τη Νερομάνα Τριχωνίδας, έρχεται στην Πάτρα για να σπουδάσει στην εμπορική σχολή. Στα 1911 εργάζεται στον έμπορο υφασμάτων Βασίλειο Μαραγκόπουλο, όπου προσλαμβάνεται και ο Σταμούλης Στράτος από το Θέρμο.
Κατσάμπας και Στράτος αναπτύσσουν φιλικές σχέσεις για να στήσουν στη συνέχεια μια επιχείρηση που κατέφερε να γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης, όχι μόνο στην Πάτρα, μετά το ελληνικό δημόσιο.
Στις 28 Νομεμβρίου του 1919 ιδρύεται η ομόρρυθμη «Πατραϊκή Εμποροβιομηχανική Εταιρεία». Συμμετέχουν με ποσοστό 28% έκαστος οι Κατσάμπας, Στράτος και Ζαφειρόπουλος (βαφέας), καθώς και ο Τιμολέων Εμμανουήλ, συνεργάτης του Μαραγκόπουλου, (με 16%).
Αγοράζουν το παλιό νηματοποιείο του Αργύρη Αποσκίτη, Μαιζώνος και Παπαφλέσσα, που λειτούργησε μέχρι τη δεκαετία του ’60 και εγκαθιστούν εντυπωσιακή γερμανική πετρελαιομηχανή 50 ίππων.
Το 1924 η Πατραϊκή μετεξελίσσεται σε Ανώνυμη Εταιρεία. Είναι η πρώτη Α.Ε. που ιδρύθηκε στην Πάτρα.
Το 1950, κατασκευάζεται στο Μεγάλο Πεύκο μια μεγάλη σύγχρονη μονάδα, ενώ το 1953, αρχίζουν τα δάνεια από αμερικανική τράπεζα και αυξάνεται το μετοχικό κεφάλαιο. Στην διοίκηση μπαίνουν και τα παιδιά των ιδρυτών. Επιλέγεται η περιοχή Κρύα Ιτεών για την εγκατάσταση των νέων συγκροτημάτων.
Την δεκαετία του 1960 η Π-Π διέθετε πέντε σύγχρονες εργοστασιακές μονάδες και απασχολούσε περισσότερους από 4.000 υπάλληλους.
Στη δεκαετία 1970-1980 η εταιρεία επεκτείνεται (Πάτρα, Αθήνα, Μ. Πεύκο, Χαλκίδα, Καρπενήσι, Φιλιάτες. Σύρος, Σάμος) και απασχολεί πλέον 3.000 εργαζόμενους στην Πάτρα και 7.000 σε όλη την Ελλάδα.
Στη δεκαετία του 1970 αρχίζει η κρίση και καθίσταται αναπόφευκτη η κρατικοποίησή της στην πρώτη 4ετία της κυβερνήσεως του Ανδρέα Παπανδρέου.
Μετά το 1989, αυξήθηκαν τα χρέη και η κακοδιαχείριση, ακολουθούμενη από βίαιες προσπάθειες «εξυγίανσης» που όμως συνάντησαν την σφοδρή αντίδραση των εργαζομένων.
Τελικά η «Πειραϊκή-Πατραϊκή» έκλεισε τον Οκτώβρη 1992. Αφησε χρέη 235 δισεκατομμύριων δραχμών.
«Ντύνει, στολίζει, νοικοκυρεύει»
Δεν υπήρξε οικογένεια στην Πάτρα, που να μην είχε έμμεση ή άμεση σχέση με την «Πειραϊκή – Πατραϊκή».
Η οποία -σε συνδυασμό με τα άλλα μεγάλα εργοστάσια της νότιας Πάτρας- άλλαξε για πάντα τον πολεοδομικό ιστό της πόλης, με την ραγδαία εξάπλωση προς δυσμάς, την ανάπτυξη φτωχό-κατοικιών στα Ζαρουχλέικα, στις Ιτιές, στην Παραλία κ.ο.κ.
Αναμνήσεις μιας ζωής μέσα από το φωτογραφικό μας άλμπουμ:
1911-1965: H επιχειρηματική διαδρομή του Χριστόφορου Κατσάμπα
Από το μεταπτυχιακό πόνημα του Πέτρου Αποστολόπουλου, «Η επιχειρηματική διαδρομή του βιομήχανου Χριστόφορου Κατσάμπα την περίοδο 1911-1965» στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠ Αθηνών, το 2015, αντλήσαμε μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία με τα οποία σκιαγραφείται η δράση του μεγάλο βιομήχανου της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα.
Τα πρώτα βήματα
Στο πέρασμα από τον 19ο στον 20ο αιώνα, μεταξύ 1890 και 1914, η Ελλάδα βρισκόταν σε μια δεύτερη διαδικασία εκβιομηχάνισης, αν ως πρώτη θεωρηθούν οι βάσεις που τέθηκαν στην περίοδο 1865-1875. Από το τέλος του 1860 μέχρι τα μέσα του 1870, η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, που εκβιομηχανίζεται, μέσα στο γενικότερο κλίμα της εποχής που χαρακτηρίζεται από οικονομική ανάπτυξη, αστικοποίηση και ευημερία, εξαιτίας κυρίως των αυξημένων εξαγωγών συγκεκριμένων προϊόντων. Ωστόσο, ο ρωσοτουρκικός πόλεμος (1876-1878), η οικονομική ύφεση και η ανάδειξη νέων Βαλκανικών κρατών διέκοψαν αυτή τη φάση. Η ανάκαμψη από την κρίση της δεκαετίας του 1880, ο νέος αναπτυξιακός κύκλος της διεθνούς οικονομίας την περίοδο 1896-1914, τα πεδία που άνοιγαν οι προσιτές νέες τεχνολογίες και η ανάπτυξη των αστικών κέντρων ενίσχυσαν τη διαδικασία εκβιομηχάνισης. Αυτή τη φορά, η ανάπτυξη οφειλόταν και στην εγχώρια αγορά, η οποία είχε διευρυνθεί μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1881 και είχε προστατευθεί από την υποτίμηση της δραχμής.
Την περίοδο αυτή η εκβιομηχάνιση δεν επεκτείνεται, αλλά κυρίως εντατικοποιείται, γεγονός που επιδιώκεται μέσω του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού. Ο τύπος όμως της εκβιομηχάνισης που προωθείται, με παραγωγικές μονάδες μικρού μεγέθους, περιορισμένης μισθωτής εργασίας, βασικών καταναλωτικών αγαθών και χωρίς ανταγωνισμό στις εξωτερικές αγορές, φθάνει στα όριά του γύρω στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Οι προσπάθειες ανασύνταξης ορισμένων βιομηχανιών, την περίοδο 1906-1914, αλλάζουν το τοπίο, ακολουθώντας τις επιταγές των καιρών: συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, ενίσχυση των μεγαλύτερων μονάδων, επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου και τεχνολογικός εκσυγχρονισμός. Με αυτές τις αλλαγές η ελληνική βιομηχανία εγκαινιάζει τον 20ο αιώνα.
Η εκβιομηχάνιση στην Ελλάδα πραγματοποιείται σε συνθήκες ιδιαίτερα δύσκολες για τα πλατιά κοινωνικά στρώματα, σε εποχή με ανοιχτά εθνικά μέτωπα και με τραυματισμένο το κύρος του κράτους, μετά την πτώχευση του 1893, την ήττα του 1897 και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου το 1898. Τη στροφή στη βιομηχανία συμπαρέσυρε η σταφιδική κρίση στον αγροτικό χώρο, που αποτελούσε την κύρια παραγωγική διαδικασία των κατοίκων της περιφέρειας. Ο περισσότερος κόσμος από τη χειμαζόμενη ύπαιθρο ξενιτεύεται για τον Πειραιά, την Αθήνα, τον Βόλο, την Χαλκίδα, την Καλαμάτα, τη Λάρισα, την Πάτρα, την Κέρκυρα και την Ερμούπολη, δημιουργώντας έτσι ένα σημαντικό εργατικό δυναμικό, πρόσφορο για την βιομηχανική ανάπτυξη.
Η οικονομική «διαδρομή» του βιομήχανου Χριστόφορου Κατσάμπα, όπως περιγράφεται στην αυτοβιογραφία του, «Πιστεύοντας εις το μέλλον. Το χρονικό μιας προσπάθειας» (1966), αντικατοπτρίζει τις οικονομικές συνθήκες στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Ο Κατσάμπας γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1893 στο χωριό Νερομάνα της Αιτωλοακαρνανίας από γονείς που ήταν χωρικοί σχετικά εύποροι. Αφού ολοκλήρωσε τις βασικές του σπουδές, μετέβη στην Πάτρα για να σπουδάσει στην Εμπορική Σχολή. Με το τέλος των σπουδών του το 1911 εργάστηκε ως «γραμματικός» στο γραφείο του Βασίλη Μαραγκόπουλου, εμπόρου χονδρικής πωλήσεως υφασμάτων. Σύντομα, εντυπωσίασε με τις ικανότητές του τον Μαραγκόπουλο, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο μισθός του και να αναλάβει πέρα από τη διατήρηση βιβλίων και αλληλογραφίας, άλλες εργασίες, όπως τον εκτελωνισμό των εισαγόμενων από το εξωτερικό εμπορευμάτων.
Το Σεπτέμβριο του 1912, με την κήρυξη του ελληνοτουρκικού πολέμου και την επιστράτευση, ο Μαραγκόπουλος προσέλαβε στο κατάστημα τον Σταμούλη Στράτο, ο οποίος γρήγορα εξελίχθηκε σε ικανότατο πωλητή και κέρδισε την εκτίμηση και εμπιστοσύνη του Μαραγκόπουλου. Ο Χριστόφορος Κατσάμπας και ο Σταμούλης Στράτος ανέπτυξαν μια ξεχωριστή φιλία και άρχισαν να σχεδιάζουν τη μελλοντική επαγγελματική συνεργασία τους βασιζόμενοι στην τεχνογνωσία που απέκτησαν από την εργασία τους.
Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Το 1914, στις παραμονές του μεγάλου πολέμου, η βιομηχανία βρισκόταν σε αναπτυξιακή τροχιά. Ωστόσο, ο πόλεμος ανέκοψε τη διαδικασία αυτή και μετέτρεψε δραματικά το πλαίσιο λειτουργίας της βιομηχανίας και ολόκληρης της οικονομικής ζωής. Μετά το πρώτο ξάφνιασμα του καλοκαιριού του 1914, η βιομηχανική κίνηση ξαναβρήκε για λίγο την προηγούμενη ανοδική ροπή της, καθώς υλοποιούνταν επενδυτικές αποφάσεις που είχαν ληφθεί νωρίτερα. Από το δεύτερο εξάμηνο του 1915, όμως, η κατάσταση επιδεινώθηκε ραγδαία και συνεχίστηκε στο μεγαλύτερο μέρος του 1916 με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές να καταρρέουν, λόγω της αναστάτωσης από τον πόλεμο.
Τον Ιούνιο του 1916, ο Χριστόφορος Κατσάμπας, αφού ολοκλήρωσε την στρατιωτική του θητεία, επανήλθε στην εργασία του και μαζί με τον Σταμούλη Στράτο σχεδίαζαν να αποχωρήσουν από το κατάστημα του Μαραγκόπουλου αμέσως μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εφόσον δεν θα είχε συμμετάσχει σ’ αυτόν η Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού και λόγώ των οικονομικών συνθηκών που επικρατούσαν, όπου τα εμπορεύματα ήταν λίγα και οι τιμές αυξάνονταν συνεχώς, αποφάσισαν να εκμεταλλευθούν την περίσταση, αλλά στερούνταν χρημάτων για την επίτευξη των στόχων τους. Τον Ιούνιο του 1917, ο Σταμούλης Στράτος, μετά από σύγκρουση με κάποιον υπάλληλο του Μαραγκόπουλου, αποχώρησε από το κατάστημά του, παρά τις πιέσεις του ίδιου να παραμείνει. Ωστόσο, Κατσαμπάς και Στράτος συνέχιζαν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες για την επίτευξη της συνεργασίας, αφού λόγω του πολέμου και των ελλείψεων οι τιμές των εμπορευμάτων συνεχώς αυξάνονταν. Θεωρώντας ότι στην επαρχία και στις μικρές πόλεις οι τιμές θα αυξάνονταν πιο αργά απ’ ότι στις μεγάλες και ότι θα μπορούσαν να αγοράζουν είδη από εκεί και να τα μεταπωλούν στην Πάτρα ή στην Αθήνα σε μεγαλύτερες τιμές, ο Σταμούλης Στράτος αναχώρησε για το Μεσολόγγι, το Αγρίνιο και την Αμφιλοχία.
Στο Μεσολόγγι, πληροφορήθηκε ότι στην Αμφιλοχία κάποιος Φώτης Μάνζος, έμπορος, πωλούσε το μαγαζί του. Ο Σταμούλης Στράτος αγόρασε τα υφάσματα και τα ψιλικά που είχε στο μαγαζί του, μέσα σε 3-4 μήνες τα μεταπώλησε με καθαρό κέρδος περίπου 20.000 δραχμές, παρ’ όλο που οι τιμές της αγοράς ήταν πολύ χαμηλές. Ο Σ.Σ. με το κεφάλαιο που συγκέντρωσε και με την επωνυμία «Σταμούλης Στράτος» άνοιξε ένα μικρό κατάστημα και προσπάθησε να κάνει δουλειές ευκαιρίας. Παράλληλα, συνεργάσθηκε με τον Αριστείδη Ζαφειρόπουλο, ο οποίος διατηρούσε βαφείο και διέθετε κεφάλαιο (περίπου 100.000 δραχμών) και ίδρυσαν εταιρεία που ονομάσθηκε «Στράτος και Ζαφειρόπουλος». Με την ίδρυση της νέας εταιρείας, αγόρασαν μερικές χειροκίνητες καλτσομηχανές και ασχολήθηκαν με τη βαφή και την εκτύπωση μανδηλίων (τσεμπέρια), τα οποία φορούσαν οι γυναίκες ως καλύμματα στα κεφάλια τους, ιδιαίτερα στην επαρχία. Η εργασία ήταν περιορισμένη λόγω των κεφαλαίων αλλά ικανοποιητική για την εποχή. Ωστόσο, η λήξη του πολέμου επέφερε σύντομη επάνοδο στην ομαλότητα και επομένως περιορισμό των έκτακτων και εύκολων κερδών, τα οποία οφείλονταν στην σπανιότητα των προϊόντων.
Η ίδρυση το 1919
Μετά το τέλος του πολέμου και την αποχώρηση του Χ.Κ από τον Μαραγκόπουλο, οι δύο άνδρες αποφάσισαν να ιδρύσουν ομόρρυθμη εμπορική εταιρεία με το όνομα «Στράτος-Ζαφειρόπουλος – Κατσάμπας και Σία», συμπεριλαμβάνοντας και τον Τιμολέοντα Εμμανουήλ, υπάλληλο του Μαραγκόπουλου. Η εταιρεία απέκτησε τον τίτλο «Πατραϊκή Εμποροβιομηχανική Εταιρεία» και αυτό για να την μεταβάλουν με την πρώτη ευκαιρία σε Ανώνυμη Εταιρεία, προβλέποντας το θεσμικό πλαίσιο του 1920 περί Ανωνύμων Εταιρειών. Στις 28 Νοεμβρίου 1919, υπέγραψαν συμβόλαιο συστάσεως της νέας Εταιρείας, ενώ συμφώνησαν ότι η συνεργασία αποτελεί «γάμο», τον οποίο πρέπει να προστατεύουν από προβλήματα και συμφέροντα, ενώ ταυτόχρονα ορκίσθηκαν να μεταδοθεί η φιλία τους και στις οικογένειες που θα αποκτήσουν.
Επίσης ορίστηκαν τα καθήκοντα των συνεταίρων. Ο Αρ. Ζαφειρόπουλος (28%) στο βαφείο, ο Τιμ. Εμμανουήλ (16%) στο Καλτσοποιείο, ο Σταμούλης Στράτος (28%) και ο Χριστ. Κατσάμπας (28%) στο εμπορικό μέρος και συγκεκριμένα ο Σταμούλης Στράτος στο Τυποβαφείο των καλεμκεριών και ο Χριστ. Κατσάμπας στη διεύθυνση γραφείου και στη γενικότερη οικονομική διαχείριση. Με τη σύσταση της εταιρείας προσελήφθη ως υπάλληλος, ο μικρότερος αδελφός του Σταμούλη Στράτου, ο Ελευθέριος.
*Από τις “Επιλογές” της “Πελοποννήσου” την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2022
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News