Δίκη Λιγνάδη: Σοκάρει η περιγραφή του βιασμού – «Ήταν σαν το ζώο πάνω μου»

Σοκάρουν οι περιγραφές του δεύτερου άνδρα που κατηγορεί τον Δημήτρη Λιγνάδη για βιασμό

Λιγνάδη

Η αναζήτηση της δικαίωσης ήταν αυτό που οδήγησε στο βήμα του μάρτυρα τον δεύτερο νεαρό που καταγγέλλει τον Δημήτρη Λιγνάδη για βιασμό. «Το κάνω για να υπάρξει Δικαιοσύνη. Δεν είναι θέμα εκδίκησης είναι θέμα Δικαιοσύνης. Δεν γίνεται άλλο ένα άτομο να με εκμεταλλευτεί και να μην υπάρχει Δικαιοσύνη» εξήγησε ο νεαρός φανερά φορτισμένος καταθέτοντας ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.

Ο 25χρονος επανέλαβε την καταγγελία του ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης τον βίασε ενώ ήταν 17 ετών σε ένα ταξίδι τους στην Επίδαυρο. Περιγράφοντας την εμπειρία του μίλησε για πόνο ενώ απευθύνθηκε στον κατηγορούμενο τον οποίο κάλεσε να του δώσει εξηγήσεις.

«Γιατί πες μου εσύ γιατί…» χωρίς, ωστόσο, να πάρει κάποια απάντηση από τον κατηγορούμενο ο οποίος τον κοίταξε στα μάτια.

Ο νεαρός εκτίμησε , απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ότι πρόθεση του κατηγορούμενου ήταν να τον ακινητοποιήσει για να τον πονέσει. «Για να μην μπορέσω να κουνηθώ, για να με πονέσει» ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Ήταν σαν το ζώο πάνω μου»

Ο μάρτυρας χαρακτήρισε το ταξίδι τους στην Επίδαυρο πολύ ωραίο. «Πέρναγα πολύ καλά. Ήμουν με τον κατηγορούμενο, με ένα άνθρωπο που ήμουν πολύ ερωτευμένος» είπε περιγράφοντας την στιγμή που, όπως λέει, τον βίασε ο κατηγορούμενος αφού προηγουμένως τον αιφνιδίασε την ώρα που κοιμόταν.

Πρόεδρος: Προέβη σε κάποια άλλη πράξη στο σώμα σας;

Μάρτυρας: Αυνανίζονταν, τελείωσε πάνω μου. Ένιωθα πόνο στη μέση στη μέση από τον τρόπο που με σήκωνε και με τράβαγε. Πόνος και πίσω….

Ο μάρτυρας κατέθεσε πως δεν αντέδρασε, πάγωσε καθώς αναβίωσε ανάλογη εμπειρία που έζησε ενώ ήταν 5 ετών. «Δε μπορούσα να μιλήσω, δεν υπήρχε περίπτωση να σταματήσει, ήταν σαν το ζώο πάνω μου» υποστήριξε.

Πρόεδρος: Όταν αισθανόμαστε ότι απειλούμαστε φωνάζουμε βοήθεια. Υπήρχε ο φίλος σας εκεί και άλλα διαμερίσματα ήταν νύχτα θα μπορούσαν να ακούσουν ίσως τις διαμαρτυρίες σας…

Μάρτυρας: Το μόνο που σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή ήταν αυτό που μου είχε συμβεί στα πέντε μου από το θείο μου. Ακριβώς το ίδιο πράγματα, ήμουν πέντε ετών.

Πρόεδρος: Αυτό το λέτε σήμερα εδώ πρώτη φορά;

Μάρτυρας: Όχι το έχω ξαναπεί. Είχα παγώσει, ήμουν φοβισμένος, ένιωθα ότι δεν θα σταματήσει. Ήταν η πρώτη φορά που ήταν τόσο βίαιος. Μετά από αυτό σηκώθηκε, δεν ξέρω που πήγε. Αυτό διήρκησε έξι με επτά λεπτά. Είχα παγώσει και έκλαιγα και θυμόμουν τα παλιά.

«Ένιωθα στεναχώρια γιατί ένα άτομο που μου έλεγε ότι με αγαπούσε»
Ο μάρτυρας υποστήριξε πως η ντροπή ήταν εκείνη που τον εμπόδισε να εκμυστηρευτεί την επίθεση που δέχτηκε στον φίλο του με τον οποίο συνταξίδευαν και πως επέστρεψε στην Αθήνα με τον κατηγορούμενο γιατί δεν είχε άλλο τρόπο.

«Με τον κατηγορούμενο δεν μιλάγαμε, υπήρχε μια βαριά ατμόσφαιρα. Τα συναισθήματά μου για εκείνον τότε ήταν ανάμεικτα. Έλεγα δεν αξίζω τίποτα, όμως σκεφτόμουν ότι μου έλεγε πως με αγαπούσε. Ένιωθα οργή και θλίψη. Ήξερα ότι αυτό που έγινε δεν έπρεπε να γίνει. Ένιωθα στεναχώρια γιατί ένα άτομο που μου έλεγε ότι με αγαπούσε. Μετά όλα αυτά τα συναισθήματα τα πήρα και τα έβαλα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Κάποια στιγμή θα το ξεπεράσω» ανέφερε ο μάρτυρας ο οποίος συμπλήρωσε ότι όταν επέστρεψε στην Αθήνα εξακολουθούσε να επικοινωνεί, μέσω μηνυμάτων, με τον Δημήτρη Λιγνάδη. «Προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε συμβεί, του είχα πετάξει μια σπόντα ήταν βαριά» είπε.

Ο νεαρός κατέθεσε πως όταν η οικογένεια του έμαθε ότι είναι ομοφυλόφιλος αντέδρασε και τότε ο ίδιος πέρασε μια «καταθλιπτική φάση με τσακωμούς» και ένιωσε ότι δεν μπορούσε να μείνει στο σπίτι του. Ήταν η περίοδος, όπως είπε, που πήρε την πρωτοβουλία να πάει στο σπίτι του Δημήτρη Λιγνάδη.

«Ήθελα απλά να πάω σε ένα μέρος που θα μπορούσαμε να ζήσουμε αυτό που είχαμε παλιά» εξήγησε.

Πρόεδρος: Δεν σας ξύπνησαν μνήμες από το περιστατικό στην Επίδαυρο; Δε φοβηθήκατε μήπως συμβεί κάτι χειρότερο.

Μάρτυρας: Είναι περίεργο αυτό που σας λέω το ξέρω αλλά δεν μπορούσα να πάω πουθενά αλλού;