Φαντάσματα: Συγκατοίκηση με το παρελθόν
Το «Φαντάσματα» φιλοδοξεί να αποτελέσει κάτι παραπάνω από μια απλή διασκευή. Θέλει να ξαναφέρει στη μικρή οθόνη το συλλογικό γέλιο, να στηριχθεί σε καλοδουλεμένους χαρακτήρες και να επενδύσει σε μια φόρμα που συνδυάζει το φανταστικό με το οικείο.

Το Ghosts του BBC είναι κωμική σειρά που παντρεύει το υπερφυσικό με το βρετανικό φλέγμα. Ένα ζευγάρι κληρονομεί μια έπαυλη γεμάτη εκκεντρικά φαντάσματα διαφορετικών εποχών. Μέσα από παρεξηγήσεις, ατυχήματα και ανατροπές, το σίριαλ σχολιάζει με χιούμορ τη μνήμη, την ιστορία και την ανθρώπινη συνύπαρξη.
Η ελληνική τηλεόραση επιχειρεί για ακόμη μία φορά να πιάσει τον σφυγμό της διεθνούς παραγωγής, με το «Φαντάσματα» του STAR, τη νέα σειρά σε σενάριο Λευτέρη Παπαπέτρου και σκηνοθεσία Αμαλίας Γιαννίκου. Πρόκειται για τη διασκευή της βρετανικής επιτυχίας Ghosts του BBC, η οποία έχει ήδη μεταφερθεί με επιτυχία σε διάφορες χώρες, από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι τη Γαλλία. Η πρόκληση είναι σαφής: πώς μπορεί ένα χιούμορ που γεννήθηκε μέσα σε πολύ συγκεκριμένο βρετανικό πλαίσιο να βρει τον δρόμο του στη δική μας τηλεοπτική κουλτούρα;
Η υπόθεση της σειράς ξεκινά με τον Χάρη (Ορφέας Αυγουστίδης) και τη Μαρίνα (Έλλη Τρίγγου), ένα νεαρό ζευγάρι που παλεύει με οικονομικά προβλήματα. Η απροσδόκητη κληρονομιά ενός αρχοντικού στην Κηφισιά από μια θεία που η Μαρίνα ούτε καν γνώριζε, φαντάζει σαν το εισιτήριο για μια καλύτερη ζωή. Όμως, το παλιό σπίτι κρύβει τα δικά του μυστικά: κατοικείται εδώ και αιώνες από εννέα φαντάσματα, διαφορετικών εποχών και καταγωγών, που έχουν «ριζώσει» εκεί και δεν είναι καθόλου διατεθειμένα να αποδεχτούν νέους συγκατοίκους. Η κορύφωση της πλοκής έρχεται όταν η Μαρίνα, μετά από ένα ατύχημα, αποκτά τη δυνατότητα να βλέπει και να μιλά με τα πνεύματα, οδηγώντας το ζευγάρι σε ένα καλειδοσκόπιο από παρεξηγήσεις, κωμικά επεισόδια και σουρεαλιστικές ανατροπές.
Το στοιχείο που διαφοροποιεί τα «Φαντάσματα» από την πλειονότητα των ελληνικών κωμωδιών είναι ακριβώς αυτή η μίξη του υπερφυσικού με το καθημερινό. Ο Παπαπέτρου, έχοντας αφήσει το αποτύπωμά του σε σειρές όπως τα «Εγκλήματα», το «Είσαι το ταίρι μου» και το «Κάτω Παρτάλι», επιστρέφει σε γνώριμα μονοπάτια: συνδυάζει το σλάπστικ με τον σαρκασμό, το φαρσικό με το οικείο, προσπαθώντας να αναβιώσει ένα είδος κωμωδίας που έμοιαζε να έχει υποχωρήσει στην ελληνική τηλεόραση. Το στοίχημα είναι διπλό. Από τη μία, πρέπει να αποδώσει με φρεσκάδα το πνεύμα του πρωτότυπου, χωρίς να πέσει στην παγίδα της μίμησης. Από την άλλη, να προσαρμόσει το σενάριο στο ελληνικό πολιτισμικό πλαίσιο, με αναφορές και χαρακτήρες που θα μιλούν στο δικό μας κοινό.
Η επιλογή του πρωταγωνιστικού διδύμου φαίνεται καίρια. Η Έλλη Τρίγγου έχει ήδη δείξει την ικανότητά της να ισορροπεί ανάμεσα στο δραματικό και το κωμικό, ενώ ο Ορφέας Αυγουστίδης διαθέτει τη φυσική γοητεία αλλά και το εκφραστικό εύρος για να ενσαρκώσει τον «ορθολογικό» σύντροφο που έρχεται αντιμέτωπος με το αδιανόητο. Η χημεία τους είναι κρίσιμη, καθώς από αυτήν εξαρτάται αν οι υπερφυσικές καταστάσεις θα αποκτήσουν ρεαλιστικό συναισθηματικό αντίκρισμα ή θα μείνουν απλώς ως ευρήματα.
Όμως, οι πραγματικοί «πρωταγωνιστές» είναι τα ίδια τα φαντάσματα. Εδώ βρίσκεται και το μεγαλύτερο περιθώριο δημιουργικότητας. Εννέα χαρακτήρες από διαφορετικές εποχές συνιστούν ένα μωσαϊκό που μπορεί να προσφέρει άπειρες πηγές χιούμορ και σχολιασμού: από την αντίθεση των ιστορικών ηθών μέχρι την τριβή με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η επιλογή του καστ, Ναταλία Τσαλίκη, Αγορίτσα Οικονόμου, Θοδωρής Σκυφτούλης, Άρης Τρουπάκης, Χάρης Φλέουρας, Άλκης Μπακογιάννης, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Νίκος Γιαλελής και Στέλιος Ιακωβίδης, δείχνει μια πρόθεση να συνδυαστεί εμπειρία και νέα γενιά. Εάν το σενάριο τους δώσει επαρκή χώρο, οι χαρακτήρες αυτοί μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα πολυφωνικό χορικό, που σχολιάζει την ανθρώπινη κατάσταση μέσα από τον φακό του γέλιου.
Η σκηνοθεσία της Αμαλίας Γιαννίκου, από αυτά που είδαμε στα πρώτα επεισόδια, καλείται να ισορροπήσει δύο κόσμους: το καθημερινό δράμα ενός ζευγαριού που προσπαθεί να σταθεί στα πόδια του και το φαντασμαγορικό στοιχείο του υπερφυσικού. Η οπτική γλώσσα είναι κρίσιμη. Αν παραμείνει εγκλωβισμένη σε μια τηλεοπτική φόρμα χωρίς φαντασία, τα φαντάσματα κινδυνεύουν να χάσουν την ιδιαιτερότητά τους. Αν όμως επιχειρηθεί μια πιο κινηματογραφική προσέγγιση, με έμφαση στο ρυθμό και στη δημιουργία ατμόσφαιρας, η σειρά μπορεί να αποκτήσει χαρακτήρα και ξεχωριστό στίγμα.
Το «Φαντάσματα» φιλοδοξεί να αποτελέσει κάτι παραπάνω από μια απλή διασκευή. Θέλει να ξαναφέρει στη μικρή οθόνη το συλλογικό γέλιο, να στηριχθεί σε καλοδουλεμένους χαρακτήρες και να επενδύσει σε μια φόρμα που συνδυάζει το φανταστικό με το οικείο. Αν θα το καταφέρει, θα φανεί στην πορεία. Το βέβαιο είναι ότι το ελληνικό κοινό διψά για κωμωδία που ξεφεύγει από τη ρουτίνα και τα τετριμμένα. Και εδώ, τα φαντάσματα ίσως γίνουν τελικά πιο ζωντανά από τους ζωντανούς. Γιατί οι αόρατοι συγκάτοικοι είναι αυτοί που δεν πληρώνουν ενοίκιο, δεν κάνουν ποτέ σκόνη, αλλά ξέρουν όλα σου τα μυστικά και εμφανίζονται πάντα στις πιο ακατάλληλες στιγμές.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News