Η ωραία κοιμωμένη

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

ωραία

Πήγε ο άλλος για Πάσχα στα Γιάννινα και τα έχασε από τον παλμό που συνάντησε μέχρι τη Δευτέρα του Πάσχα. Κόσμος και λαός από διάφορα μήκη και πλάτη, φουσκωμένα από κίνηση τα αξιοθέατα, τα μαγαζιά, τα φαγάδικα, οι βάρκες που σε πάνε και σε φέρνουνε πάνω από τον υγρό τάφο της κυρά- Φροσύνης μέχρι τα μέρη όπου ο Χουρσίτ πήρε το κεφάλι του Αλή και το πήγε πεσκέσι στον Μαχμούτ: Δεν είχανε τότε πειθαρχικά και διαγραφές, λύνανε αλλιώς τα θέματα.

Επιστρέφει ο φίλος που λέγαμε στην Πάτρα, βγαίνει πρωτομαγιά για να τσιμπήσει κάτι, κλειστά τα μισά φαγάδικα: Λόγω αργίας- απεργίας, του λένε. Κάνει τη σύγκριση και μελαγχολεί. Συναντά άλλους φίλους, που πέρασαν μέρες στην Καλαμάτα ή στα Χανιά. Είχαν να του λένε κι εκείνοι, για παραλιακά μέτωπα και γκουρμέ κουζίνες.

Πώς καταφέρνει η πόλη μας, διερωτάται, αντί να αποτελεί προορισμό, αντί να επωφελείται από τα νέα οδικά δίκτυα, να βλέπει τους νέους αυτούς δρόμους να της κλέβουν τον δικό της πληθυσμό, με την εξαίρεση του Καρναβαλιού. Που ως εξαίρεση αρκεί για να δώσει εξήγηση για τον κανόνα: Η καρναβαλική Πάτρα έχει πράγματα να υποσχεθεί, και μερικώς τηρεί την υπόσχεσή της, ενώ αντίθετα όλο τον υπόλοιπο καιρό στερείται «αφηγήματος», για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του συρμού. Την ίδια στιγμή, η μία μετά την άλλη οι μικρότερες περιφερειακές πόλεις προσφέρονται σαν πόλος διακοπών με αστικό χαρακτήρα, εκμεταλλευόμενες τις χάρες τους και τα περίχωρά τους.

Αν θέλεις τουρισμό, πρέπει να διηγείσαι μια ιστορία. Αυτό η Πάτρα δεν το κάνει, ούτε το επιχειρεί, ούτε τη βασανίζει το ζήτημα, παρά μόνο θεωρητικά: Πάμε και φέρνουμε το θέμα σαν τμήμα της αυτοδιοικητικής εκλογικής ύλης, χωρίς να καταλήγουμε σε ένα στρατήγημα.

Τα Γιάννινα: Εχουν το κάστρο, με ενσωματωμένα δύο μουσεία, το Βυζαντινό και της Αργυροχρυσοχοϊας, που έχουν ασφαλώς ενδιαφέρον, αλλά δεν βγαίνεις δα και αποσβολωμένος. Εχουν τη Λίμνη και το «νησάκι του Πασά», όπου πράγματι ζωντανεύουν οι τελευταίες στιγμές του Αλί. Εχουν παραλίμνια διαδρομή άνω από 25 χιλιόμετρα, για περπάτημα, τρέξιμο, ποδήλατο. Εχουν μεγάλη προσήλωση στη γαστρονομική τους ταυτότητα, κάτι που όλοι ξέρουμε ότι αποτελεί κυρίως δέλεαρ για τον επισκέπτη, με τα μουσεία να αποτελούν εύσχημα άλλοθι. Και τιμούν τη Μεγάλη Παρασκευή με μια εντυπωσιακή συνάντηση επιταφίων που μετατρέπει το κέντρο της πόλης σε μια ολόφωτη, ειρηνική συνθήκη. Είχαν και ομάδα στη Σούπερ Λιγκ αλλά έπεσε, ενώ η δική μας σώθηκε, με τη διαφορά ότι ήταν στην πιο κάτω κατηγορία.

Οι Γιαννιώτες, οι Ναυπλιώτες, οι Χανιώτες, οι Τρικαλινοί, δεν έστησαν το αφήγημά τους πάνω σε στρατήγημα. Οι συνθήκες ευνόησαν την εξέλιξη αυτή, μέσα από μια συρροή ευμενών συγκυριών: Σχετικά μικρή έκταση, σφιχτοδεμένη διάταξη, πλούσια παράδοση, καινούργιοι δρόμοι, διατήρηση ταυτότητας. Η Πάτρα υστερεί στις περισσότερες παραμέτρους αυτές, αλλά μην ψάχνουμε για άλλοθι, γιατί αν αυτή ήταν η εξήγηση, δεν θα είχαν τουρισμό ούτε το Λονδίνο, ούτε η Νέα Υόρκη που είναι θεόρατες. Στην πραγματικότητα υπάρχει έλλειμμα βούλησης, συναίσθησης της ανάγκης, συνεργασίας των φορέων, συντονισμός.

Ειδάλλως, θα αξιοποιούνταν πολύ πιο ευφάνταστα, παραγωγικά, ελκυστικά, τα Κάστρα Πάτρας και Ρίου- που είναι άδεια από επισκέψιμες, συμπληρωματικές δομές- το νεκροταφείο της Βούντενης, η ιστορική συγκυρία που έφερε στην πόλη τον Αντώνιο και την Κλεοπάτρα, το ενδιαφέρον για την Πάτρα του Οκταβιανού, του Νέρωνα, του Διοκλητιανού, ο έρωτας της Δανιηλίδας για τον Βασίλειο, ο Αγιος Ανδρέας ως ιστορική μορφή, η ναυμαχία της Ναυπάκτου και ο Θερβάντες ως μαχητής της, η επανάσταση του ’21 που είχε την Πάτρα ως πρώτη πόλη όπου ξέσπασε ένοπλη σύρραξη, η νεώτερη πολιτική σκηνή με τους Πρωθυπουργούς και τους Προέδρους εν αφθονία, ο Κλάους και η οινοποιητική παράδοση, η επτανησιώτικη γαστρονομία και ανθοκομία που γεφυρώθηκαν με την πόλη, η σταφίδα και η βρετανική παροικία, η αρχιτεκτονική παράδοση, η κοινωνική δυναμική της Αποκριάς, η καρναβαλική γλυπτική τεχνοτροπία, τα περάσματα μεγάλων λογοτεχνών από την πόλη την οποία διάλεξε ο Μητσάκης για να στήσει τον «Αυτόχειρά» του. Προσθέτουμε τη βιομηχανική ιστορία που κατέλειπε μηχανήματα, κελύφη κτιρίων και αρχειακό υλικό. Το λιμάνι, την ιστορία του, το τρένο και το αιχμάλωτο παραλιακό μέτωπο. Και τη Γέφυρα του Ρίου.Και αφήνουμε κενή την παράγραφο για να επαυξήσουν οι γνώστες της ιστορίας και των τεχνών τη δική τους συνεισφορά.

Πάνω σε όλα αυτά μπορούσε να στηθεί ένα σενάριο δράσεων, μουσείων, εκθέσεων, που θα αναβάθμιζαν την πόλη από πλευράς αναγνωρισιμότητας και επισκεψιμότητας με όπλο την ίδια της την ταυτότητα. Αλλά τότε θα μας ρωτήσετε ποιος θα τα κάνει αυτά. Το κακό είναι ότι και οι ίδιοι που έχουν τη θεσμική ευθύνη κάνουν το ίδιο ερώτημα ή δεν το κάνουν καθόλου.