Ντόριαν Γκρέι
Ο διευθυντής σύνταξης της “Π” Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει…
Όταν ο Ντόριαν Γκρέι πέθανε, όλη του η νεανική ομορφιά έφυγε από το πρόσωπό του και επέστρεψε εκεί όπου βρισκόταν: Στο πορτρέτο του. Στο σώμα του νεκρού βρισκόταν πλέον το πρόσωπο ενός ρυτιδιασμένου γέρου που δεν ήταν τόσο ο χρόνος όσο η αλαζονεία, η κτηνωδία, ο ακραίος εγωκεντρισμός που το είχαν αυλακώσει. Μια δυσμορφία που είχε μαγικά εκδηλωθεί στο πορτρέτο και που χειροτέρευε όσο του ήρωα βρωμιζόταν η ψυχή του.
Συγνώμη που σας είπαμε το τέλος, αν δεν το ξέρατε, αλλά στα έργα του Οσκαρ Γουάιλντ δεν έχει και μεγάλη σημασία το τέλος. Και σε τίνος τα έργα έχει, θα πεις;
Στη ζωή το τέλος έχει σημασία; Ναι, αν είναι σαν το τέλος που είχε η Καρολάιν των Γλυκών Νερών- τι πικρόχολη ειρωνεία προσλαμβάνει το τοπωνύμιο σε σχέση με το δράμα της κοπέλας- ένα τέλος από το οποίο αναβλύζουν ακόμα απόηχοι, σκέψεις και εικόνες.
Εικόνες. Ο δολοφόνος μετάγεται στον ανακριτή, σαν ένα είδος αντι-χρίστου, που χλευάζεται και προπηλακίζεται από τα πλήθη, αίροντας σταυρό τον οποίο κατασκεύασε μόνος του, με το έγκλημα και την αχρεία διαγωγή του. Το πρόσωπό του καλύπτεται από μάσκα, για να μη μολυνθεί και να μη μολύνει. Από τι χειρότερο μπορεί να μολυνθεί και τι χειρότερο μπορεί να μεταδώσει; Παρά την κάλυψη, διακρίνεται μα φυσιογνωμία ενός νέου ευειδούς, που εύκολα θα περνούσε για συμπαθής και ερωτεύσιμος, αν δεν γνωρίζαμε. Αλλά και τώρα που γνωρίζουμε, δεν βλέπουμε έναν δολοφόνο στο σαρκίο αυτού του φρικτού νυμφίου, αλλά έναν αμήχανο νέο άνθρωπο. Αν δεν υπήρχαν τα κραυγαλέα στοιχεία και η ομολογία, ίσως και να λέγαμε «δεν μπορεί».
Να όμως που «μπορεί». Πού είναι οι λογοτέχνες, οι ποιητές, οι ψυχαναλυτές να ερμηνεύσουν εάν ο άνθρωπος αυτός βρισκόταν κάποτε στην κατηγορία «δεν μπορεί», και βρέθηκε μέσα σε κάποια χρόνια, μήνες ή ώρες στην κατηγορία «μπορεί» ή έφερε μέσα τον δαίμονα ήδη από την άγουρη ζωή του. Υπήρξε κάποιος καταλύτης που τον μεταμόρφωσε από άγγελο- όπως ίσως οι δικοί του θα τον έβλεπαν- σε δαίμονα ή η ψυχή του ήταν ανέκαθεν έτοιμη για όλα; Και αν αυτό του συνέβαινε, αν αυτό συμβαίνει και σε άλλους, σε περισσότερους, σε όλους, έτυχε ποτέ του να το υποψιαστεί; Το ήξερε πως μέσα στο σώμα του έκρυβε έναν δολοφόνο ή το έμαθε τη νύχτα του εγκλήματος; Ή μήπως, κάτι ακόμα πιο φρικτό, ακόμα και τώρα, με νωπή την ανάμνηση από το έγκλημά του, δεν το θεωρεί σαν έγκλημα και τόσο; Χωράει η συνείδησή του τη συναίσθηση;
Πώς δείχνουν άραγε οι δολοφόνοι; Περπατώντας σήμερα προς το γραφείο, γύρω μας πρόσωπα μασκοφορεμένα ή γυμνά, παίζουμε το παιχνίδι: Αν κάπου εδώ στα μέρη μας έγινε έγκλημα τη νύχτα, σε ένα σπίτι, ποιος είναι ο δολοφόνος του; Το πιθανότερο πως είναι ο δίμετρος άντρας με τη γενειάδα και το βαρύ περπάτημα. Ή όχι, μάλλον ο κοκκινοπρόσωπος γείτονας που χαιρετάει βαρύθυμα ένεκα γειτονίας. Μπα. Τότε η σκοτεινή αυτή κυρία, δεν είναι άγχος για τις δουλειές αυτή η νύχτα στο βλέμμα της, είναι η ενοχή για τον φόνο και ο εφιάλτης των αστυνομικών ερευνών. Όχι. Αραγε αυτή η κοπελίτσα με τον καφέ στο χέρι, έκανε τον φόνο και ήθελε και καφέ; Κανένας τελικά: Είναι όλοι αθώοι γιατί νεκρός δεν υπάρχει, δεν έγινε έγκλημα τη νύχτα και άρα ο δολοφόνος μας τη γλίτωσε, ο τυχεράκιας. Το ίδιο και εμείς. Μην ανησυχείτε, περαστικοί και γείτονες. Ούτε εμείς είμαστε δολοφόνος.
Δεν ξέρουμε όσα οι φυσιογνωμιστές. Κοιτούσαν τον δολοφόνο μας, και διέκριναν σημεία. Στράβωσε το στόμα του. Επιβαρυντικό. Ααααχά: Κοιτάζει χαμηλά, αποστρέφει το βλέμμα. Κάτι παραπάνω από ύποπτο. Ευτυχώς που δεν κατέχουμε την επιστήμη τους, γιατί οι δύο στους τρεις ανθρώπους που γνωρίζουμε κάνουν ακριβώς αυτά, και χειρότερα. Παίζουν με τα ρουθούνια, σουφρώνουν τα χείλη, ξύνονται αναίτια έτσι που θα προκαλέσουν τη φαγούρα που θα τους επιβάλει να ξαναξυστούν. Θα είχαμε μπουζουριάσει πολύ κόσμο, αν μας έδιναν τέτοια δικαιοδοσία οι αρχές.
Ποιος είναι ο δολοφόνος και ποιος δεν είναι; Κι όποιος δεν είναι, πότε θα γίνει; Τώρα που ο δολοφόνος της ιστορίας μας πορεύεται προς τον ανακριτή, ακόμα και τώρα, το πορτρέτο του μένει όπως το έφτιαξε ο ζωγράφος, το πρόσωπό του μένει όπως το έφτιαξε η φύση, και μόνο η ψυχή του είναι βρώμικη, ελώδης, συφιλιδική, αλλά δεν έχει βρει ακόμα καλλιτέχνη για να τη ζωγραφίσει. Και ούτε θα βρει. Η τέχνη μπορεί να καταλάβει τον άνθρωπο, αλλά όχι τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας στα Γλυκά Νερά της συλλογικής ζωής μας
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News