Ο άνθρωπος με την πινακίδα

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Το λάθος. Πετάγεσαι από τον ύπνο σου για δαύτο. Όχι επειδή το έκανες, αλλά μήπως το έκανες και δεν το πήρες χαμπάρι. Ανασφάλεια, φιλοτιμία, χαμηλή αυτοεκτίμηση, περηφάνια, ενοχικότητα, τελειομανία, ο φόβος της τιμωρίας ή της δυσμένειας, ακόμα και το βαρύ συναίσθημα που σου καταβρέχει την ψυχή ενόψει της κατσάδας ή στη διάρκειάτης. Καθένας στοιχειώνεται από την τρομερή ιδέα του ενδεχόμενου σφάλματος για τους δικούς του λόγους. Εξαιρούνται οι επιρρεπείς: Ξέρουν ότι σίγουρα κάτι τους έχει ξεφύγει, πρώτη τους είναι; Είναι εξοικειωμένοι. Εχουν μέσα τους ενσωματωμένη μια δοκιμασμένη γραμμή άμυνας. Όλα εγώ τα φταίω; Εμ βέβαια, αφού τα πάντα περνάνε από τα χέρια μου, πώς να τα προκάνω όλα; Αμα δεν με θέλετε, να μου το πείτε. Μετά από τόσα που έχω προσφέρει. Το μοντέλο μιας συγχωρεμένης γιαγιάς. Όταν σου έπεφτε το ποτήρι,έφταιγες. Όταν της έπεφτε το ποτήρι, έφταιγες: Μ’ αφήνετε; Δεν μ’ αφήνετε να κάνω μια δουλειά σαν άνθρωπος.

Το λάθος. Είναι συνυφασμένο με την καθημερινότητα, με κάθε ασχολία, με κάθε
επάγγελμα. Στη δική μας δουλειά, έχει επινοηθεί ένας αποδιοπομπαίος: Ο δαίμων. Με τα χρόνια συνειδητοποιήσαμε ότι- πέραν του ότι είναι μια βολική μορφή- υπάρχει πράγματι. Την κρίσιμη στιγμή, σε υπνωτίζει στην αμεριμνησία και η μεγαλοπρεπής κουτσουκέλα ξαμολιέται πάνω στο άρμα της σαν τον αυτοκράτορα ενώ εισέρχεται στο Κολοσσαίο. Την προηγούμενη μέρα, δεν το είδε κανείς μας να γίνεται. Μόλις γίνεται, το βλέπουν όλοι. Ο μηχανισμός πρόκλησης του σφάλματος, είναι δαιμονικός. Δεν υπάρχει εγκέφαλος που μπορεί να είναι προσηλωμένος σε μια δραστηριότητα απολύτως και χωρίς περισπάσεις, συνειρμούς, ταξίδια της φαντασίας, δεύτερες σκέψεις, έγνοιες, ιδέες. Ο εγκέφαλός μας χρειάζεται ένα σύστημα τηλεδιοίκησης, σαν κι αυτό που είναι αναγκαίο να μπει στον
σιδηρόδρομο. Όταν το λάθος τροχοδρομηθεί, να ενεργοποιείται ένα εσωτερικό σήμα που να το επισημαίνει, να σου πιάνει το μυαλό από το γιακά, να σου τρίβει τα μούτρα πάνω στο σφάλμα, όπως οι παλιοί δάσκαλοι στην ανορθογραφία. Εγραψες το αγαπώ με οξεία, επιπόλαιε. Ενώ τι θέλει; Πε-ρι-σπω-μέ-νη.

Υπάρχουν λάθη και λάθη. Το λάθος του πιλότου, εφιάλτης. Το λάθος του χειρουργού, πένθος ή οδύνη. Το λάθος του τερματοφύλακα, διασυρμός, και με άμεση τιμωρία, μια ασήκωτη αίσθηση γελοιότητας και η ισόβια διαπόμπευση της κερκίδας και της αθλητικής μνήμης. Το λάθος του δημοσιογράφου, πλήγμα του κύρους του ίδιου και του μέσου. Και καγχασμός. Και ενδεχόμενη ηθική βλάβη όσων παίρνουν τα απόνερα. Το λάθος του σταθμάρχη;

Δεν κάνουν όλοι, για όλες τις δουλειές. Φαντάζεσαι ως σταθμάρχες κάποιους γνωστούς σου, με ευέξαπτο, ευθυνόφοβο ψυχισμό. Δεν θα τους είχε ξεφύγει τίποτα και ποτέ, αλλά το 24ωρό τους θα ήταν μια ψυχωτική συμβίωση με την έξαψη, την ανησυχία, την αγωνία. Αν ο σταθμάρχης της Λάρισας είχε έναν τέτοιο χαρακτήρα, δεν θα υπήρχαν ούτε λάθος, ούτε δυστύχημα, ούτε νεκροί, αλλά ο ίδιος θα ήταν η προσωποποίηση της νεύρωσης. Η έννομη τάξη θα είναι αμείλικτη μαζί του. Αμείλικτος είναι και ο ίδιος με τον εαυτό του. Μας περιγράφεται σαν ένα αποσβολωμένο ράκος. Τον λυπάσαι, αλλά η συναίσθηση αυτή δεν μπορεί να μπει στο ζύγι με το αποτέλεσμα του σφάλματος, τους 56 νεκρούς του, τους τραυματίες, τους πενθούντες. Η δική μας ζωή είχε και έχει την πολυτέλεια τα σφάλματά
μας να φέρνουν θεραπεύσιμα αποτελέσματα. Οι περισσότεροι τα θυμόμαστε και γελάμε και τα αφηγούμαστε με θρασύτητα, ανταλλάσσοντας την τσαπατσουλιά μας με συμπάθεια. Χα, χα, σου ξέφυγε αυτό; Τι πλάκα έχεις! Πόσο αξιολάτρευτη είναι η επιπολαιότητα. Αλλά όχι όλες οι εκδοχές της.

Ο σταθμάρχης της ιστορίας μας απολογήθηκε με τις ώρες. Τον ρώτησαν πολλά, τον
ρωτούσαν για ώρες. Απαντούσε πρόθυμα, είπε τα πάντα. Δεν φαίνεται να ζητάει ως τώρα ελαφρυντικά, σίγουρα ο συνήγορός του θα του εντοπίσει καμπόσα,και μάλλον ο κατηγορούμενος θα κάνει χρήση. Αλλά προς το παρόν επιδιώκει όχι την άφεση, αλλά την κάθαρση. Η εξιλέωση βρίσκεται ακόμα πολύ βαθιά στο τούνελ. Μπορεί να βρει υποστήριξη μεταξύ των οικείων του, των φίλων του: Είναι καλό παιδί, φιλότιμος, συνεπής, άριστος οικογενειάρχης, στενοχωρήθηκε πολύ. Και μέχρι εκεί. Για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, οι δικοί του άνθρωποι θα βλέπουν στο πρόσωπό του την πινακίδα: Ο Σταθμάρχης που σκότωσε 56 επιβάτες. Θα πάει στη φυλακή. Δεν θα ξαναγελάσει ποτέ του. Κανείς δεν θέλει τη θέση του, αλλά βέβαια και κανείς δεν θέλει τη θέση των μανάδων που κηδεύουν παιδιά. Μια άτιμη κατάσταση, για ένα βρωμοσύστημα που αν υπήρχε, τίποτε από αυτά δεν θα είχαν συμβεί, και επειδή δεν σου αρκεί η ενοχή του Ενός για τους 56, θα ήθελες να δεις στο εδώλιο έστω έναν ακόμα κατηγορούμενο. Εστω έναν. Γιατί εμείς στην εφημερίδα, πριν μας φύγει ένα Ι σε έναν τίτλο ή πριν κάνουμε το 8.30 μμ 8.30 πμ, έχουμε διορθωτή, επιμελητή ύλης, επιθεώρηση σελίδας από συντάκτη βάρδιας και αρχισυντάκτη. Και δεν πρόκειται το Ι να σκοτώσει άνθρωπο. Δεν μπορεί να είναι ζήτημα ενός κλειδιού και ενός μυαλού η αποτροπή 56 θανάτων. Αυτό, δεν είναι λάθος, είναι έγκλημα.