Οι αλλαγές στους κανονισμούς του ποδοσφαίρου με το πέρασμα των χρόνων

Από το 2018, κάθε κανονισμός αγώνων μπορεί επίσης να επιτρέπει τη χρήση ενός αναπληρωματικού όταν ένας αγώνας πάει στην παράταση, δηλαδή τρεις αλλαγές και μια επιπλέον στην παράταση, σύνολο 4

αλλαγές

Είναι απίστευτο το πόσο έχει αλλάξει ως άθλημα το ποδόσφαιρο στο πέρασμα του χρόνου. Τόσο το ίδιο το παιχνίδι, όσο και οι κανονισμοί.

Τελευταία αλλαγή, οι αύξηση των αλλαγών από τρεις σε πέντε, λόγω του κορονοϊού. Πάμε να δούμε μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία για το πώς ήταν τα πράγματα παλιότερα και πώς διαμορφώθηκαν με τον καιρό.

αλλαγές
Το δικαίωμα να κάνει αλλαγή ενός τακτικού μια ομάδα, ξεκίνησε το 1923. Τότε μπήκε, ως διάταξη, στον Κανονισμό του Παιχνιδιού. Βέβαια αντικατάσταση γινόταν μόνον όταν τραυματιζόταν ένας τακτικός, ο οποίος θα έπρεπε να αντικατασταθεί και που θα έπρεπε, για τον λόγο αυτό, οι ομάδες να είχαν συμφωνήσει από την έναρξη του παιχνιδιού.

Ωστόσο, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, οι αντικαταστάσεις δεν επιτρέπονταν σε επίσημους αγώνες.
Από το 1967, επιτρεπόταν σε κάθε ομάδα να χρησιμοποιήσει δύο αναπληρωματικούς – τόσο σε φιλικούς όσο και σε επίσημους αγώνες – ακόμα κι αν οι παίκτες που είχαν αντικατασταθεί δεν τραυματίστηκαν.

Το 1994, λαμβάνοντας υπόψη «μια επιθυμία που εκφράστηκε από πολλούς προπονητές ποδοσφαίρου», το IFAB (Διεθνές Ποδοσφαιρικό Συμβούλιο) αποφάσισε ότι κατά τη διάρκεια των αγώνων και οι δύο ομάδες μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν έναν τρίτο αναπληρωματικό, υπό τον όρο ότι αυτός/αυτή οριστεί ως αναπληρωματικός τερματοφύλακας.

Το επόμενο έτος, το 1995, η IFAB ενέκρινε μια πρόταση για να επιτραπούν τρεις αλλαγές για οποιονδήποτε τακτικό.
Μέχρι σήμερα, στις επίσημες διοργανώσεις (πρωταθλήματος ή κυπέλλου) ανδρών και γυναικών στις οποίες συμμετέχουν οι ομάδες της Α’ Εθνικής κατηγορίας ή των Εθνικών ομάδων, ο μέγιστος αριθμός χρησιμοποίησης αναπληρωματικών είναι τρεις.
Επιπλέον, από το 2018, κάθε κανονισμός αγώνων μπορεί επίσης να επιτρέπει τη χρήση ενός αναπληρωματικού όταν ένας αγώνας πάει στην παράταση, δηλαδή τρεις αλλαγές και μια επιπλέον στην παράταση, σύνολο 4.

Τα δύο τελευταία χρόνια κι εξαιτίας της πανδημίας COVID-19, η FIFA επέτρεψε τη χρήση 5 συνολικά αναπληρωματικών με τη βασική προϋπόθεση ότι αυτές θα γίνουν σε τρεις διακοπές του παιχνιδιού.
ΑΠΟ ΤΟ 1992 Ο ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ δεν επιτρεπόταν να μπλοκάρει τη μπάλα, αφού αυτή είχε λακτισθεί, με πρόθεση, προς αυτόν από έναν συμπαίκτη του.

Το Διεθνές Ποδοσφαιρικό Συμβούλιο θέσπισε τον Κανόνα «επιστροφή της μπάλας στον τερματοφύλακα» μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 για το οποίο έγινε μεγάλη κριτική αφού οι αγώνες του ήταν υπερβολικά «αμυντικό παιχνίδι» με μέσο όρο 2,21 γκολ για κάθε παιχνίδι.

Αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο παραμένει ως σήμερα ως αυτό με το χαμηλότερο ποσοστό σκοραρίσματος στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΕΝΑΛΤΙ, μετά την παράταση, είναι η πιο συναρπαστική στιγμή και πόλος έλξης των ποδοσφαιρικών αγώνων. Αυτή η διαδικασία θεσπίστηκε από το Διεθνές Ποδοσφαιρικό Συμβούλιο το 1970.

αλλαγέςΤο 1982 εφαρμόστηκε σε αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου για πρώτη φορά. Μετά το 3-3 μεταξύ των ομάδων Δυτικής Γερμανίας και Γαλλίας, η Δυτική Γερμανία κέρδισε στα πέναλτι και προκρίθηκε στον τελικό. Μιλάμε για το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ισπανίας του 1982.
Το πέναλτι έγινε μέρος του παιχνιδιού το 1891 και αρχικά ονομαζόταν «το λάκτισμα του θανάτου». Το διαφορετικό ήταν ότι αυτό εκτελείτο από το οποιοδήποτε σημείο της γραμμής που χαράσσονταν παράλληλα προς τη γραμμή τέρματος και σε απόσταση 11 μέτρων απ’ αυτή.

Με άλλα λόγια φανταστείτε να περνά μια τέτοια γραμμή πάνω από το σημερινό σημείο του πέναλτι.
Σήμερα η γραμμή αυτή δεν υπάρχει στον αγωνιστικό χώρο. Ομως από το 1902 το πέναλτι άρχισε να εκτελείται από το γνωστό, σε όλους μας, σημείο του πέναλτι.

ΤΟ ΚΟΡΝΕΡ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ως διαδικασία επαναφοράς της μπάλας στο παιχνίδι το 1872. Το κόρνερ δεν είναι ποινή αλλά ένας τρόπος, μια διαδικασία, να ξαναέλθει στο παιχνίδι η μπάλα όταν αυτή πέρασε τη γραμμή τέρματος ενώ τελευταία την είχε αγγίξει αμυνόμενος.
Είναι γνωστό ότι στη διάρκεια του αγώνα μόνον ένας έχει το δικαίωμα να παίξει τη μπάλα με τα χέρια του και να είναι ενέργεια σύμφωνη με τον κανονισμό.

Αυτός είναι ο τερματοφύλακας αλλά μέσα στην περιοχή πέναλτι της ομάδας του. Αν αυτό συμβεί εκτός της περιοχής, από τον ίδιο, τότε αντιμετωπίζεται ως παραβάτης όπως και οι υπόλοιποι παίκτες.

Το δικαίωμα αυτό το απέκτησε, με σχετική διάταξη στον κανονισμό το 1912. Το εντυπωσιακό είναι ότι μέχρι τότε, δηλαδή το 1912, μπορούσε να παίξει τη μπάλα με τα χέρια στον μισό αγωνιστικό χώρο της ομάδας του, δηλαδή μέχρι τη διχοτόμο.
ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1880 ΤΟ ΠΛΑΓΙΟ έπρεπε να εκτελεστεί, είτε με το ένα, είτε με τα δυο χέρια, υποχρεωτικά με κατεύθυνση προς την απέναντι πλάγια γραμμή.

Με άλλα λόγια η νοητή γραμμή της κατεύθυνσης της μπάλας έπρεπε να σχηματίζει ορθή γωνία με την πλάγια γραμμή που πατούσε ο παίκτης για να εκτελέσει το πλάγιο.

Από το 1880 και μετά μπορούσε να το εκτελέσει προς οποιαδήποτε κατεύθυνση και 12 χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1892, η ρίψη του πλαγίου με τα δυο χέρια έγινε υποχρεωτική.