Ο δολοφόνος και εμείς
Σε μια από τις νουβέλες του Κόναν Ντόιλ, με τον Σέρλοκ
Χολμς.
«Είχαμε και το παράξενο συμβάν με τον σκύλο τη νύχτα».
«Μα δεν έκανε τίποτα ο σκύλος τη νύχτα»
«Αυτό είναι το παράξενο συμβάν».
Ήτοι, ίσως ο δράστης του εγκλήματος ήταν άνθρωπος του
σπιτιού και ο σκύλος δεν έδωσε σημασία στην παρουσία
του.
Τώρα που αποκαλύφθηκε τι συνέβη στα Γλυκά Νερά,
διαπιστώνουμε ότι θα μπορούσε η ΕΛΑΣ να είχε φτάσει
νωρίτερα στην αλήθεια εάν είχε δώσει περισσότερη
έμφαση σε σημεία όπου η μαρτυρία του συζύγου κόντραρε
στοιχειώδεις λογικές και επιστημονικές παραμέτρους. Η μία
ήταν ατράνταχτη: Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να μείνει
τόσες ώρες λιπόθυμος και να συνέλθει λες και ξύπνησε
από σιέστα.
Η απόφανση αυτή ήταν αρκετή για να τινάξει
στον αέρα τον ισχυρισμό. Αλλά αφενός η σκηνοθεσία του
ήταν πειστική, αφετέρου- και το κυριότερο- η εκδοχή των
βάρβαρων αλλοδαπών δραστών είχε εξάψει τόσο πολύ την
κοινωνία και τον δημοσιογραφικό κόσμο, από κοντά και
τον πολιτικό- που είδε ιστορία στην οποία ο δημόσιος
λόγος ήταν υποχρεωτικός και απαραίτητος και εύπεπτος
και εύκολος- έτσι που η ΕΛΑΣ έπρεπε να ξαμοληθεί, στη
γειτονιά, την ενδοχώρα, τα σύνορα, για να εντοπίσει
αλβανούς, ρώσους, λευκορώσους, ρωσοπόντιους,
λιθουανούς με σκοτεινό ύφος και διαρρηκτική προπαίδεια.
Το δημόσιο αίσθημα γίνεται ογκόλιθος, ιδιαίτερα σε εποχές
σαν τις δικές μας, όπου υπάρχουν τα τεχνικά μέσα που
επιτρέπουν την άμεση κατάθεση γνώμης και αντίδρασης,
που με τη σειρά της γίνεται καταλύτης για περαιτέρω
αναφλέξεις, ενώ στο μεταξύ η εποχή μας διέπεται από μια
τάση κολακείας των μαζών, εξ ου και πλείστοι πολιτικοί
έσπευσαν να εγκληματολογήσουν μετά το έγκλημα, με
πεποίθηση αλήθειας που αποδείχθηκε στρεβλή, για να μην
υστερήσουν σε μια φάση κατά την οποία η κοινή γνώμη
παλλόταν.
Και μετά την αποκάλυψη της αλήθειας, οι όροι άλλαξαν,
αλλά η πραγματικότητα του εγκλήματος φούσκωσε τον παλμό πιο πολύ.
Πλέον, από το σχετικά σύνηθες
(«ασύδοτοι και ανεξέλεγκτοι, ωμοί και κυνικοί,
μισάνθρωποι και απεχθείς αλλοδαποί οπλοφόροι ή
τοξικομανή σκουπίδια, εισβάλλουν σε κατοικία και
ασελγούν κατά της οικογενειακής γαλήνης, της
νομιμότητας και της ανθρωπιάς, για μια φούχτα ευρώ ή
κοσμήματα») περάσαμε στο ασύνηθες: Δολοφόνος είναι ο
σύζυγος, απύθμενος κακούργος και χυδαίος υποκριτής,
θλιβερός μπαγαπόντης, άνανδρος και ποταπός
μπαγασάκος. «Συναισθηματικά αβαθής» σύμφωνα με έναν
επιστημονικό όρο που διαβάσαμε. Ακούγεται απαλό, αλλά
μπορεί να σκοτώσει.
Τη μεθεπόμενη ημέρα των αποκαλύψεων, μετρήσαμε σε
έγκριτη ιστοσελίδα: Από τις 35 περίπου αναρτήσεις στη
«βιτρίνα» του ιστότοπου, οι 28 αφορούσαν το έγκλημα και
διάφορες πτυχές του. Ο λόγος ήταν προφανής. Ο κόσμος
δεν είχε ενδιαφέρον για τίποτε άλλο. Οι εκδόσεις των
εφημερίδων του Σ-Κ την πάτησαν, δεν είχαν χρόνο να
αντιδράσουν, εν όψει αργιών. Μοιραία, το διαδίκτυο
σάρωσε.
Η εκτόξευση του ενδιαφέροντος δεν είναι παθογενής
κατάσταση. Αποτελεί εγγενές στοιχείο της ατομικής και
συλλογικής ψυχής, ήδη αποτυπώθηκε με τη μορφή του
Χορού στις τραγωδίες, είναι το κοινωνικό σώμα που
παρακολουθεί τις πράξεις του πάθους, τις διλημματικές
επιλογές ανάμεσα στην επιθυμία, τη συνείδηση και τον
νόμο, και όλα αυτά που κάνουν τον άνθρωπο ήρωα,
ρεμάλι ή ρετάλι, μερικές φορές όλα αυτά μαζί μέσα σε ένα
τρίωρο.
Αντιλαμβανόμαστε ότι η τήρηση των ισορροπιών
και της κανονικότητας, ο έλεγχος των παθών, η αποφυγή
της ύβρης και της παραφοράς, είναι απαραίτητα στοιχεία
για την κοινωνική συνύπαρξη. Αν κάποιος τα παραβιάσει,
κηρύσσεται αποδιοπομπαίος, αλλά με κάποιο τρόπο μας
ιντριγκάρει, μας ερεθίζει, γιατί υποπτευόμαστε μέσα του
απόηχους από την πρωτόγονη φύση του ανθρώπου, είναι
επομένως ένας μακρινός μας συγγενής, με τον οποίο δεν
θέλουμε να μοιάζουμε, πιστεύουμε πως δεν μοιάζουμε,
αλλά έχουμε ανάγκη να πλησιάσουμε όσο περισσότερο
γίνεται, για να βεβαιωθούμε.
Λέγαμε σε μια παρέα: Είναι δυνατόν να είσαι 32 χρόνων
και να έχεις ακόμα Μονόπολι;
Και τι με αυτό; Κι εγώ έχω Μονόπολι, ακούσαμε μια φωνή.
Και λήξαμε την κουβέντα γρήγορα γρήγορα. Λοιπόν, το
Γιούρο θα το πάρει το Βέλγιο.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News