Θέατρο: Το έργο και η παράσταση
Αφ’ ης στιγμής το θεατρικό έργο παίρνει τον δρόμο για τη σκηνή, εκφεύγει επομένως, από την οριζόντια και αποδίδεται στην κάθετη μορφή του, θεωρούνται δεδομένες οι παρεμβάσεις του σκηνοθέτη. Ως εκ τούτου το δραματικό κείμενο διαφοροποιείται από το αποκαλούμενο σκηνικό κείμενο και κατ’ επέκταση το θεατρικό έργο δεν ταυτίζεται με την παράστασή του.
Η παρεμβατική διαχείριση του θεατρικού κειμένου από τον σκηνοθέτη άλλοτε «νομιμοποιείται» και θεωρείται εύλογη, άλλοτε όμως παραμένει αδικαίωτη και εκλαμβάνεται ως ανοίκεια. Εύλογη, όταν ένα μακράς έκτασης έργο επιβάλλεται να συμπτυχθεί στα χρονικά όρια μιας μέσης διάρκειας παράστασης (όπως λ.χ. ο Πεέρ Γκυντ του Ιψεν), όταν πρέπει να καταστεί προσβάσιμη η πρόσληψή του από τον θεατή αλλά και όταν είναι αναγκαίο να εκσυγχρονιστεί για να αναχθεί στα αιτήματα του παρόντος.
Ανοίκεια όμως, είναι η σκηνοθετική παρέμβαση που επιδεικνύει έλλειψη σεβασμού απέναντι στο θεατρικό έργο, είτε αλλοιώνοντας τις προθέσεις του συγγραφέα και παραχαράσσοντας τα μηνύματά του, είτε αλλάζοντας την ίδια τη δομή του και την αλληλουχία των σκηνών ή λογοκρίνοντας και ψαλιδίζοντάς το σε σημείο ώστε να καταλήγει αγνώριστο και να γίνεται πλέον λόγος για προδοσία ή και για λεηλασία του.
Και για να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, μπορεί η «σκηνοθετίτιδα», που τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε έξαρση, να ευθύνεται για το χωρίς όρια «πείραγμα» των έργων, προκειμένου να υπηρετηθεί η προσωπική ματιά του σκηνοθέτη, αλλά και το βλέμμα του θεατή δεν παίρνει άφεση αμαρτιών, ιδιαίτερα εκείνου που συμβαίνει να έχει διαβάσει το έργο κατά μόνας. Συνήθως αυτός προσέρχεται στο θέατρο, έχοντας μια προκατασκευασμένη εικόνα για την παράστασή του, περιμένοντας να δει πραγματοποιούμενες τις αναμονές του.
Ενας όμως ανοικτών οριζόντων θεατρόφιλος οφείλει να είναι δεκτικός, να καταβάλλει προσπάθεια να κατανοήσει τη σκηνοθετική λογική, να κρίνει αν αυτή δικαιώνεται από το αποτέλεσμα ή παραμένει μετέωρη. Αν τελικά ο όποιος εκσυγχρονισμός και η όποια σκηνική ακροβασία υπηρετεί μια στοχοθεσία ή γίνεται αυτοσκοπός, που αποβλέπει στην πρόκληση και στο σοκάρισμα του θεατρικού κοινού. Πάντως ο Μπρεχτ ήταν καθησυχαστικός, λέγοντας ότι «η πρόκληση είναι ένας τρόπος για να ξαναστήσουμε την πραγματικότητα στα πόδια της».
Στο θέατρο, καμιά τολμηρή σκηνοθετική πρόταση δεν είναι εξ ορισμού αθέμιτη ούτε αποτελεί παράδοξο ότι οι πειραματισμοί συνδέονται, κατά κύριο λόγο με τα κλασικά έργα. Τα μεγάλα αυτά κείμενα, από τη φύση τους πολύσημα, επιδέχονται διαφορετικές αναγνώσεις και η πρωτοπορία, ανθίζει και τρέφεται από αυτά, καθώς στα κείμενά τους ο πειραματισμός γίνεται πιο ορατός και η καινοτομία αποκαλύπτεται με οφθαλμοφανή τρόπο.
Αρκεί η ερμηνευτική πρωτοτυπία να μην ξεκινά από μια ανεξήγητη δυσπιστία στη δύναμή τους και να μην καταλήγει σε δοκησισοφία και επιδειξιομανία, σε παρωδία και βεβήλωσή τους. Αρκεί η προσωπική άποψη και η ανανεωτική ματιά στο έργο να παρεμβαίνει στον βαθμό, που θα το καθιστά εναργές και επιδραστικό στον αποδέκτη-θεατή, ικανό να απαντήσει στα ερωτηματικά και τις απορίες του παρόντος.
Αν αυτή η οριοθέτηση της ελευθερίας γίνει κοινή συνείδηση για τον σκηνοθέτη και το κοινό, σημείο συνάντησής τους και επικοινωνίας μεταξύ τους, ούτε ο πρώτος θα παρεκτρέπεται σε ακρότητες, ούτε το κοινό, φεύγοντας από το θέατρο, θα εξανίσταται δυσανασχετώντας για όσα είδε.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News