Αίγιο: Επάξια στις πρωταγωνίστριες πόλεις της Ελληνικής Επανάστασης

Υπό άλλες «ελέυθερες» συνθήκες και όχι «σκλαβιάς» λόγω της επιδημίας του κορονοϊού και των απαγορευτικών μέτρων συναρθροίσεων και συνωστιμού, το Αίγιο θα ετοιμαζόταν και φέτος να γιορτάσει για 42η συνεχη χρονιά, με κάθε τιμή και επισημότητα, την καθιέρωση της 26ης Ιανουαρίου ως «Δημόσια Εορτή Τοπικής Σημασίας» για τον Δήμο Αιγιάλείας, μία ημερομηνία ταυτιμένη με την έναρξη της «Μυστικής Συνέλευσηςτης Βοστίτσας» το 1821, που έβαλε το Αίγιο στο επίκεντρο της Ελληνικής Επανάστασης και του μεγάλου μας απελευθερωτικού αγώνα. Το μεγάλο αυτό, ιστορικά αδιαμφισβήτητο και επιστημονικά τεκμηριωμένο γεγονός, είναι από το 2018 στοιχείο της ιστορικής μας ταυτότητας, με την περιοχή να στέκεται επάξια στις πρωταγωνίστριες της περιόδου αυτής (Πάτρα, Καλάβρυτα, Καλαμάτα) αποτελώντας ένα νέο σημείο αναφοράς.
Το Αίγιο έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους, με πρόκριτους και καπεταναίους να συμμετέχουν στις προετοιμασίες του Εθνους για 1821 και στη διάρκεια του Ιερού Αγώνα οι Βοστιτσάνοι, επανειλημμένως, να νικούν τους Τούρκους.
Στη Βοστίτσα (τότε ονομασία του Αιγίου) συνήλθε η περίφημη «Μυστική Συνέλευση» προκειμένου να συζητηθεί η έναρξη της Επανάστασης, με πρωτοστάτη τον Παπαφλέσσα, ως απεσταλμένο της «Φιλικής Εταιρείας».
Εκεί ο Ανδρέας Λόντος, πρώτος, ύψωσε την κόκκινη με μαύρο σταυρό σημαία της Επανάστασης, στις 20 Μαρτίου 1821, με τον ίδιο να συμμετέχει σε πάρα πολλές μάχες (Μεσολόγγι, Αργος, Κόρινθος, Αχαΐα κλπ), ενώ παράλληλα ο Δημήτρης Μελετόπουλος, ο Λέων Μεσσηνέζης, ο Ιωάννης Φεϋζόπουλος, ο Ασημάκης Φωτήλας και πολλοί άλλοι από την Αιγιάλεια να συμμετέχουν ενεργά στον Αγώνα, με σημαντικές διακρίσεις.

Η ΑΡΧΗ
Κλέφτες και οι αρματολοί είχαν οργανωθεί, αφού τη συγκεκριμένη εποχή, οι ιστορικές αναγκαιότητες υπαγόρευαν τα επαναστατικά γεγονότα και τις εξελίξεις και μέσα σ’ αυτό το κλίμα, ήταν που συνήλθε στη Βοστίτσα η Μυστική Συνέλευση (Ιανουάριος 1821), με αντιπροσωπευτική συμμετοχή κληρικών, προεστών, εμπόρων από όλη την Πελοπόννησο. Πενήντα περίπου άτομα -όλοι μέλη της Φιλικής Εταιρείας – αποφάσιζαν την Επανάσταση για το 1821, σε μία συγκέντρωση που έγινε σε μέρος απόκεντρο και ασφαλές, προκειμένου να «συζητήσουν» το πώς θα οργανωθεί ο Αγώνας για την Λευτεριά.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Ανάμεσά τους, ο Ανδρέας Λόντος, ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο Παναγιώτης Δεσποτόπουλος, ο Λέων Μεσσηνέζης, ο Ασημάκης Φωτήλας, ο επίσκοπος Κερνίτσης Προκόπιος, ο επίσκοπος Χριστιανουπόλεως Γερμανός, οι ηγούμενοι των Μοναστηριών Αγίας Λαύρας, Ταξιαρχών, Μεγάλου Σπηλαίου, εκπρόσωποι από Αρκαδία, Ναύπλιο, Αργος, Μονεμβασία και Μάνη.
Ο Παπαφλέσσας είχε φέρει γραπτές οδηγίες από τον αρχηγό Αλέξανδρο Υψηλάντη, για τη στρατολόγηση και τη στρατιωτική οργάνωση. Απαιτούσε «εδώ και τώρα» να αρχίσει η Επανάσταση, με τους συνέδρους όμως να είναι επιφυλακτικοί για το «ανέτοιμο» ενός τέτοιου μεγάλου εγχειρήματος.
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν πιστεύει καθόλου στα λόγια του Παπαφλέσσα «περί ρωσικής βοήθειας» και εκφράζει αγωνία, προτείνοντας σύνεση και αναβολή για τον Μάρτιο ή Απρίλιο, με αποτέλεσμα νε επέλθει «σύγκρουση», η οποία ωστόσο δεν οδηγεί σε ρήξη, αλλά σε «συναίνεση», αφού τελικά αποφασίζεται να συγκεντρωθεί κρυφά στρατός, να συγκεντρωθούν χρήματα, τρόφιμα και στις 25 Μαρτίου να αρχίσει ο Αγώνας, όπως και έγινε!
Γιατί στο Αίγιο και όχι στα Καλάβρυτα… η σημαντική καμπή στην Επανάσταση;
Η «Συνέλευση της Βοστίτσας» ή «Σύσκεψη της Βοστίτσας» κατά τους ιστορικούς ή «Μυστική Συνέλευση της Βοστίτσας» από τους «Φιλικούς» της Βόρειας Πελοποννήσου, από 26 έως 30 Ιανουαρίου του 1821, έγινε στο Αίγιο επειδή εκεί υπήρχαν σχετικά λίγοι Τούρκοι. Αρχικά προγραμματισθεί να λάβει χώρα στα Καλάβρυτα, αλλά για το φόβο των τουρκικών αρχών τελικά επιλέχτηκε η Βοστίτσα. Αρχικά προσδιορίστηκε, πως αν έπαιρναν ευνοϊκή απάντηση από την Ρωσία, η Επανάσταση θα άχριζε την 25η Μαρτίου, αλλιώς τη 23η Απριλίου ή η 21η Μαΐου. Σε περίπτωση που οι Οθωμανοί τους καλούσαν στην Τριπολιτσά θα κήρυσσαν την επανάσταση πρώτοι. Απετέλεσε σημαντική καμπή στην Επανάσταση αφού όλοι όσοι συμμετείχαν απέκτησαν για πρώτη φορά πλήρη συνείδηση της τεράστιας προσπάθειας που αναλάμβαναν, της ευθύνης και των κινδύνων που θα διέτρεχαν. Σε λιγότερο από δύο μήνες και λίγο μετά τη σύλληψη αρχιερέων και προκρίτων του Μοριά από τον Καϊμακάμη της Τριπολιτσάς ξέσπασε η Επανάσταση στα Καλάβρυτα και ο ξεσηκωμός της Πάτρας. Το Αίγιο ήταν η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε στις 21 Μαρτίου 1821.
> Στις 17 Ιανουαρίου ξεκίνησε από την Κυπαρισσία ο Μητροπολίτης Γερμανός μαζί με τον Αμβρόσιο Φραντζή και μετά από δύο μέρες βρίσκονταν στην Πάτρα.
> Στις 23 Ιανουαρίου αναχώρησαν από κει για τη Βοστίτσα με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό. Εγιναν διαφορετικές συναντήσεις στο σπίτι του Παναγιώτη Δεσποτόπουλου, στο αρχοντικό του Ανδρέα Λόντου, στο σπίτι του Λέοντα Μεσσηνέζη (γαμπρού του Λόντου) στο αρχοντικό του Αγγελή Μελετόπουλου, στο σπίτι του Σωτήρη Χαραλάμπη, στη Μονή Ταξιαρχών, στο μονύδριο του Αγίου Γεωργίου Τέμενης.
Εκτός από τους προαναφερθέντες, στη συνέλευση πήραν μέρος οι: Παλαιών Πατρών Γερμανός (πρόεδρος της συνέλευσης), Παπαφλέσσας (εισηγητής της Φιλικής εταιρείας), Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως Γερμανός Ζαφειρόπουλος, Πρωτοσύγκελλος Χριστιανουπόλεως Αμβρόσιος Φραντζής, Νικόλαος Λόντος, Ανδρέας Λόντος
Ασημάκης Ζαΐμης. Ανδρέας Ζαΐμης, Ανδρέας Χριστόδουλος ή Χριστοδούλου, Σωτήρης Χαραλάμπης, Επίσκοπος Κερνίκης Προκόπιος, Ηγούμενος του Μεγάλου Σπηλαίου Ρεγκλής ή Μπόχαλης, Ιερομόναχος Ιερόθεος, Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, Λέων Μεσσηνέζης, Ιωάννης Παπαδόπουλος, Ασημάκης Φωτήλας, Σωτήριος Θεοχαρόπουλος, Επίσκοπος Μονεμβασίας Χρύσανθος και πολλοί άλλοι, κληρικοί από όλη την Πελοπόννησο και πρόκριτοι μόνο από τρεις επαρχίες της Αχαΐας Πατρών Βοστίτσας και Καλαβρύτων. Δεν πήραν μέρος μόνο από την τέταρτη επαρχία, αυτή της Γαστούνης.
Τον Αλέξανδρο Υψηλάντη εκπροσώπησε ο Παπαφλέσσας, ο οποίος παρουσίασε γράμματα του Υψηλάντη που περιείχαν οδηγίες για τη διεξαγωγή του αγώνα στην Πελοπόννησο. Ανάμεσα στα επιχειρήματα ήταν οι περισπασμοί του Σουλτάνου με την ανταρσία του Αλή-πασά, η επικείμενη αποστολή ρωσικών στρατευμάτων, η επάρκεια πολεμοφοδίων στην εφορεία της Υδρας κ.ά.
Η αντίδραση του Παλαιών Πατρών Γερμανού, ήταν ιδιαίτερη, αφού θυμόταν ακόμη την τραγωδία του 1770: «Πού πολεμοφόδια; Που χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός εκπαιδευμένος; Που στόλος εφοδιασμένος;… ας φέρωμεν, αδελφοί, ενώπιόν μας μιαν στιγμήν την καταστροφήν της Πελοποννήσου (τω 1769), αλλ’ εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητος έχομεν, δια να πιστεύσωμεν όσα λέγει ο Δίκαιος και όσα γράφει ο Υψηλάντης;».
Ο βοεβόδας της Βοστίτσας, υποψιασμένος από τις φήμες που κυκλοφορούσαν παντού για επικείμενη εξέγερση, ζήτησε εξηγήσεις για τη συνεδρίαση. Οι Ελληνες, έχοντας προβλέψει αυτό το ενδεχόμενο, είχαν πληροφορήσει τον ταμία του ότι επρόκειτο απλώς για μια κτηματική υπόθεση μεταξύ των δύο μεγάλων Μονών, Ταξιαρχών και Μεγάλου Σπηλαίου.
Κατά τον Φραντζή, ο ταμίας φέρεται να διασκεδάζει τις υπόνοιες του τούρκου αξιωματούχου ως εξής: «Αγά μου, τα δυώ Μοναστήρια του Μεγάλου Σπηλαίου και των Ταξιαρχών…». Αυτή η επιπλοκή ανάγκασε δύο αρχιερείς και δύο προεστώτες την επομένη να πάνε στη θέση Ροδιά, προσποιούμενοι ότι εξετάζουν «επιτοπίως την διαφοράν».
Η ανάγκη για οικονομική ενίσχυση της σχεδιαζόμενης εξέγερσης, οδήγησε παράγοντες στο να προσφέρουν διάφορα ποσά για το ταμείο του Αγώνα. Ο Ανδρέας Ζαΐμης κατέβαλε 3.000 γρόσια, ο Χριστιανουπόλεως Γερμανός 2.000, ο Σ. Χαραλάμπης 2.500, ο Κερνίκης Προκόπιος 1.500 και ο Αμβρόσιος Φραντζής 2.000 γρόσια. Ο μοναχός Ιερόθεος εστάλη σε περιοδεία ανά την Πελοπόννησο προκειμένου να συλλέξει χρήματα. Ο Ιερόθεος πήρε έγγραφο από τη συνέλευση με οδηγίες προς τους εταίρους, στις οποίες, εκτός από έκκληση για τη μεγαλύτερη δυνατή οικονομική συνεισφορά, συνιστάτο. Ορίστηκαν δε, ο Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως να ειδοποιήσει τους προεστούς των επαρχιών Μυστρά, Καλαμάτας, Αρκαδίας, Καρύταινης και Φαναρίου, ο Επίσκοπος Μονεμβασίας τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο οποίος και είχε στείλει επιστολή στη συνέλευση που προέτρεπε σε γρήγορη έναρξη της Επανάστασης. Στάλθηκαν επίσης επιστολές στον πρώην επίσκοπο Αρτης Ιγνάτιο και στη Ρωσία.
Πάρθηκε απόφαση; Οι μελέτες και οι ιστοριογραφικές απόψεις
> Σύμφωνα με παλαιότερες απόψεις: στη Βοστίτσα δεν ελήφθη καμία απόφαση.
> Νεότερες μελέτες υποστηρίζουν το αντίθετο: Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας ήταν μια διευρυμένη σύσκεψη των μελών της εφορίας.
> Ο κοινός ιστοριογραφικός τόπος ότι στη Βοστίτσα υπήρξε σύγκρουση απόψεων των κοτζαμπάσηδων και ιερέων με τον Δικαίο, (όπως αναφέρεται π.χ. στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ΙΒ’, σ. 79) και ότι το ξέσπασμα της Επανάστασης έγινε περίπου τυχαία, δεν γίνεται αποδεκτό από σύγχρονους ιστορικούς (π.χ. Β. Παναγιωτόπουλος, Δ. Τζάκης).
> Η διαδεδομένη ιστοριογραφική άποψη που θέλει τον Δικαίο απομονωμένο ή και καταδιωκόμενο από τους κοτζαμπάσηδες και αρχιερείς βασίζεται στην επιλεκτική χρήση κάποιων πηγών (π.χ. Φωτάκος, Φραντζής, Π.Π. Γερμανός) και την αποσιώπηση άλλων. Έχει αγνοηθεί η αποστολή του Σπ. Χαραλάμπους προς τους Υδραίους Φιλικούς στους οποίους έφερε τις αποφάσεις της συνέλευσης της Βοστίτσας και η επιστολή του Δικαίου, της 31-1-1821, με την οποία καλεί τον Ιάκωβο Τομπάζη να εμπιστευτεί και να αποδεχθεί τις εντολές του Χαραλάμπους. Πιστεύεται δηλαδή ότι στη Βοσίτσα δεν υπήρξαν μόνο διαφωνίες αλλά έγινε και η αποδοχή του σχεδίου για μετάβαση του Αλ. Υψηλάντη στη Μάνη και έναρξη της Επανάστασης.
> Από πρωτογενείς πηγές όπως η Ιστορία του Αμβρ. Φραντζή (Α’, σ. 11), μαρτυρία του Παπαφλέσσα, η ομιλία του Αλ. Δεσποτόπουλου το 1861, ομιλία του Θεόφιλου Βλαχοπαπαδόπουλου (ή Παπαβλαχόπουλου), διακόνου του Π.Π. Γερμανού που παρευρέθη στη Συνέλευση κ.ά. προκύπτει ότι τηρήθηκαν πρακτικά, μη σωζόμενα σήμερα.