Χαρίτσης στην “Π”: «Η κυβερνητική συνταγή είνα κοινωνικά άδικη»

«Αν αφήσουμε την κυβέρνηση να συνεχίσει στον δρόμο αυτό, αυτό που θα δούμε είναι η παλιά καλή πρακτική “τα λεφτά να πάνε στα λεφτά”» εκτιμά ο Αλέξης Χαρίτσης.

Χαρίτσης

Ο τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων και βουλευτής Μεσσηνίας, Αλέξης Χαρίτσης μιλά στην «ΠτΚ».

Ακούσαμε πρόσφατα τον Αλέξη Τσίπρα, να υποστηρίζει από το βήμα της Βουλής ότι η «κλεψύδρα» της κυβέρνησης έχει αρχίσει να μετράει αντίστροφα. Ποια στοιχεία είναι αυτά που σας έχουν οδηγήσει στο παραπάνω συμπέρασμα;
Η όξυνση της πανδημίας είχε, μεταξύ άλλων, ως συνέπεια το πάγωμα του πολιτικού χρόνου. Πλέον δεν είμαστε εκεί. Και αυτή η μετάβαση υπογραμμίζει την αποτυχία της Νέας Δημοκρατίας. Δεν είναι μόνο η κατάρρευση των προεκλογικών της υποσχέσεων, αλλά κυρίως οι συνέπειες των καταστροφικών της επιλογών: Η χώρα μας βρίσκεται στην τριάδα των ευρωπαϊκών χωρών με τη μεγαλύτερη ύφεση.
Η κυβερνητική συνταγή είναι κοινωνικά άδικη και οικονομικά αναποτελεσματική. Αντί να στηρίξει την οικονομία και την κοινωνία, προωθεί αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις – όπως η τελευταία στα εργασιακά – που θα μας γυρίσουν στις εποχές της κρίσης, της ανασφάλειας και της ανισότητας.
Αυτή την πραγματικότητα δεν μπορεί να τη συγκαλύψει καμία επικοινωνιακή υπεροπλία. Η κοινωνική δυσαρέσκεια για τις επιλογές ή τις κραυγαλέες αδράνειες της κυβέρνησης  είναι αυτή που καθορίζει το τέλος της περιόδου της ανοχής.

Σε όσα απαριθμήσατε, ποια είναι η απάντηση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ στη κοινωνία για την επόμενη ημέρα στη χώρα;
Ας δούμε τη μεγάλη εικόνα. Ποια είναι σήμερα η παγκόσμια τάση στην συζήτηση για την «επόμενη μέρα» της πανδημίας; Βλέπουμε μία στροφή προς τον δημόσιο σχεδιασμό, την κρατική παρέμβαση και την κοινωνική πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει να συγχρονιστούμε με αυτήν τη διεθνή τάση. Σήμερα, υπάρχουν δυνατότητες για μία νέα αρχή για τη χώρα μας. Αυτή η νέα αρχή εκκινεί από την αποφασιστική στήριξη της πραγματικής οικονομίας και περιλαμβάνει ένα συνεκτικό πρόγραμμα τομών και ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων.
Η χώρα χρειάζεται φιλόδοξο και συνεκτικό σχέδιο για την ανασύνταξή της. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει αυτό το σχέδιο: Εμπροσθοβαρής στήριξη της οικονομίας, ενεργητική θωράκιση του ΕΣΥ και των δημόσιων υποδομών, σύγχρονοι κανόνες για δίκαιη και συμπεριληπτική ανάπτυξη. Η κυβέρνηση βλέπει το μέλλον μέσα από το σχήμα της εσωτερικής υποτίμησης. Εμείς απαντάμε ότι η χώρα μας έχει τις δυνατότητες για μία άλλη πορεία: Την ενίσχυση των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων ώστε να αναδειχθεί σε ισότιμο εταίρο της σύγχρονης αναζήτησης ενός νέου κοινωνικού και οικονομικού συμβολαίου του 21ου αιώνα.

Επομένως, να φανταστούμε ότι πιστεύετε πως το κόμμα σας μπορεί να αναδειχθεί πρώτη δύναμη στις ερχόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν;
Απολύτως. Το μείζον όμως είναι οι εκλογές να λειτουργήσουν ως εφαλτήριο και για τη διαμόρφωση ευρύτερων προοδευτικών συγκλίσεων και κυρίως για μία νέα εποχή κοινωνικής ενεργοποίησης. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε την κυβέρνηση να γυρίζει το ρολόι του χρόνου πίσω στις εποχές της ύφεσης και της απογοήτευσης. Αντίθετα έχουμε την ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε το ευνοϊκό παγκόσμιο περιβάλλον για τομές και ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις που θα απελευθερώσουν και θα ενισχύσουν τις δημιουργικές και καινοτόμες δυναμικές που υπάρχουν ήδη στη χώρα μας.

Με ποιες δυνάμεις θα μπορούσατε να συνεργαστείτε για να προχωρήσετε στη «προοδευτική κυβέρνηση»;
Η συζήτηση αυτή συνήθως περιορίζεται στις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις. Και εκεί νομίζω πρέπει να δούμε και πάλι τι συμβαίνει διεθνώς. Στην Ευρώπη -και με παρόμοιο τρόπο και στις Ηνωμένες Πολιτείες- βλέπουμε τη διαμόρφωση κοινών τόπων ανάμεσα στην αριστερά και στη σοσιαλδημοκρατία. Την ίδια στιγμή όμως η υπόθεση της προοδευτικής κυβέρνησης συγκινεί και κινητοποιεί δυνάμεις που δεν ταυτίζονται αυστηρά με τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς. Τον τόνο λοιπόν μίας προοδευτικής κυβέρνησης μπορούν να τον δώσουν τα νέα κοινωνικά κινήματα: το αίτημα μίας νέας περιβαλλοντικής ισορροπίας, οι διεκδικήσεις των νέων εργαζομένων των ευέλικτων ωραρίων, ο αγώνας ενάντια στις κοινωνικές διακρίσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν απευθύνεται σε πολιτικές δυνάμεις για τη διαμόρφωση προοδευτικών και προγραμματικών συγκλίσεων και την ίδια στιγμή ακούει και διαλέγεται με τους πολλούς και τις πολλές που παλεύουν για  κοινωνική ισότητα, ανάπτυξη με κανόνες και οικονομική δικαιοσύνη.

Πώς μπορεί να αλλάξει η εικόνα που έχει δημιουργηθεί στην οικονομία, με δεδομένο ότι ο τουρισμός ασθμαίνει και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους;
Εδώ που φτάσαμε -με τις καθοριστικές κυβερνητικές ευθύνες- τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Αντί να ασχοληθεί εδώ και μήνες η κυβέρνηση με ένα εθνικό σχέδιο για τον τουρισμό, θύμιζε εκείνον τον άνθρωπο που πέφτει από μεγάλο ύψος και στη διάρκεια της πτώσης του μονολογεί «μέχρι εδώ καλά πάμε». Αυτή η στάση είναι εξοργιστική αν αναλογιστούμε τις δυνατότητες που σπατάλησε η κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και στα πολυδιαφημισμένα προγράμματα ΕΣΠΑ για την εστίαση και τον τουρισμό οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν έχουν καν πρόσβαση, ενώ και όσες έχουν δεν έχουν εισπράξει ακόμα ούτε ένα ευρώ!
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και καιρό καταθέσει τις προτάσεις του για ουσιαστική ενίσχυση με ρευστότητα των επιχειρήσεων, στήριξη των εργαζόμενων και στοχευμένες παρεμβάσεις για τους κλάδους που επλήγησαν ασύμμετρα από την κρίση. Ενώ η οικονομική μας πρόταση για ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους της πανδημίας και ένα μόνιμο και ολιστικό πλαίσιο διαχείρισης των κόκκινων δανείων με προστασία της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων, αποτελεί προϋπόθεση για την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την αναδιάταξη συνολικά της οικονομίας.
Το ερώτημα λοιπόν αυτή την στιγμή δεν είναι τι μέτρα πρέπει να πάρουμε, αλλά γιατί η κυβέρνηση επιλέγει -ακόμα και τώρα- να μην τα εφαρμόζει.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι σύντομα, με τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, θα έχουμε οικονομική και επενδυτική έκρηξη στη χώρα
Σύντομα, φοβάμαι, και αυτή η υπόσχεση θα αποδειχθεί -όπως και άλλες- ένα πυροτέχνημα. Το Ταμείο Ανάκαμψης προσφέρει μια ιστορική ευκαιρία. Η κυβέρνηση τη σπαταλά: το υποτιθέμενο σχέδιό της αναπαράγει ένα στρεβλό μοντέλο χρηματοδότησης  για λίγες μόνο επιχειρήσεις και σε καμία περίπτωση δεν παραπέμπει σε αναπτυξιακό σχεδιασμό. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κλαδικοί στόχοι, δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στην ανάπτυξη της περιφέρειας και της υπαίθρου, δεν υπάρχει η παραμικρή μέριμνα για τη νεοφυή επιχειρηματικότητα και την ενίσχυση των κοινωνικών υποδομών. Επενδυτική «έκρηξη» με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αποκλεισμένες από τον τραπεζικό δανεισμό δεν μπορεί να υπάρξει. Αν αφήσουμε την κυβέρνηση να συνεχίσει στον δρόμο αυτό, αυτό που θα δούμε είναι η παλιά καλή πρακτική “τα λεφτά να πάνε στα λεφτά”. Είναι ένα γνώριμο μοντέλο. Αυτό που μας οδήγησε στα αδιέξοδα της κρίσης και στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.

Πιο παραγωγικό μοντέλο ακολουθεί η ΝΔ για τη Δυτική Ελλάδα που διαφέρει από αυτό που ακολουθούσε ο ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Θυμίζω το Περιφερειακό Συνέδριο για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση στη Δυτική Ελλάδα, αλλά και τη χρηματοδότηση παρεμβάσεων στις υποδομές, στον τουρισμό και στον πολιτισμό ανάμεσα στο 2015-2019.
Τι έκανε η ΝΔ στα δύο χρόνια που κυβερνά; Μπλόκαρε  τα μεγάλα έργα του ΣΥΡΙΖΑ, με χαρακτηριστική περίπτωση την Εθνική οδό Πάτρας- Πύργου. Μείωσε τους εισακτέους στα ΑΕΙ και κατάργησε πανεπιστημιακά τμήματα. Κατάργησε εν μία νυκτί το χρηματοδοτικό πρόγραμμα για την αυτοδιοίκηση «Φιλόδημος», αφήνοντας στον αέρα εκατοντάδες τοπικά έργα με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση. Ακόμα χειρότερα, αποκλείει την Αυτοδιοίκηση από τη χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, από το οποίο έτσι κι αλλιώς απουσιάζει πλήρως κάθε περιφερειακή διάσταση.
Πρόκειται δύο αντιδιαμετρικά διαφορετικές αντιλήψεις. Εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να εφαρμόσει τον δημοκρατικό σχεδιασμό με στόχο την δίκαιη ανάπτυξη για όλους, η κυβέρνηση της ΝΔ αποφασίζει και διατάσσει με γνώμονα τα συμφέροντα λίγων και εκλεκτών.