Ενας «Οιδίποδας» από τη Γερμανία
Η εξωστρέφεια του ανοιχτού σκηνικού χώρου αποδείχθηκε ακατάλληλη για ένα «έργο δωματίου», προορισμένο να παρασταθεί σε κλειστό χώρο, και δεν επέτρεψε τη διάδραση μεταξύ σκηνής και κοίλου
Με κάποια χρονική απόσταση από τις άλλες παραστάσεις, παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο σε παγκόσμια πρώτη ένας σύγχρονος Οιδίποδας, βασισμένος στο έργο της Γερμανίδας δραματουργού Μάγια Τσάντε και σκηνοθετημένος από τον εξαιρετικά δημοφιλή στο ελληνικό κοινό Τόμας Οστερμαγιερ, κλείνοντας τον φετινό Επιδαύριο κύκλο και δίνοντας το στίγμα της εξωστρέφειας και του διεθνούς χαρακτήρα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου (3-5 Σεπτεμβρίου).
Στόχος του παγκοσμίου βεληνεκούς γερμανού σκηνοθέτη και καλλιτεχνικού διευθυντή της βερολινέζικης «Σαουμπίνε» δεν ήταν μια άγονη επιστροφή στο παρελθόν και στο πλούσιο μυθολογικό υλικό, ούτε μια επανερμηνεία του τραγικού ήρωα του Σοφοκλή αλλά η μεταποίησή του ώστε να επιτύχει την προβολή και την αναγωγή του στο παρόν: «Ας κάνουμε τον Οιδίποδα στη σημερινή εποχή, με μια οικογένεια Γερμανών, που κάνει διακοπές στην Ελλάδα» ήσαν τα αρχικά λόγια του Οστερμαγιερ προς τη συνεργάτριά του Μάγια Τσάντε, δίνοντας έτσι την κατευθυντήρια γραμμή για τη συγγραφή ενός πρωτότυπου κειμένου.
Αιχμή του ενδιαφέροντός του κατά τη συγγραφέα δεν ήταν «τόσο το πώς οι θεοί κυβερνούν τις ζωές και τη μοίρα των ανθρώπων, όσο το πώς οι ιδέες και οι πεποιθήσεις, που έχει ένας άνθρωπος για τη ζωή του, ξαφνικά τίθενται υπό αμφισβήτηση, όταν συνειδητοποιεί ότι τίποτα δεν είναι όπως φαινόταν –σαν να του τράβηξε κάποιος το χαλί κάτω από τα πόδια του». Αλλωστε με την κριτική, πολιτική και συχνά ηλεκτρισμένη ματιά του στα έργα του αρχαίου και κλασικού ρεπερτορίου, ο σκηνοθέτης έχει υποστηρίξει με παρρησία ότι: «Οι ουρανοί είναι άδειοι. Ολοι οι θεοί έχουν πεθάνει».
Ετσι η Μάγια Τσάντε, συνεπής προς αυτά, έγραψε ένα έργο με τέσσερα πρόσωπα: Τον Μίχαελ που παραπέμπει στον Οιδίποδα, την Κριστίνα που αποτελεί ανταύγεια της Ιοκάστης, τον Ρόμπερτ που απηχεί τον Κρέοντα και την Τερέζα, μια επινοημένη φίλη της Ιοκάστης, που συνθέτει στοιχεία του Τειρεσία και των δούλων του. Αν και οι τέσσερις αυτοί χαρακτήρες δεν αποτελούν τη βασιλική οικογένεια του αρχαίου μύθου, συνθέτουν μια έκφραση της δύναμης του σύγχρονου οικονομικού πλούτου και της άσκησης εξουσίας, εφόσον είναι ιδιοκτήτες εργοστασίου, που λειτουργεί ως πεδίο εκμετάλλευσης και συγκάλυψης πραγμάτων.
Οι συζητήσεις και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ τους αφορούν θέματα, που τους απασχολούν στο παρόν αλλά ανάγονται και στο παρελθόν τους, αποκαλύπτοντας μυστικά για χρόνια καλά κρυμμένα. Η επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τη λειτουργία του εργοστασίου και οι οικονομικές κυρώσεις που απορρέουν από αυτή για την οικογένεια, η συγκάλυψη ατυχήματος αλλά και πιο προσωπικά θέματα, όπως ο δεύτερος γάμος της Κριστίνα με τον κατά πολύ νεότερό της Μίχαελ, από τον οποίο περιμένει παιδί, που μπαίνει στο στόχαστρο της κριτικής του αδελφού της Ρόμπερτ, η ελεύθερη επιλογή της να φύγει από έναν τυπικό γάμο για να βρει έναν ολοκληρωμένο έρωτα, αποτελούν επιδερμικές αναφορές στον μύθο του Οιδίποδα και αντανακλούν τη συγγραφική πρόθεση να παντρέψει το παλιό με το σύγχρονο.
Παρά την εξαιρετικά σύγχρονη και ελλειπτική γραμμή, το έργο έχει σασπένς και το θερμόμετρο του ενδιαφέροντος ανεβαίνει, όταν οι ήρωές του είτε διχάζονται ως προς την αντιμετώπιση των προβλημάτων, είτε κυρίως αναφέρονται σε ιστορίες μυστηρίου και ανατροπών –της αναζήτησης λόγου χάρη των πραγματικών γονιών του Μίχαελ, μια ιστορία που εμπεριέχει βιασμό εντός γάμου, γέννημα του οποίου είναι ένα ανεπιθύμητο παιδί– με κορύφωση του δράματος τη συγκλονιστική φράση του Μίχαελ: «Ημουν μέσα σου… και ως έμβρυο και ως εραστής» που αποκαλύπτει την αιμομικτική σχέση του με την Κριστίνα και αποτελεί την αμεσότερη και την εγγύτερη «συνάντηση» με το μύθο του Οιδίποδα.
Ο Οστερμαγιερ απέσπασε καλές ερμηνείες από τους ηθοποιούς Caroline Peters (Κριστίνα), Ronato Schuch (Mίχαελ), Christian Tschimer (Ρόμπερτ) και Isabelle Redfem (Τερέζα) του διάσημου γερμανικού θεάτρου, σε ένα διασκευασμένο «Οιδίποδα», που η θεματική του συνδύασε τον σύγχρονο προβληματισμό (οικολογικές ανησυχίες, αυτοδιάθεση της γυναίκας, άσκηση της οικονομικής εξουσίας) με ψήγματα και παραπομπές στον αρχαίο μύθο.
Ωστόσο η προσδοκία της συγγραφέως και η ελπίδα της ότι «το Θέατρο της Επιδαύρου θα πλαισιώσει και θα αναδείξει τη νέα ιστορία, όπως ακριβώς και τον μύθο του Οιδίποδα, που υπήρξε πηγή έμπνευσης γι’ αυτήν και καθοδήγησης κατά τη συγγραφή» μάλλον δεν δικαιώθηκε. Η εξωστρέφεια του ανοιχτού σκηνικού χώρου αποδείχθηκε ακατάλληλη για ένα «έργο δωματίου», προορισμένο να παρασταθεί σε κλειστό χώρο, και δεν επέτρεψε τη διάδραση μεταξύ σκηνής και κοίλου.
INFO: Tο έργο της Μάγια Τσάντε κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νεφέλη», σε μετάφραση του Γιάννη Καλλιφατίδη, στο πλαίσιο της σειράς θεατρικών βιβλίων, που εγκαινίασε φέτος το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News