Γιατί όχι «καρναβαλιστές»

Ο Κωνσταντίνος Μάγνης είναι διευθυντής Σύνταξης εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Κλείνοντας τον κύκλο του Καρναβαλιού 2024, αφήσαμε τελευταία μια εκκρεμότητα, που έχει τόση σημασία, όση και η χρήση της γλώσσας.

Πόσο δόκιμος και εύστοχος είναι άραγε ο όρος «καρναβαλιστής», ο οποίος πλέον χρησιμοποιείται κατά κόρον, αν και υπάρχουν άνθρωποι του Καρναβαλιού, που τον αποστρέφονται;

Ο χαρακτηρισμός πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας ’80, μεσουρανούσης της δημοτικής αρχής Καράβολα, και ήταν μια επικοινωνιακή κατασκευή: Επειδή το καρναβαλόμετρο της εποχής θεωρούσε τη διεύρυνση της συμμετοχής πληρωμάτων και μελών στην παρέλαση ως τεκμήριο επιτυχίας, διατυπώσεις όπως «ξεχύθηκαν 30.000 καρναβαλιστές» έδιναν τον τόνο του (πολιτικού) θριάμβου.

Ο όρος βαθμιαία καθιερώθηκε σε βαθμό που οι περισσότεροι άνθρωποι του καρναβαλιού έφτασαν να αυτοχαρακτηρίζονται ως τέτοιοι, μολονότι ο όρος είναι για πολλούς λόγους προβληματικός.

Πρώτον, δεν είναι όλοι όσοι μετέχουν σε μια παρέλαση μονάδες της ίδιας ταχύτητας. «Καρναβαλιστής» ονομάζεται και εκείνος που πασχίζει για την οργάνωση της συμμετοχής και που ασχολείται αρκετά συστηματικά με το Καρναβάλι, «καρναβαλιστής» και εκείνος που απλά παίρνει μια στολή και βγαίνει στον δρόμο, πλήρως αδιάφορος για τον κόπο και τη φαντασία που έχει απαιτήσει αυτή η υπόθεση.

Δεύτερον, κατά γλωσσική και πολιτισμική παράδοση, η κατάληξη –ιστής, αναφέρεται για προσήλωση σε ιδεολογήματα, παραδόσεις, ενασχολήσεις με βαρύγδουπο εκτόπισμα. Ο «καρναβαλιστής» μπορεί να παίρνει στα σοβαρά το Καρναβάλι, αλλά δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά. Σύμφωνοι, υπάρχει και ο «ποδοσφαιριστής», ο «σκακιστής» και ο «δικυκλιστής», αλλά οι λέξεις έχουν καθιερωθεί σε βάθος χρόνου και κανένας φέρων την ιδιότητα αυτή δεν αισθάνεται, όταν τον χαρακτηρίζεις με αυτήν, ότι του περιποιείς κάποια αξία που δεν νιώθει ότι τη δικαιούται. Ο «καρναβαλιστής» λέει: Σιγά ντε, έβαλα μια περούκα και χορεύω, δεν ανήκω σε κανένα κίνημα βαρέων προδιαγραφών όπως ο σοσιαλιστής, ο μοντερνιστής, ο ντανταϊστής.

Τρίτον, ακριβώς επειδή ο «καρναβαλιστής» αισθάνεται ότι ο «μη καρναβαλιστής» τον αντιμετωπίζει περίπου ως γραφικό και ελαφρύ, δεν εισπράττει τον χαρακτηρισμό ως κολακευτικό κατά την απεύθυνση. Επιπλέον, οι παραδοσιακοί άνθρωποι του Καρναβαλιού θεωρούν ότι απλά υπηρετούν την τοπική παράδοση και την πατρινή κουλτούρα, δεν πιστεύουν ότι κάνουν κάτι το ιδιαίτερο, πέρα από την αγάπη που έχουν για την καρναβαλική δημιουργία και τη γενικότερη παρδαλή συνθήκη. Κάποιος που πετάει χαρταετό, χαρακτηρίζεται χαρταετιστής; Κάποιος που μετέχει στις εκδηλώσεις της Μεγάλης Εβδομάδας, ονομάζεται πασχαλιστής; Κάποιος που περνάει την άδειά του σε ένα νησί, είναι διακοπιστής;

Τα μέλη των πληρωμάτων μιας παρέλασης, μπορούσαν να ονομάζονται απλά «μεταμφιεσμένοι» και τα γκρουπ τους, «ομάδες μεταμφιεσμένων». Από γλωσσοπλαστική άποψη τώρα, οι άνθρωποι που λόγω χαρακτήρα, κουλτούρας και ικανοτήτων αναλαμβάνουν το οργανωτικό και δημιουργικό φορτίο του καρναβαλιού, θα μπορούσαν να λέγονται αποκρεόφιλοι ή και καρναβαλίστες, με τον τόνο στην παραλήγουσα να υποδηλώνει την ενασχόληση και όχι την ιδεολογία.

Το Καρναβάλι δεν είναι ιδέα, το Καρναβάλι είναι έθιμο που μπορεί να υπηρετήσει ιδέες, ιδεολογήματα, ιδεοληψίες, ιδεολογίες ή και απλώς την ανάγκη κάποιου να εκφραστεί, να διασκεδάσει, να κοινωνικοποιηθεί. Καρναβαλίστας, λοιπόν, χομπίστας και όχι ιδεαλιστής. Αν κάποιος πιστεύει ότι είναι καρναβαλιστής, ας πάει να διδάξει.

Ποιος ξέρει, ίσως και να ιδρυθεί Ανώτατη Σχολή Καρναβαλικής, αφού τη Νομική μάς τη φάγανε.