Γιώργος Σκαμπαρδώνης: «Δεν μπορεί να είμαστε ως είδος τόσο αυτοκτονικοί»

Η αίσθηση ότι όσα διαβάζεις στο νέο, έξοχο, βιβλίο του «Ηλιος με ξιφολόγχες» (εκδ. Πατάκη) προβάλλονται παράλληλα σε μια μεγάλη οθόνη, μόνιμη. Η γραφίδα του, σαν κάμερα, αποτυπώνει ανάγλυφα τη Θεσσαλονίκη του μεσοπολέμου, που βράζει σαν καζάνι έτοιμο να εκραγεί. Και εκρήγνυται. Με τα αρώματα και τον καπνό τσιγάρων να πλανώνται στην ατμόσφαιρα, όπου, ενίοτε, αντηχεί το θρόισμα ακριβών υφασμάτων. Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης μιλάει στην «Π» για το μυθιστόρημά του που παρουσιάστηκε την Παρασκευή 14 Ιουλίου στο «Πολύεδρο». 

Θεσσαλονίκη, ξανά, η πρωταγωνίστρια του βιβλίου σας. Η του Μεσοπολέμου -αυτή τη φορά. Επιλέξατε τη συγκεκριμένη εποχή επειδή;…

Διότι η εποχή αυτή, ο μεσοπόλεμος, το 1931, ειδικά για την πόλη μας που υπήρξε και το επίκεντρο της Εθνικής Aμυνας, (Κράτος της Θεσσαλονίκης 1915-1916), κυρίως θέατρο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, βάση των κινημάτων του Βενιζέλου και του διχασμού, υποδοχέας των περισσότερων προσφύγων του ’22, μήτρα του Εβραϊσμού (μάνα του Ισραήλ), υπήρξε τότε χώρος πολλαπλών κι αιματηρών συγκρούσεων, ιδεολογιών και  διεργασιών που προαναγγέλλουν τι θα γίνει τα επόμενα χρόνια σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνον.

Η ιστορία σας ξεκινά και ολοκληρώνεται με έναν εμπρησμό: κατά λάθος -αν και αποκαλυπτικός- ο πρώτος μιας χαμοκέλας (Φεβρουάριος ‘31), σκόπιμος ο δεύτερος, του εβραϊκού οικισμού Κάμπελ (Ιούλιος ‘31). Πολυπρόσωπη, με κινηματογραφικούς ρυθμούς η αφήγηση. Πώς βιώσατε τη διαδικασία της γραφής; 

Και οδυνηρά και δύσκολα και συναρπαστικά. Καταρχήν απαιτούσε πάρα πολλή έρευνα για την εποχή του μεσοπολέμου στη Θεσσαλονίκη κάτι που είναι επίπονο, μεν, αλλά και πολύ ενδιαφέρον, με την έννοια πως πρόκειται για μια συγκρουσιακή, μοιραία, αλλά και εξαιρετικά γοητευτική εποχή από πολλές απόψεις. Μουσική, ήθη, αρχιτεκτονική, μόδα, σινεμά, νέες  ιδεολογίες, ζοφερό και πανηγυρικό σκηνικό, ελπίδα και απειλή. Ενα τρελοκομείο που ξέρουμε πώς κατέληξε παγκοσμίως.

Ο «σκεπτικιστής αν και πολύ πατριώτης» ήρωάς σας ταγματάρχης Γόρδιος Κλήμεντος, εκπαιδευμένος στη στρατιωτική νοοτροπία από τη μια, έρμαιο του πάθους του για την πανέμορφη Ντανιέλ, από την άλλη. Ιντριγκαδόρικος ο συνδυασμός που επινοήσατε.

Προφανώς. Ενας ήρωας μικροαστός, μονοκόμματος, χωρίς πάθη και χωρίς αντιφάσεις, χωρίς κάτι εξαιρετικό, ή σπαρακτικό πάνω του δεν είναι και ο καλύτερος για μυθιστόρημα, ή για οποιαδήποτε αφήγηση. Εν προκειμένω ο ταγματάρχης Γόρδιος είναι γεμάτος αντινομίες και διλήμματα κι αυτό τον κάνει, ελπίζω, ιδιαίτερα γοητευτικό και ενδιαφέροντα, μαζί με τον σπάνιο, και πολύ ειδικό φετιχισμό του.

Και τη σαγηνευτική, «μοναχική και ελευθέρια τελείως», καβαλάρισσα της Harley της, Ντανιέλ, πώς την πλάσατε;

Ζούσε μια νεαρή στη Θεσσαλονίκη του 1931, που όντως οδηγούσε Harley Davidson κι αυτό από μόνο του ήταν ένα σκάνδαλο. Εκείνη υπήρξε η πηγή της έμπνευσης και βέβαια την έντυσα με πολλά άλλα στοιχεία μαγείας και μαγγανείας που ξεκινούνε κυρίως από δικές μου εμμονές, επιθυμίες, προτιμήσεις και πόθους. Εξάλλου έτσι γίνεται συνήθως στην λογοτεχνία.

Εντυπωσιακή η περιγραφή της γυναικείας ένδυσης, μακιγιάζ και αρωμάτων της εποχής. Ανετα συναγωνίζεστε έναν εξπέρ του χώρου.

Μελέτησα πολύ τη μόδα του μεσοπολέμου, ανδρών και γυναικών. Ηταν μια μόδα εκπληκτική, με έξοχους σχεδιαστές, πανέμορφα ρούχα καπέλα, υφάσματα, κορσέδες, φοβερά σουτιέν, καλτσοδέτες, αρώματα και παπούτσια. Το μακιγιάζ των γυναικών επίσης ήταν απαράμιλλο, χολιγουντιανής επιρροής. Μια εποχή υποβολής και τελετουργικής αποπλάνησης. 

Η Θεσσαλονίκη του 1931 με τη Θεσσαλονίκη του 2023, πού συναντώνται;

Κάθε εποχή αφήνει τα σημάδια της πολύ περισσότερο ο μεσοπόλεμος που ουσιαστικά κυοφόρησε όλη την κατοπινή τραγωδία. Στη  Θεσσαλονίκη που τότε ήταν πολύσπερμη, ακόμα, πολυεθνοτική και λυσσαλέα διεκδικούμενη από πολλούς, συμβαίνουν γεγονότα που προαναγγέλλουν σαφώς την έλευση του ναζισμού, τον πόλεμο, τον αφανισμό των Εβραίων, τον εμφύλιο, και με τρόπο οδυνηρά προφητικό. Η πόλη είναι ένα ανελέητο εργαστήρι-μαντείο του μέλλοντος. Στοιχεία του μεσοπολέμου επιβιώνουν και στη σημερινή Θεσσαλονίκη, όπως στοιχεία της Βαϊμάρης ενυπάρχουν και σε όλη την Ευρώπη σήμερα. Δεν γλυτώνει κανείς εύκολα.

«Το ανθρώπινο είδος είναι μια επική αποτυχία» διαβάζουμε διά στόματος του υπουργού Θάννα. Συμφωνείτε; Κι αν ναι, αισιοδοξείτε για βελτίωση μελλοντικά;

Ποιος ξέρει; Τα πράγματα δεν είναι ρόδινα από πολλές πλευρές. Θα παίξουν ρόλο οι προσωπικότητες των μεγάλων ηγετών και οι αποφάσεις τους, όπως και η δική μας εγρήγορση. Η κατάσταση είναι οριακή, αλλά ακόμα παλεύεται. Ισως, τελικά, το ένστικτο επιβίωσης του ανθρώπινου είδους, ή μια μεγάλη καταστροφή, μας αφυπνίσει την τελευταία στιγμή. Να μην είμαστε κι εντελώς απαισιόδοξοι. Εξάλλου υπάρχουν ήδη προσπάθειες διάσωσης, αλλά φαντάζομαι πως κάποιο σκληρό γεγονός θα προκαλέσει τη μεγάλη στροφή αναγκαστικά, λίγο πριν τον αφανισμό. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Δεν μπορεί να είμαστε ως είδος, τόσο αυτοκτονικοί, τόσο ηλιθιωδώς ανεπαρκείς. Στο παρά πέντε, μάλλον θα μας έρθει η έμπνευση.