«Ηρθε η στιγμή να αναλυθεί και να εκλογικευτεί το εθνικό πένθος» – Η Νοέλ Μπάξερ μιλάει στην «Π»

Σήμερα, οι απόγονοι των Σμυρνιών προσφύγων ζητούμε να πληροφορηθούμε την αλήθεια κι είμαστε έτοιμοι γι’ αυτήν, περισσότερο από τις δύο προηγούμενες προσφυγικές γενιές. Κληρονομήσαμε μια αλήθεια. Της κάθε οικογένειας και της ελληνικής πολιτικής. Της λείπουν κομμάτια. Αυτά ψάχνει η ηρωίδα μου

Νοέλ Μπάξερ

Οι μνήμες, ο πόνος, ο ξεριζωμός των προγόνων της οδήγησαν τα βήματά της -ξανά- στη Σμύρνη. «Η επιστροφή της Πηνελόπης» τιτλοφόρησε το νέο της βιβλίο (εκδ. Μεταίχμιο) και η Νοέλ Μπάξερ μιλάει στην «ΠτΚ» γι’ αυτή τη διαφορετική, συγκλονιστική οδύσσεια.

Δεκατρία χρόνια μετά το πρώτο σας μυθιστόρημα «Από δρυ παλιά κι από πέτρα», επανέρχεστε στη Σμύρνη των προσφύγων προγόνων σας, όπου ξεδιπλώνει τη δική της «Οδύσσεια» η Πηνελόπη σας. Τι σηματοδότησε αυτή την επιστροφή;
Το «Από δρυ παλιά κι από πέτρα» ήταν το βιβλίο που με έφερε κοντά στην προγονική μου Σμύρνη. Μου έκανε αυτό το προσωπικό μεγάλο δώρο. Εκτοτε δεν έχω σταματήσει να ψάχνω την παλιά Σμύρνη. Να σκαλίζω πηγές, να συγκεντρώνω μαρτυρίες και ιστορικές πληροφορίες, φωτογραφίες και ντοκουμέντα. Λάθεψα πως η «Δρυς» ήταν μια ολοκληρωμένη μυθιστορία. Μετά το ταξίδι επιστροφής μου στη Σμύρνη, συνειδητοποίησα ότι η μυθιστορία συνεχίζεται! Ο επίλογος στη «Δρυ» αποτέλεσε τον πρόλογο στο «Η επιστροφή της Πηνελόπης». Η επιστροφή της εγγονής στα πατρογονικά της.

Συσχετίζετε τη δική σας Πηνελόπη (Πένι) με αυτή του ομηρικού έπους, παραθέτοντας αποσπάσματα που «συνδιαλέγονται» με το κείμενό σας. Μιλήστε μας γι’ αυτή την ενδιαφέρουσα «συνομιλία».
Η εικόνα που είχα στο μυαλό μου είναι ότι όλες οι γυναίκες προερχόμαστε από τις προηγούμενες γενεές γυναικών κι αυτό, θεωρητικά, καταλήγει σε μία γυναίκα. Την πρώτη. Δεν είναι η Εύα. Γιατί η πρώτη γυναίκα «μας» πρέπει να έχει ψυχικά χαρακτηριστικά κληροδοτημένα ως θεμελιώδη και να τα αναγνωρίζουμε, επειδή έφτασαν ως εμάς. Τα λεγόμενα αρχέγονα. Η Πηνελόπη της Οδύσσειας είναι αρχέτυπο γυναίκας. Το να συνομιλούν μαζί της η Πένι κι η γιαγιά της, δεν ήταν δύσκολο. Είχαν τι να πούνε! Μέσα από τις ηρωίδες μου, η πρώτη Πηνελόπη σε στιγμές κορύφωσης εμφανιζόταν με το ομηρικό της λεξιλόγιο.

Τι απαίτησε η διαδικασία της συγγραφής -τόσο πρακτικά όσο και συναισθηματικά;
Πρακτικά σήμαινε ότι έπρεπε να προηγηθεί τουλάχιστον ένα ταξίδι μου στη Σμύρνη, το οποίο μάλιστα θα κατέγραφα σε μορφή ημερολογίου. Δεν έγινε έτσι. Επισκέφθηκα τη Σμύρνη όταν ωρίμασα για το ταξίδι στον τόπο καταγωγής. Δεν κράτησα ημερολόγιο. Ξαναπήγα την επόμενη χρονιά. Πάλι χωρίς ημερολόγιο. Πολύ καλά έκανα! Δεν μετέφερα καμιά εικόνα ούτε σκέψη στο χαρτί, έτσι πέρασαν ατόφια στο μυθιστόρημά μου, που ακολούθησε μετά τον απαραίτητο χρόνο ζύμωσης. Συναισθηματικά, λέξη προς λέξη ξανάζησα τη μοναδική εμπειρία του ταξιδιού μου. Η συναισθηματική ικανοποίηση κατά την συγγραφή ήταν ασύλληπτη!

Μικρή, η Πένι επέμενε : «Μία είναι η πατρίδα!». Πού έχετε καταλήξει, αφού είστε διπλής καταγωγής, όπως η ηρωίδα σας;
Το ζήτημα τούτο με ταλαιπώρησε από την παιδική μου ηλικία. Οι πάντες με ρωτούσαν, και με ρωτούν ακόμα, ποια από τις δύο, Ελλάδα ή Αγγλία, είναι η πατρίδα μου. Το σημαντικό είναι όταν εσύ θέτεις το ερώτημα στον εαυτό σου. Η πατρίδα είναι απαραίτητη σταθερά στον άνθρωπο. Πρέπει να δώσεις στον εαυτό σου μια απάντηση, κι ας ξέρεις πως θα βληθείς από την πραγματικότητα που θα σου θυμίσει ξερά πως είσαι φτιαγμένος «διπλός». Η Πένι ήταν μικρή όταν το ρωτούσε. Στην ενηλικίωσή της δεν θα το έλεγε με αυτό το πείσμα. Ούτε φωναχτά. Γιατί όσο μεγαλώνεις, αναγνωρίζεις πως είναι δική σου υπόθεση αυτό. Μια μονολεκτική απάντηση, αυτή η καταγωγή μου ή η άλλη, μετά από σκέψη, ως εκλογικευμένη επιλογή, δεν είναι ειλικρινής, γιατί η πατρίδα κατοικεί στην καρδιά. Εκεί καλοχωράει νομίζω μόνο μία πατρίδα, ακόμη κι αν διαθέτει κανείς μεγάλη καρδιά. Γι’ αυτό όσο περνάει ο καιρός, η δεύτερη καταγωγή στριμώχνεται, ώσπου μένει με το πόδι της μόνο μέσα, καθώς ο χώρος είναι φίσκα! Εχω καταλήξει ότι η πατρίδα είναι μία και το ανακαλύπτεις αργότερα στη ζωή σου.

Ενήλικη, η Πένι επιμένει, επίσης, για την «παχύρευστη, γιατί έχει περιεχόμενο, κι αργοκυλάει», όπως τη χαρακτηρίζει, αλήθεια, προσπαθώντας να την αποσπάσει από τη Λουκίλα. Γιατί τη βάλατε να μπήγει το μαχαίρι στο -λεβαντίνικο- κόκκαλο;
Επειδή οι Λεβαντίνοι ήταν εκεί το ’22 και πολλοί παρέμειναν. Τα είδαν όλα και είναι σε θέση επομένως να μας πούνε τι συνέβη ακριβώς στην Καταστροφή, δίχως την εθνικιστική ματιά των Τούρκων. Σήμερα, οι απόγονοι των Σμυρνιών προσφύγων ζητούμε να πληροφορηθούμε την αλήθεια κι είμαστε έτοιμοι γι’ αυτήν, περισσότερο από τις δύο προηγούμενες προσφυγικές γενιές. Κληρονομήσαμε μια αλήθεια. Της κάθε οικογένειας και της ελληνικής πολιτικής. Της λείπουν κομμάτια. Αυτά ψάχνει η Πένι. Είναι επίμονη από την αγωνία της. Γιατί κάθε ηλικιωμένος Λεβαντίνος που φεύγει από τη ζωή, παίρνει μαζί του την αλήθεια που μας ανήκει. Τα χαμένα κομμάτια μας.