Μίλτων ανομήματα

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Κάθε μας απουσία αυτό το καλοκαίρι ήταν και ένας Αρμαγεδδώνας. Χάθηκε η μισή Θράκη, η μισή Θεσσαλία, το μισό Μαρόκο. Και ακόμα να μας δώσει μια εξήγηση για όλα αυτά τα γεγονότα ο εξπέρ των ερμηνειών, που είναι ασφαλώς ο Μ. Βαρβιτσιώτης, ο μόνος φιλόσοφος μέχρι σήμερα που αποφάνθηκε ότι ένας άνθρωπος που πνίγηκε έφερε σε δεινή θέση εκείνους που τον έπνιξαν, διότι κοίτα κατάσταση: Συνελήφθησαν και κρατούνται και  άντε τώρα να βγάλουν μεροκάματο. Ξεπέρασε το μαύρο ανέκδοτο του δολοφόνου τω γονέων του που ζητούσε επιείκεια γιατί είναι οε ορφανός. Ορφανός από γονείς μπορείς να είσαι. Ορφανός από δηλώσεις πολιτικών, δύσκολο.

Σημαδιακό: Το καλοκαίρι μας ελίχθηκε ανάμεσα στα τρόπαια δύο Μιλτιάδηδων, του άλτη του μήκους και του ρίπτη των εμβριθών αναλύσεων.  Άλλο το μήκος, και άλλο ο Μιμίκος. Με τα κοτόπουλα. Αλλά βέβαια δεν είναι το μείζον η δήλωση ενός υπουργού. Ή μήπως είναι; Από τη μια βλέπεις το κλίμα να μας οδηγεί στη διασταύρωση Παγετώνων και Κατακλυσμών γωνία, και από την άλλη διαπιστώνεις ότι την Κιβωτό μας την καθοδηγούν τύποι που δεν μπορούν να βρουν τον δολοφόνο ούτε στους Δέκα Μικρούς Ινδιάνους, έχοντας στο μεταξύ φονευθεί οι εννέα.

Δεν φταίει η κυβέρνηση για το Μαρόκο, αυτό είναι βέβαιο. Ούτε για την αλλαγή του κλίματος και για τις πρωτοφανείς βροχοπτώσεις, όπως μας διαβεβαιώνουν οι υποστηρικτές της που σε κάθε θεομηνία παίρνουν το πασέτο και μετρούν τα ύψη της βροχής ανά τετραγωνικό μέτρο, προκειμένου να συγκρίνουν με το Λονδίνο και να εξηγήσουν ότι το φαινόμενο, αδελφέ, παραήταν ακραίο. Μετράμε πλέον τις βροχές επί των ημερών μας και των ημερών σας, όπως παλιά τους διορισμούς, αν και αυτές οι αντιπαραβολές είναι λιγάκι επικίνδυνες, καθότι καραδοκεί πλέον ένας μαζικός διαδικτυακός ψευδοδεισιδαίμων και χαβαλεδιάρης πληθυσμός που αποφαίνεται ότι ο πρωθυπουργός μας δεν είναι να σου κάνει αγιασμό σε εγκαίνια, ούτε βέβαια και σε δημοτικό σχολείο. Αν θέλουμε όμως να σοβαρολογούμε με σεβασμό στα επιστημονικά δεδομένα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι τα φαινόμενα είναι ασύμμετρα. Ασύμμετρες οι φωτιές, ασύμμετρες οι βροχές, ασύμμετροι οι καταπέλτες- πού να πάει το μυαλό μας ότι ορισμένες εταιρίες πιέζουν το προσωπικό τους να εκτελούν δρομολόγια χωρίς καθυστερήσεις, και τα άγχη των καταπιεσμένων, τους εξαγριώνουν και τους εξαθλιώνουν, σαν τον αρχιδούλο στη γαλέρα που μαστιγώνει με μένος τους συντρόφους του- ασύμμετρα και τα Τέμπη.

Είναι σίγουρο ότι ο ελλείπων λιμενικός του Πειραιά, την Καθαρά Δευτέρα που μας πέρασε θα κούναγε το κεφάλι του με τον σταθμάρχη των Τεμπών. Τσκ, τσκ, τσκ, τι ανεύθυνος, θα είπε. Αυτό που λέμε όλοι μας για όλους τους άλλους Ελληνες, είτε ως προς την τέλεση του καθήκοντος, είτε ως προς την οδήγηση, είτε ως προς τη διαχείριση των παιδιών μας.

Δεν μπορεί μια κυβέρνηση να πείσει τους λιμενικούς να μην αναχωρούν νωρίτερα από τα  πλοία και τους σταθμάρχες να μη φέρνουν τα τρένα αντιμέτωπα.  Δεν μπορεί να υποχρεώσει τους δημάρχους να αφαιρούν την καύσιμη ύλη από τα δάση, δεν μπορεί να έχει έναν σταθερό μηχανισμό εποπτείας των δασών, δεν μπορεί να αφαιρέσει φρου φρου από τις περιφέρειες και αν τους δώσει ευθύνες, δεν μπορεί να αναβαθμίζει φράγματα Θεσσαλίας που αποδείχθηκαν ξεπερασμένα στην προηγούμενη καταστροφή: Καλά καλά δεν έχει υπουργούς που ξέρουν ποιόν να ρωτήσουν τι έγινε σε ένα δυστύχημα. Αδικο έχουν; Ποιόν να ρωτήσεις. Καθένας έχει και μια γνώμη. Ρωτάς τον εφοπλιστή, σου λέει, έφταιγε η κακιά η ώρα. Ρωτάς την κακιά την ώρα, σου λέει, έφταιγε η κακιά στιγμή. Ρωτάς την κακιά στιγμή, αλλά πάει η στιγμή, έφυγε. Θέλει λόγκο στιγμής η στιγμή, για να μένει. Γενικά, πάντως, της στραβής στιγμής τα μαλλιά της φταίνε.

Καλού κακού, συνεπώς, κάναμε μια δήλωση ταξικά στρογγυλεμένη, κρίμα το παλικάρι, κρίμα και το παλαμάρι, προκειμένου να μη θίξουμε το γόητρο της ναυτοσύνης μας και της τιμημένης τάξης των ελλήνων εφοπλιστών. Το είπε και ο στιχουργός, η θάλασσα είναι σκοτεινή και άντε να βγάλεις άκρη, τώρα που η μέρα τελειώνει πιο γρήγορα.

Όλα αυτά τα σκεφτόμαστε οδηγώντας στο εθνικό μας δίκτυο, εκείνο όπου δεν πήραμε είδηση προ μηνός ότι το διασχίζουν Κροάτες χουλιγκάνοι για να φθάσουν στην Αθήνα όπου περίμεναν τους βαρβάρους κάποιοι δικοί μας ακόμα πιο βάρβαροι. Εμάς δεν μας σταμάτησε κανείς, καθότι δεν είμαστε Κροάτες με νεκροκεφαλές , αλλά έτσι κι αλλιώς, Κροάτες Ξεκροάτες, τροχαία δεν είδαμε, είτε πηγαίνοντας, είτε γυρίζοντας. Οι τροχαίοι δεν είναι στους δρόμους, οι λιμενικοί δεν είναι στα λιμάνια. Αν οι σταθμάρχες δεν ήταν στους σταθμούς, ίσως να γλιτώσουμε με τα δυστυχήματα.