Οι …γειτονιές της «Π» στα 137 χρόνια της ιστορίας της
Αρχές Ιουλίου 1886 ήταν, όταν στην καρδιά του κέντρου της Πάτρας στην πλατεία Γεωργίου, σε ένα μικρό κτίριο, τέσσερα αδέλφια, βιβλιοχαρτοπώλες και τυπογράφοι, αποφασίζουν να κυκλοφορήσουν μια νέα εφημερίδα. Την «Πελοπόννησο». Η επιχειρηματική εκείνη προσπάθεια των αδελφών Ηρακλή, Νίκου, Διονύση και Χαράλαμπου Φραγκόπουλου, έμελε να αλλάξει την ιστορία του Τύπου στην Ελλάδα.
Ήταν 10 Ιουλίου του 1886 και πλέον γιόρτασε τα 137α γενέθλιά της.
Με οδηγό αυτή την επέτειο οι «Επιλογες» της «Π» ανασύρουν ιστορίες του παρελθόντος της εφημερίδας και εστιάζουν στη γειτονιά της. Τι σήμαιναν για την πόλη οι εγκαταστάσεις της εφημερίδας;
Αλλαζαν δεδομένα στη γειτονιά
Οπου κι αν στεγαζόταν στις 13½ δεκαετίες της ζωής της η «Π», δημιουργούσε άλλα δεδομένα στην περιοχή.
Τα γραφεία της και οι εγκαταστάσεις συνιστούσαν «γεγονός» για τους περιοίκους: Ηταν το μέρος όπου βρισκόταν η «Πελοπόννησος».
«Πού ακριβώς μένετε; Στην Κοραή, δίπλα σχεδόν στην “Πελοπόννησο”» έλεγε κάποιος κι όλοι καταλαβαίναμε πού κατοικούσε!
Δεν είναι τυχαίο πως στα γραφεία της επί της Αλ. Υψηλάντου, υπάρχει ακόμα η επιγραφή καφενείον «Η Πελοπόννησος».
Από τη μέρα που ξεκίνησε την πορεία της η «Π», το 1886, έχει αλλάξει αρκετές φορές γραφεία. Διαφορετικές οι ανάγκες κάθε εποχής, υπαγόρευαν πολλές φορές τη μετακίνηση των γραφείων της σε διάφορα σημεία της πόλης.
Οι μετακομίσεις της «Π»: Από την πλατεία Γεωργίου στην Παπαφλέσσα
Ας θυμηθούμε το χρονικό των μετακομίσεων των γραφείων της «Π» στα 135 χρόνια λειτουργίας της.
Με το ξεκίνημα του 1886 τα γραφεία μας βρίσκονται στην οδό Κορίνθου απέναντι από τα δικαστήρια που τότε στεγάζονταν στο -γκρεμισμένο σήμερα- αρχοντικό Γκριν (στη νοτιοδυτική γωνία της Κορίνθου με την πλατεία). Τα γραφεία ήσαν στην νοτιοανατολική γωνία. Το 1895 η «Π» στεγάζεται στην Ανω πόλη (πλ. Γεωργίου) στο φαρμακείο Δαδιώτου
To 1910 βρίσκεται στην πλατεία Γεωργίου, ενώ ως «Τηλεγράφος» έχει έδρα επί της Κορίνθου 92. Ακολούθως και για πάρα πολλά χρόνια, πριν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η «Π» στεγαζόταν στην Κορίνθου 210, μεταξύ δηλαδή Αγίου Νικολάου και Κολοκοτρώνη, στην δυτική πλευρά. Το κτίριο δεν υπάρχει σήμερα
H «Π» μετακομίζει το Σάββατο 19 Μαΐου 1962 σε νέα ιδιόκτητα γραφεία, στην Αλεξίου Υψηλάντου 177 σχεδόν στη γωνία με την Γεροκωστοπούλου 50, όπου εκεί ήταν η οικία των ιδιοκτητών της, Γιώτας και Κώστα Παπαγγελούτσου. Τόσο τα γραφεία της «Π» που φιλοξενούσαν ακολούθως τον ΟΚΑΝΑ, όσο και το παρακείμενο αρχοντικό Παπαγγελούτσου (που δεν κατοικείται), έχουν απαλλοτριωθεί καθώς επίκειται το γκρέμισμά τους για την ανάδειξη του Αρχαίου Σταδίου.
Τον Ιούλιο του 1993 η «Π» αλλάζει σελίδα. Η ανάγκη απομάκρυνσης από τα γραφεία της Υψηλάντου, τη φέρνει σε νέες εγκαταστάσεις στην οδό Μαιζώνος και Παπαφλέσσα. Αγοράζεται το οικόπεδο, χτίζεται πολυτελές συγκρότημα γραφείων, ενώ στο «Μέγαρο της Π» εγκαθίστανται και το τυπογραφείο που μόλις είχε αγοραστεί (με μειονέκτημα ότι το πιεστήριό της δεν είναι έγχρωμο). Η «Π» περνάει με τον καλύτερο τρόπο στη νέα ηλεκτρονική εποχή.
Τον Φεβρουάριο του 2012, Τσικνοπέμπτη ήταν, η «Π» έχει αλλάξει χέρια, οι ανάγκες υπαγορεύουν τη μετεγκατάστασή της σε άλλα ιδιόκτητα γραφεία, επί της οδού Βαλτετσίου και Μαιζώνος, όπου ήδη υπήρχαν εγκατεστημένες άλλες εταιρείες του Ομίλου. Οχι όμως για πολύ καιρό καθώς μια πενταετία αργότερα επέστρεψε στο Μέγαρο επί της Μαιζώνος και Παπαφλέσσα.
ΜΑΙΖΩΝΟΣ & ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑ
Σ’ αυτή τη γειτονιά
«Σ’ αυτή τη γειτονιά
και βράδυ και πρωί
περάσαμε και χάσαμε
ολόκληρη ζωή
Σ’ αυτή τη γειτονιά
μας πήραν οι καημοί
μας πήραν και μας πρόδωσαν
για μια μπουκιά ψωμί
Σ’ αυτή τη γειτονιά
μες στο μικρό στενό
χαθήκαμε και ζήσαμε
μακριά κι απ’ το Θεό».
Ετσι περιέγραψε ο Μάνος Ελευθερίου κάποια δικιά του γειτονιά, που χάρη και στη μουσική του Μίκη Θεόδωράκη και την ερμηνεία των Μαρίας Δημητριάδη και Αντώνη Καλογιάννη έγινε ένα καταπληκτικό τραγούδι.
Ας δούμε λοιπόν πως ήταν η δική μας γειτονιά πριν από πολλά – πολλά χρόνια. Η γειτονιά πέριξ της πλατείας Παπαφλέσσα έχει το δικό της παρελθόν:
Τα 28 δωδεκάμηνα θριάμβων και καταστροφών
Αλεξάνδρου Υψηλάντου, 177.
Θυμάσαι ακόμα τους τηλεφωνικούς αριθμούς, δεν ήταν και πολλοί, το τασάκι στο γραφείο του Γιάννη του Βουλδή, ο οποίος δεν κάπνιζε, το αρχείο με τους τόμους, που ήταν τότε 37 χρόνια νεότερο, την εντύπωση που μας έκανε όταν βρήκαμε στη στήλη του ληξιαρχείου το φύλλο που ανακοίνωνε τη γέννησή μας, το σιδηρουργείο Σταθόπουλου, αδελφού της Μέμας, τη φοβερή ζέστη στο τυπογραφείο και στο γραφειάκι της διόρθωσης, με τον Γιάννη Δημόπουλο να μας κάνει τσεκ:
Παρακολουθούσαμε την ανάγνωσή του ή μας είχε νικήσει η μουργέλα; Παρκαρισμένη στην είσοδο η Σιτροέν του Σπύρου Δούκα.
Η νέα τεχνολογία ήρθε μαζί με μετακόμιση σε ένα κτίριο Παρθενώνας στάιλ με έναν πελώριο γυμνό Ποσειδώνα στην είσοδο. Είχε ένα χαρακτήρα απειλής. Το πιο εύκολο μέρος ήταν η εξοικείωση με πληκτρολόγιο. Είχαμε θητεύσει πλάι σε πατέρα που χειριζόταν γραφομηχανή και φυσικά του βουτήξαμε μια ρέμιγκτον που δεν κολλούσε και πολύ.
Θυμόμαστε το βράδυ της μετακόμισης, τελευταία έκδοση με το παλιό πιεστήριο, βγάλαμε φωτογραφίες των τελευταίων στιγμών της λινοτυπίας στην Πάτρα, ποιος τις έχει πάρει μαζί του;
Εμείς διασώσαμε μία. Θα την παραδώσουμε αποχωρώντας, διασώσαμε και την υπογραφή μας σε μέταλλο μηχανής. Διασώσαμε και πολλές άλλες αναμνήσεις, όπως το Βάλε το Μπρίκι, των Βλαχάκη – Αδαμόπουλου όταν ερχόταν επισκέπτης για αρμένικη βίζιτα.
Η νέα τεχνολογία δεν ήρθε αμέσως. Οι υπολογιστές άργησαν, δουλεύαμε εμείς με χειρόγραφο, οι τεχνικοί (το ατελιέ πλέον, όχι οι τυπογράφοι) με κομπιούτερ, αυτοσχεδιασμός της κακιάς ώρας, το ντιζάιν δεν είχε φτάσει στην πόλη ούτε ως προϊόν αντιγραφής. Το πρώτο φύλλο έγραψε ιστορία, αλλά ήταν μια αναρχία και μισή.
Μαιζώνος και Παπαφλέσσα. Με την πολυκατοικία «της Πατραϊκής» να μας καλύπτει την πρόσοψη και να μας πλακώνει την ψυχή, ακόμα δεν υπήρχε νότιο πάρκο, αισθανόμαστε κεντροαπόκεντρο, γκρινιάζαμε που χάναμε την επαφή με τον σφυγμό της πόλης.
Πέρασαν 28 δωδεκάμηνα σετ τόμων από τότε. Εγιναν τα πάντα. Θρίαμβοι και καταστροφές. Προτιμότεροι οι θρίαμβοι. Και ποιος δεν μπήκε σε εκείνο το ασανσέρ.
Ασανσέρ είναι η ζωή άλλωστε. Μερικές φορές ακούς τις φωνές των ανθρώπων και βλέπεις τις μορφές τους. Μπαίνεις στα Εγγραφά Σου και μελαγχολείς:
Η ζωή σου όλη χωράει σε ένα ψηφιακό κλάσμα του ενός κυβικού εκατοστού.
Και πολύ σου και καλό σου.
Η μετακόμιση του 1993
Τριάντα χρόνια παραμονής στην Υψηλάντου ήταν πολλά. Η «Π» άλλαξε γειτονιά, άλλαξε μια για πάντα! Η αφορμή δόθηκε με την απόφαση που χαρακτήρισε την παλιά της γειτονιά (Γεροκωστοπούλου και Υψηλάντου) ως αρχαιολογικό χώρο, τα δε κτίρια απαλλοτριωτέα και κατεδαφιστέα προκειμένου να αναδειχθεί το Αρχαίο Στάδιο (Παντανάσσης – Καραϊσκάκη – Ερμού – Αγίου Γεωργίου).
Η οικεία Παπαγγελούτσου και η «παλιά Πελοπόννησος» πέρασαν στη λήθη και μια νέα εποχή ξεκινούσε. Ακολούθησε έρευνα για τα νέα γραφεία. Κάποιοι πρότειναν την αγορά κάποιου νεοκλασικού στην καρδιά της Πάτρας, Αγίου Νικολάου ή πλατεία Γεωργίου.
Κάποιοι άλλοι είχαν την άποψη πως η «Π» θα έπρεπε να μετακινηθεί σε μεγάλες εγκαταστάσεις εκτός κέντρου πόλης.
Ηλικιωμένη γυναίκα διαβάζει τον «Τηλέγραφο» δηλαδή την «Π» όπως ετιτλοφορείτο από τις 10 Ιουνίου 1917 έως 5 Οκτωβρίου 1944. Πλάνο από την εκπομπή «Μηχανή του χρόνου, ήμουν κι εγώ πρόσφυγας – 2ο μέρος» της 2 Ιουλίου 2016
Τελικά, οι ιδιοκτήτες της «Π» επέλεξαν ένα οικόπεδο πίσω από τον Αγιο Ανδρέα, όπου ήταν κάποτε οι εγκαταστάσεις της Πειραϊκής – Πατραϊκής. Ανήγειραν ένα διώροφο κτίριο που στεγάζει έως σήμερα όλες τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου (μέχρι πριν λίγα χρόνια) και του τυπογραφείου της.
Ενα μικρό ιστορικό
Την Κυριακή 20 Ιανουαρίου 1935 η «Π» που τότε κυκλοφορούσε ως «Τηλέγραφος», δημοσίευσε ένα μικρό ιστορικό της εφημερίδας, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται και στους λόγους που διακόπηκε η κυκλοφορία της και επανεκδόθηκε ως «Τηλέγραφος».
Παράλληλα αναφέρονται και ορισμένοι επίλεκτοι κατά καιρούς συνεργάτες, όπως οι Δημήτρης Γούναρης, Αλέξανδρος Ζαΐμης, Παναγής Τσαλδάρης, Αριστείδης Οικονόμου, Ανδρέας Ρηγόπουλος, Θανάσης Ευταξίας, Θ. Φλογαΐτης, Γιάννης Πεσματζόγλου, Φωκίων Νέγρης, Μιχαήλ Σακελλαρίου, Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, Νικ. Σαγιάς, Βασίλης Σαγιάς, Φώτης Μοσχούλας και Αντώνης Λιβιεράτος
Ηταν ένα πολιτισμικό σοκ. Στην αρχή τουλάχιστον…
Οπως και να το δεις, είχαν χαώδη διαφορά τα δυο κτίρια, αυτό στην Υψηλάντου και το νέο στη Μαιζώνος. Τα χώριζε πάνω από μισός αιώνας πολιτισμού, και παραπάνω!!! Στο ένα, μια σκάλα ανέβαινες κι έφτανες. Και σε ενάμιση δωμάτιο, μακρόστενο, χωράγαμε όλοι. Ο ένας κολλητά στον άλλο. Και ζήτημα αν χώραγε δυο κορμιά η σκάλα…
Στο άλλο, ανέβαινες, ανέβαινες και δεν έφτανες. Και δωμάτια. Πολλά δωμάτια. Μέγαρο κανονικό. Εψαχνες να βρεις τους συναδέλφους σου. Και να ‘ταν μόνο αυτό; Τα μάρμαρα πού τα βάζεις; Και μάρμαρα, και άγαλμα με το που έμπαινες. Χλίδα κανονική.
Στην Υψηλάντου έμπαινες όπως να ‘ναι (που λέει ο λόγος). Στη Μαιζώνος, κυρίως τον πρώτο καιρό, ήθελε και λίγη φινέτσα!
Φύγαμε απ’ το Παγκράτι και πήγαμε στο Κολωνάκι. Κτιριακά, τεχνολογικά, εμφανισιακά. Κάπως έτσι… Στο Παγκράτι είχες τα χαρτιά στο γραφείο σου, τα στιλό σου, τα μολύβια σου, όλα…
Στο Κολωνάκι να τα ποντίκια, να τα πισί!
Ηταν, όμως, πιο γειτονιά στην Υψηλάντου. Πιο ζεστά, απ’ έξω. Πιο οικεία. Στη Μαιζώνος πιο απρόσωπα, πιο κρύα. Ηταν, όμως, τέτοια η διαφορά, σ’ όλα, που σ’ έκανε να το ξεχνάς.
Πόσω μάλλον όταν εκείνη η παλιοπαρέα, από πάνω ως κάτω, είχε τη δική της ιστορία!
Αντίο Γουτεμβέργιε
Ενθουσιασμός, αγωνία, υπεροχή, ευθύνη, συνεργασία, απώλεια… Ηταν αρκετά 3.300 βήματα περίπου, για το νέο άλμα της εφημερίδας. Από το επί της Αλεξάνδρου Υψηλάντου 177 κτίριο, στο επί της Μαιζώνος 206 Μέγαρο. Πολλά τα συναισθήματα. Από το παλιό στο καινούργιο
Από αργά το βράδυ της Πέμπτης 8 Ιουλίου 1993 μέχρι το μεσημέρι της Παρασκευής 9 Ιουλίου 1993, η μετακόμιση. Πρώτο φύλλο με τη νέα τεχνολογία το Σάββατο 10 Ιουλίου 1993 («Αντίο Γουτεμβέργιε, οι φίλοι σου σε χαιρετούν», ο τίτλος με τα άρθρα και το σχετικό θέμα στη δεύτερη σελίδα).
Από το παλιό τριώροφο κομψό κτίριο, με τη μεγάλη ιστορία και τις πολλές αναμνήσεις για όσους το έζησαν, στο καινούργιο επιβλητικό, μεγαλοπρεπές Μέγαρο, με το ισόγειο και τον πρώτο όροφο (λίγο αργότερα προστέθηκε και δεύτερος όροφος).
Μία μετεγκατάσταση; Οχι. Ενα νέο μεγάλο κεφάλαιο στην πλούσια ιστορία της «Πελοποννήσου». Ο Σπύρος και η Νανά Δούκα, διευθυντές, αρχισυντάκτες, δημοσιογράφοι, υπαλληλικό και τεχνικό προσωπικό, άρχισαν να γράφουν τις νέες σελίδες στην ιστορία. Εκατό άνθρωποι στην υπεραιωνόβια εφημερίδα (προστέθηκαν τηλεφωνήτριες, πιεστές, δακτυλογράφοι, φύλακες, καθαρίστριες…).
Ενθουσιασμός: Για το καινούργιο. Γι’ αυτό που άκουγαν, έβλεπαν αλλού, αλλά δεν το είχαν βιώσει μέχρι τότε οι εργαζόμενοι στην «Π». Το 1987 στο ΣΕΦ, καλύπτοντας για την εφημερίδα το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα μπάσκετ, με την Εθνική μας να θριαμβεύει, βλέπαμε Γερμανούς, Αγγλους, Ισπανούς, Ιταλούς δημοσιογράφους με φορητούς υπολογιστές να κάνουν δουλειά. Με τη βοήθεια του Νέστορα της δημοσιογραφίας Πέτρου Λινάρδου και του αείμνηστου δημοσιογράφου, με τους άρρηκτους δεσμούς με την Πάτρα (προπονητής στον ΝΟΠ και στο στίβο της Παναχαϊκής), Χρήστου Σβολόπουλου, μάθαμε. Τώρα θα το ζούσαμε.
Αγωνία. Θα τα καταφέρουμε στο νέο εργασιακό πεδίο, εκεί που άλλοι (και στην Πάτρα) είχαν προχωρήσει νωρίτερα; Δεν ήμασταν προετοιμασμένοι όσο και όπως θα έπρεπε. Πολλές φορές αυτοσχεδιάζαμε. Ευτυχώς, γρήγορα μάθαμε και προχωρήσαμε ορθόδοξα. Με χειρόγραφο και στυλό για μερικά χρόνια ακόμα οι δημοσιογράφοι, αλλά σε καλό δρόμο…
Υπεροχή. Σε νέο κτίριο, με νέα μηχανήματα (αν είχε γίνει και σωστή επιλογή πιεστηρίου θα ήταν όλα καλύτερα, ίσως να μην υπήρχε η ταλαιπωρία της εκτύπωσης στην Αθήνα), με ανέσεις που μόνο σε μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα της Αθήνας έβρισκες, όλοι οι εργαζόμενοι στην «Π» αισθάνονταν ξεχωριστοί. Οι περισσότεροι αξιοποίησαν τα εφόδια.
Ευθύνη. Η πρώτη εφημερίδα της Πάτρας, η καλύτερη της Αχαΐας, της Πελοποννήσου, της περιφερειακής Ελλάδας (Αθήνα και Θεσσαλονίκη είχαν καλύτερες εφημερίδες, ενώ Ηράκλειο και Λάρισα ήταν κοντά), έπρεπε να μείνει ψηλά. Δύσκολα πράγματα. Τελικά, ο στόχος επιτεύχθηκε.
Συνεργασία. Ενα από τα μυστικά της επιτυχίας. Ο Σπύρος Δούκας φρόντιζε καθημερινά. Ηταν ο μπροστάρης, το παράδειγμα, που όλοι ακολουθούσαν. Ολοι; Αν κάποιος παρεξέκλινε, οι συνθήκες, η ζωή μέσα στην εφημερίδα, τον επανέφεραν…
Απώλεια. Λίγους μήνες μετά τη μετεγκατάσταση έφυγε από τη ζωή ένας χρυσός άνθρωπος, στυλοβάτης της «Π» για πολλά χρόνια, ο Δήμος Κορτέσης. Ηταν ο διευθυντής στο εμπορικό τμήμα. Ο Δήμος («αφήστε τα κυριλίκια, Δήμος. Συνεργάτες είμαστε, φίλοι θα γίνουμε», τα λόγια του στα νέα παιδιά που έπιαναν δουλειά στην εφημερίδα, σε κάθε πόστο), πολέμησε για ενάμιση χρόνο γενναία τον καρκίνο. Στο Μέγαρο, με δεμένο το χέρι και πόνους (ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε), έμεινε για έναν μήνα και κάτι. Μετά νοσοκομείο σπίτι και πάλι νοσοκομείο.
Εσβησε στα 57 του τη Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 1993.
Από τις “Επιλογές” της “Π” της 10ης Ιουλίου 2021
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News