Σκόνη και θρύψαλλα

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Τα αφήσαμε όλα στην άκρη. Ευρωεκλογές και Παπανώτα, Μαρίνα Σάττι και δωδεκάρι της Κύπρου, τα γκολ του Παπακανέλλου και τα 120 εκατομμύρια του ευρωτζόκερ. Και πιάσαμε το ζήτημα της σκόνης. Τη σκόνη ως ρύπο. Τη σκόνη ως καλό αγωγό των αλλεργιογόνων. Τη σκόνη ως υπερθέαμα. Τη σκόνη ως σκοτεινή συμπαιγνία των ισχυρών του πλανήτη. Η Καλαμάτα, λέει, έχασε τον ουρανό.

Κοιτούσαν οι Καλαματιανοί ψηλά, και ουρανός πουθενά. Ένα τέτοιο τέλος του κόσμου, δεν είχε προβλέψει καμία Αποκάλυψη και κανένας σεναριογράφος Μπάτμαν. Η Αθήνα, στο μεταξύ, είχε κοκκινίσει. Και η Πάτρα είχε πάρει αυτό το λευκογκριζωπό των αγαλμάτων, περπατούσες και ένοιωθες σαν τους αποθαμένους του Αδη, σιωπηλός, εν μέσω σιωπηλών που διασταυρώνονταν μαζί σου. Τι να τους ρωτήσεις; Εσείς, από τι πήγατε;

Οι ειδικοί μας συνιστούσαν να κλείσουμε πόρτες και παράθυρα, μύτες και στόματα, και να αναπνέουμε μόνο όταν ήταν απολύτως απαραίτητο. Με την κατάλληλη τεχνική είναι εφικτό, έχουν βγει και ασκήσεις στο διαδίκτυο.Τα αυτοκίνητα έδειχναν όπως όταν έρχεται ο Δήμος να τους κολλήσει σήμανση ότι επίκειται η απόσυρσή τους λόγω αχρησίας. Οι οδηγοί, πρόσωπα πλαισιωμένα από κοκκινοσταχτί κορνίζες που όριζε η εμβέλεια του υαλοκαθαριστήρα- τρρρρρ, γκρφφςςςς- έδειχναν απόκοσμες μορφές. Και μέσα στο σκηνικό αυτό, τσαλαπατούσαν με εκνευριστική χαρά τα πρώτα χελιδόνια. Πώς γίνεται να απολαμβάνεις τόσο τα έντομα που τρως; Αραγε έχουν δίκιο οι ασιάτες που τρώνε σκαραβαίους και ακρίδες; Ισως πρέπει τα τζιτζίκια να σταματήσουν να είναι τόσο αμέριμνα. Ιδίως αν ακριβύνουν κι άλλο τα τρόφιμα.

Τα αφήσαμε όλα στην άκρη. Την ακρίβεια, τον καιρό του Πάσχα, τα εκδρομικά σχέδια, τα χαστούκια θρήσκων πολιτευτών σε βουλευτές, τις ανοιξιάτικες εξορμήσεις στα γυμναστήρια, α ναι, και τον πόλεμο στη Γάζα, ουπς, και στην Ουκρανία γίνεται επίσης πόλεμος.  Αλλά τώρα έχουμε σκόνη. Οι ειδικοί συμφωνούν: Είναι πρωτοφανές, όπως όλα. Οι εξάρσεις του καιρού είναι πρωτοφανείς. Τα τριαντάρια του Απριλίου ήταν πρωτοφανή. Οι υψηλές θερμοκρασίες του χειμώνα, κι αυτές πρωτοφανείς ήτανε, για να μη μιλήσουμε για τις πρωτοφανείς καταιγίδες της Θεσσαλίας και της Εύβοιας, και τις πρωτοφανείς πυρκαγιές.

Αυξάνονται συνεχώς τα λόγια μας: Πρέπει να μαθαίνουμε όλο και καινούργια, όλα και περισσότερα. Αυτός ο Μπέκετ μας κορόιδεψε: Τάχα ο Γκοντό που περιμένουμε δεν έρχεται, αλλά ήδη έχει έρθει. Είναι μια φάλαινα, το μέλλον, που κατέφθασε με το στόμα ανοιχτό. Μας καταπίνει και ξανασυναντιόμαστε στα σωθικά της,  ο Ιωνάς και ο Σεβάχ, ο Γκεπέτο και εμείς. Και συζητάμε για τη σκόνη.

Εχει ξεκινήσει μια νέα εποχή, μια εγκατάσταση στο αφύσικο, μια μεταβολή του τοπίου, της χλωρίδας και της πανίδας, των μεγεθών και των κλιμάκων. Το μόνο προβλέψιμο είναι το απρόβλεπτο. Στον ουράνιο θόλο, επιχρωματισμένο και παρδαλό, με έναν ήλιο ξεθυμασμένο και απομυθοποιημένο, απλώνονται σωματίδια δυσπιστίας και καχυποψίας με αρνητικές φορτίσεις απέναντι στο σύστημα, με μια απέραντη δεκτικότητα σε κάθε διάδοση και κάθε θεωρία.

Το ανορθόδοξο είναι πλέον το ευκολότερα πιστευτό, αφού το ανώμαλο είναι πλέον η ομαλότητα και το ακανόνιστο είναι ο κανόνας. Ακόμα και τα τζακ ποτ μοιράζουν εκατό και εκατόν είκοσι εκατομμύρια, για πέντε νούμερα, πέντε κρίκοι, ένα τάλιρο στο μεγάλο λούνα παρκ του 21ου αιώνα.  Πατάω γκάζι- φάτε τη σκόνη μου, ήταν ο τίτλος μιας κωμωδίας των σέβεντις.

Να τώρα που η φωνή ακούγεται από ψηλά, από έναν γέροντα με άσπρα γένια. Δεν θέλαμε τον κόσμο τον αγγελικό, ας ρουφήξουμε τώρα τις ερήμους που θα μας σκεπάσουν.