Φαγωθήκαμε να τον φάμε

Ο βετεράνος της δημοσιογραφίας Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει για το βιβλίο του Νίκου Τζανάκου

φάμε

Τι θα συνέβαινε εάν δεν οι Μαυρομιχαλαίοι δεν δολοφονούσαν τον Καποδίστρια; Οι ιστορικοί αποφαίνονται ότι οι αναδρομικές πιθανολογήσεις προσφέρονται μόνο για κουβέντες του καφέ. Ισως η σωστή απάντηση στο ερώτημα θα ήταν ότι και να μην τον δολοφονούσαν οι Μαυρομιχαλαίοι, θα τακτοποιούσε το ζήτημα όλο και κάποιος άλλος από τους εγχώριους και ξένους παράγοντες της εποχής των οποίων τα συμφέροντα και τον ρόλο έθιγε ο Κυβερνήτης. Ητοι, η δολοφονία ήταν νομοτέλεια.

Υπό την έννοια αυτή, στην Ιστορία, όπως και στη ζωή, όλα όσα συμβαίνουν γίνονται επειδή οι συνθήκες και οι βουλήσεις τα προκαλούν, συνεπώς δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που εν τέλει έγινε. Επομένως, το ερώτημα ποια θα μπορούσε να είναι η τύχη της χώρας- άρα και της Αχαϊας- εάν ο Καποδίστριας πρόκανε να κυβερνήσει καμπόσο παραπάνω, είναι ένα απλό τρικ.  Αλλά δεν παύει να έχει την αξία του στο πλαίσιο ενός αναπόφευκτου και αναγκαίου αναστοχασμού που αποτελεί αυθόρμητη αντίδραση στο ξεφύλλισμα των ιστορικών χρονικών: Τι θα συνέβαινε αν…

Ο Νίκος Τζανάκος δεν μας δίνει απάντηση στο ερώτημα ποια θα ήταν η μοίρα της περιοχής μας εάν η μοίρα του ηρωικού και δυστυχούς κυβερνήτη ήταν καλύτερη. Μας ξεναγεί ωστόσο στο ιστορικό, κοινωνικοπολιτικό και ανθρωποκεντρικό περιβάλλον της εποχής, με αποκλειστική σχεδόν έμφαση στην περιοχή των Πατρών, την οποία και μελέτησε διεξοδικά στο πλαίσιο της πλούσιας, επίμονης και εξαντλητικής του ιστοριοδιφικής ενασχόλησης στην οποία επιδίδεται εδώ και πολλά χρόνια, με επίκεντρο κυρίως τον αχαϊκό χώρο.

Καρπός της έρευνάς του, αυτή τη φορά, είναι η πραγματεία του για τους «Κοτζαμπάσηδες και ηγετικές ομάδες στην Πάτρα», που περιστρέφεται γύρω από την ιδέα ότι η δολοφονία του κυβερνήτη «άλλαξε τη μοίρα της πόλης». Ο έμπειρος αυτοδιοικητικός, ως ερευνητής, εννοεί ότι ο Καποδίστριας θα έβαζε σε άλλες κατευθύνσεις την πολιτική και κοινωνική δυναμική της περιοχής, και βγήκε από τη μέση εξαιτίας των νεωτεριστικών του προθέσεων που χαλούσαν τη σούπα στις φατρίες των παλαιών προκρίτων. Οι τελευταίοι περιγράφονται διεξοδικά, με συνοπτική βιογραφία κάθε οικογένειας και της διαδρομής των στελεχών τους, ως μια κάστα αρχοντο-παρασιτικών στοιχείων που εννοούσαν ως αυτονόητη τη διαιώνιση της κυριαρχίας τους στο τοπικό γίγνεσθαι. Και μάλιστα χωρίς να αναπτύσσουν παραγωγικές πρωτοβουλίες, αλλά εκμεταλλευόμενοι την οικονομική και πολιτική τους ισχύ, μέσω της οποίας επιβάλλονταν και αυτό-αναπαράγονταν μέχρι που σαρώθηκαν από τις ανακατατάξεις του επόμενου αιώνα, αλλά και επειδή εκφυλίστηκαν ελλείψει απογόνων με εφάμιλλο εκτόπισμα. Και να μη δολοφονηθείς, σε περιλαμβάνει ο Δαρβίνος.

Ο Νίκος Τζανάκος εκτιμά ότι οι φατρίες αυτές επέβαλαν εαυτούς όχι μόνο στις μέρες του δικού τους ενεστώτος αλλά και στις τοπικές ιστορικές δέλτους, καταφέρνοντας να θρυλοποιηθούν και να μνημονεύονται εσαεί μέσα από τις γνωστές, επιβλητικές ονοματοθεσίες, δια των οποίων έχουν καταξιωθεί στην διαχρονική συλλογική συνείδηση ως τοπικοί αθάνατοι αστερισμοί, αν και κανείς μας πλέον δεν έχει εικόνα για τα έργα, τις ημέρες και το ποιόν κανενός από αυτούς, όπως συνήθως συμβαίνει από την βαθμίδα Κολοκοτρώνη- Καραϊσκάκη- Μιαούλη και κάτω. Με την πάροδο των ετών, τα ονόματα των δρόμων και των πλατειών, ως γνωστόν, αυτονομούνται ως έννοιες και σύμβολα, και παραπέμπουν στα ατομικά βιώματα παρά στην αλήθεια των προσώπων. Ποια είναι άλλωστε η αλήθεια; Εξέλιπαν οι λόγοι να τσακωθούμε γι’ αυτήν, έχουν άλλωστε αμβλυνθεί οι λόγοι να διαπληκτιζόμαστε για οτιδήποτε πέρα από τις θέσεις παρκαρίσματος και τις κυκλοφοριακές πυκνώσεις.

Η προσέγγιση Τζανάκου, βέβαια- πέρα από την πολύτιμη συμβολή του στην διάσωση,  ταξινόμηση και επικαιροποίηση (για όσους ενδιαφέρονται, έστω) σημαντικού αρχειακού υλικού, έχει ενδιαφέρον στο πλαίσιο του προβληματισμού για τις τοπικές ιδιαιτερότητες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση των σούι γκένερις αχαϊκών κοινωνικών και πολιτικών δομών οι οποίες έπαιξαν ρόλο στην ανάπτυξη της ημέτερης ιστορίας και κουλτούρας και τον διαχωρισμό ανάμεσα στα παραγωγικά και τα εξουσιαστικά αχαϊκά κύτταρα, φαινόμενο που χαρακτήρισε την τοπική πολιτική και κοινωνική ζωή, διατηρώντας απόηχο μέχρι τις μέρες μας. Δεν τα παίρνει όλα ο άνεμος, κι ας νομίζουμε. Το βέβαιο είναι ότι η Πάτρα είναι μια περιοχή που πλήρωσε πολύ ακριβά το φαινόμενο «τοπικός πρόκριτος», και το ιλαροτραγικό είναι ότι ενώ το πλήρωνε, το ζητωκραύγαζε κιόλας. Αραγε, ο Ν. Τζανάκος ως φατρίες εννοεί μόνο τους Καλαμογδάρτες και τους Κανακάρηδες και όχι τους κανακάρηδες της νέας εποχής;